Quantcast

Εισβολή στην Ουκρανία: Οι ευρωπαίοι σύμμαχοι του Πούτιν

Τη στιγμή που το μεγαλύτερο μέρος της ηπείρου παίρνει σαφή θέση κατά του ρώσου ηγέτη, ορισμένοι ευρωπαίοι πολιτικοί επιλέγουν μια αρκετά διαφορετική οδό

Με τον πόλεμο της Ουκρανίας να γίνεται αντιληπτός σε μεγάλη μερίδα της Δύσης ως μάχη ανάμεσα στη δημοκρατία και τον αυταρχισμό – και τον δεύτερο να εκπροσωπείται από τη Ρωσία -, αναμενόμενα η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κρατών έχει ταχθεί από την πρώτη στιγμή με το μέρος της πληττόμενης χώρας.

Ωστόσο, όπως παρατηρούν σε ανάλυσή τους οι Times της Νέας Υόρκης, η μάχη αυτή δε λαμβάνει χώρα μόνο στην Ουκρανία, αλλά και στο ίδιο το εσωτερικό αρκετών ευρωπαϊκών δημοκρατιών, όχι με τα όπλα, αλλά μέσα από τις κάλπες.

Στις χώρες αυτές, σημειώνει η αμερικανική εφημερίδα, πολιτικοί φιλικά προσκείμενοι στον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, με τον οποίο τους ενώνει η δεξιόστροφη, εθνικιστική αντίληψη της πραγματικότητας, επιχειρούν να ανελιχθούν στην εξουσία. Χθες, δυο εξ αυτών τα κατάφεραν: ο ούγγρος Βίκτορ Ορμπάν και ο σέρβος Αλεξάντερ Βούτσιτς, πέτυχαν την άνετη επανεκλογή τους το βράδυ της Κυριακής. Όμως, προειδοποιούν οι Times, η πραγματική απειλή κρύβεται στις γαλλικές προεδρικές εκλογές που θα πραγματοποιηθούν εντός του Απριλίου. Μια νίκη της ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν, «θα ισοδυναμούσε με γεωπολιτικό σεισμό».

Σύμφωνα με την ανάλυση των Times, αυτοί είναι οι τρεις σημαντικότεροι σύμμαχοι του Πούτιν στην Ευρώπη:

Ουγγαρία

Ο Βίκτορ Ορμπάν, ο ρωσόφιλος πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, πέτυχε χθες την επανεκλογή του. «Πετύχατε μια νίκη τόσο μεγάλη, που ίσως μπορείτε να τη δείτε από το φεγγάρι – πολλώ δε μάλλον από τις Βρυξέλλες», σχολίασε χθες το βράδυ σκωπτικά ο Ορμπάν.

Οι Times χαρακτηρίζουν την Ουγγαρία «το πιο ξεκάθαρο παράδειγμα μιας δημοκρατίας που μετατρέπεται σε αυταρχικό καθεστώς». Από την ανέλιξή του στην εξουσία στις εκλογές του 2010, ο Ορμπάν άρχισε να αλλάζει τους κανόνες για να παρατείνει τη θητεία του. Έχει στελεχώσει τα δικαστήρια με πολιτικούς του συμμάχους και έχει καταστείλει κάθε αντιπολιτευτική δημοσιογραφική φωνή μέσω μηνύσεων. Επιπλέον, έχει προχωρήσει σε ριζικές μεταρρυθμίσεις της εκλογικής νομοθεσίας.

Σε καθεμιά από τις τελευταίες δυο εκλογικές κούρσες, το κόμμα του Ορμπάν, το Fidesz, εξασφάλισε λιγότερες από τις μισές ψήφους – όμως κατέλαβε τα δύο-τρίτα των κοινοβουλευτικών εδρών. Έπειτα από τις χθεσινές εκλογές, όλα δείχνουν ότι οι βουλευτές του θα καταλαμβάνουν 135 από τις 199 έδρες.

Ο Ορμπάν ηγείται μιας κυβέρνησης που συνδυάζει τον πολιτιστικό εθνικισμό, τον οικονομικό λαϊκισμό και την εκτεταμένη διαφθορά. Οι πολιτικές του έχουν αυξήσει τα εισοδήματα πολλών Ουγγρών, συμπεριλαμβανομένων κι εκείνων που ζουν σε περιοχές της επαρχίας και οι οποίοι αποτελούν την εκλογική του βάση, ενώ παράλληλα αναμόχλευαν το μίσος για τους μετανάστες και, εσχάτως, τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα.

Όλες αυτές οι τακτικές θυμίζουν πολύ εκείνες του Πούτιν. Στη διάρκεια των τελευταίων ημερών, ο Ορμπάν επιχείρησε να αυτοπαρουσιαστεί ως ειρηνοποιός στην Ουκρανία, γνωρίζοντας ότι πολλοί Ουκρανοί εξακολουθούν να φοβούνται τη Ρωσία. Όμως στις περισσότερες περιπτώσεις έχει πάρει το μέρος του.

Η Ουγγαρία δεν έχει συνασπιστεί με τις ευρωπαϊκές προσπάθειες παροχής όπλων στην Ουκρανία και ο ίδιος έχει αντιτεθεί σε προσπάθειες από κράτη-μέλη της ΕΕ για επιβολή κυρώσεων στη ρωσική ενέργεια. Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, χθες τον περιέγραψε ως «ουσιαστικά τον μοναδικό στην Ευρώπη που στηρίζει ανοιχτά τον Πούτιν».

Οι Times χαρακτηρίζουν την Ουγγαρία «ό,τι πλησιέστερο σε μια Πέμπτη φάλαγγα στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ και της ΕΕ». Επισήμως, εξηγούν, είναι μια δυτική δημοκρατία. Στην πράξη, όμως, είναι σύμμαχος του Πούτιν.

Σερβία

Ο πρόεδρος της Σερβίας, Αλεξάντερ Βούτσιτς, έχει ως πρότυπα τόσο τον Πούτιν, όσο και τον Ορμπάν. Μετά την εκλογή του το 2017, ο Βούτσιτς μετέτρεψε τα κάποτε ανεξάρτητα ΜΜΕ της Σερβίας σε κάτι που οι Times χαρακτηρίζουν «μηχανή προπαγάνδας». Τους τελευταίους μήνες, η σερβική τηλεόραση έχει παρουσιάσει εκτενείς τοποθετήσεις ρωσόφιλων σχολιαστών και έχει προωθήσει τους ισχυρισμούς του Πούτιν ότι η Ουκρανία είναι μια φωλιά ναζιστών.

Η Σερβία δεν ανήκει ούτε στο ΝΑΤΟ, ούτε στην ΕΕ και μεγάλο μέρος του πληθυσμού της διακατέχεται – ευλόγως – από την ίδια δυσπιστία απέναντι στη Δύση που χαρακτηρίζει και τους Ρώσους.

Όμως η χώρα δεν είναι αυστηρά φιλορωσική, σημειώνουν οι Times. Παρά το γεγονός ότι ο Βούτσιτς δεν επέβαλε κυρώσεις στη Ρωσία, ούτε έκλεισε τον εναέριο χώρο της Σερβίας για τα ρωσικά αεροσκάφη, η κυβέρνησή του υπερψήφισε το ψήφισμα του ΟΗΕ που καταδίκαζε τη ρωσική εισβολή. Οι χθεσινές εκλογές χαρακτηρίστηκαν από μεγάλη συμμετοχή, όμως πολιτικοί της αντιπολίτευσης δήλωσαν ότι υποπτεύονται νοθεία. Το κόμμα του Βούτσιτς θα διατηρήσει την αυτοδυναμία του, αλλά με μειωμένο αριθμό εδρών όπως όλα δείχνουν.

Γαλλία

Οι γάλλοι ψηφοφόροι θα προσέλθουν στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών την ερχόμενη Κυριακή. Αν κανένας εκ των υποψηφίων δεν λάβει την πλειοψηφία των ψήφων, όπως αναμένεται, οι δυο πρώτοι θα αναμετρηθούν στον δεύτερο γύρο, δυο εβδομάδες αργότερα.

Ο επικρατέστερος για την προεδρία είναι ο νυν πρόεδρος της χώρας, Εμανουέλ Μακρόν. Ωστόσο, το δημοσκοπικό του προβάδισμα είναι περιορισμένο, ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία φαίνεται να βλάπτει την απήχησή του. Ο πληθωρισμός, που όπως και στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη έτσι και στην Ευρώπη είχε ήδη σημειώσει άνοδο εξαιτίας της πανδημίας, εκτινάχθηκε με τον πόλεμο που προκάλεσε τεράστιες αυξήσεις των τιμών.

Τη στιγμή που ο Μακρόν έχει εστιάσει τις προσπάθειές του στην εύρεση διπλωματικής λύσης για τον πόλεμο στην Ουκρανία – αποτυγχάνοντας μέχρι στιγμής, όπως παρατηρούν οι Times – η κύρια αντίπαλός του έχει δώσει έμφαση στη γαλλική οικονομία. Η αντίπαλος αυτή δεν είναι άλλη από την ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν.

Αρθρογράφος των Times σημειώνει ότι «η υπομονετική της εστίαση σε ζητήματα ακρίβειας έχει απήχηση στα εκατομμύρια Γάλλους που δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα μετά την αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου κατά περισσότερο από 53% στη διάρκεια του έτους».

Η φιλία της Λεπέν έχει βρεθεί στο επίκεντρο πολλές φορές στο παρελθόν. Το κόμμα της έχει πάρει δάνειο από ρωσική τράπεζα, ενώ η ακροδεξιά Γαλλίδα είχε συναντηθεί με τον ρώσο ηγέτη το 2017, επιθυμώντας με αυτό τον τρόπο να ενισχύσει την πολιτική της εικόνα. Μέχρι την εισβολή, η Λεπέν υποστήριζε την πλειοψηφία των πολιτικών του Πούτιν. Ακόμη και τώρα, αντιτίθεται στις πιο αποφασιστικές πολιτικές εναντίον του.

«Μια νίκη της Λεπέν», αναφέρουν οι Times, «θα απειλούσε την ευρωπαϊκή ενότητα, θα ανησυχούσε τους συμμάχους της Γαλλίας από την Ουάσινγκτον μέχρι τη Βαρσοβία και θα προκαλούσε τη μεγαλύτερη κρίση στην ΕΕ μετά το Brexit».