Εισβολή στην Ουκρανία: Η ρωσική εισβολή φέρνει το τέλος της ουδετερότητας στην Ευρώπη

Η μία μετά την άλλη, οι ουδέτερες χώρες της Ευρώπης ξεπερνούν ταμπού δεκαετιών

Οι περισσότερες χώρες της ΕΕ ανήκουν στο ΝΑΤΟ. Όμως αυτό δεν ισχύει για όλες. Έξι εξ αυτών, για στρατηγικούς, γεωγραφικού ή ιστορικούς λόγους, έχουν παραμείνει εκτός της συμμαχίας. Τώρα, που το σενάριο ανοιχτής σύγκρουσης του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία έχει αρχίσει να διαφαίνεται ρεαλιστικό, οι χώρες αυτές επανεξετάζουν το κατά πόσον είναι σοφό να παραμείνουν ουδέτερες – ή και αν αυτό είναι καν εφικτό.

 

Η περίπτωση της Ιρλανδίας

Η Ιρλανδία δεν ανήκει στη Βορειοατλαντική Συμμαχία κυρίως για ιστορικούς λόγους, ως πρώην αποικία, αλλά και εξαιτίας της τεταμένης σχέσης της με τη Βρετανία, που την κατείχε σε διαφορετικές περιόδους ανά τους αιώνες. Η σκληρή μάχη της χώρας για την ανεξαρτησία της, στις αρχές της δεκαετίας του 1920, και ο εμφύλιος πόλεμος που ακολούθησε, κατέστησε τους ηγέτες της απρόθυμους για την ένταξη σε μια στρατιωτική συμμαχία στην οποία συμμετείχε και η Βρετανία.

Το 1923, η Ιρλανδία εντάχθηκε στην Κοινωνία των Εθνών, όμως επέλεξε την ουδετερότητα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αντιστοίχως, αποφάσισε να παραμείνει εκτός ΝΑΤΟ στη διάρκεια της δεκαετίας του 1960.

Αν και το ιρλανδικό σύνταγμα δεν κάνει αναφορά στην ουδετερότητα, το κράτος την επέλεξε εκ νέου, στη διάρκεια της εισόδου του στην ΕΕ.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία επηρέασε τη στάση της Ιρλανδίας σε ό,τι αφορά την άμυνά της.

Τα όρια της ουδετερότητας

Ορισμένοι όπως ο ανεξάρτητος βουλευτής Κάθαλ Μπέρι, υποστηρίζουν ότι το Δουβλίνο έχει ήδη επιλέξει πλευρά. Η Ιρλανδία επιτρέπει σε αμερικανικά στρατεύματα να προσγειώνονται στο αεροδρόμιο Shannon, που βρίσκεται στην πλευρά του Ατλαντικού, μια πολιτική που διατήρησε και στη διάρκεια του πολέμου στο Ιράκ, όταν η Ελβετία είχε απαγορεύσει την πρόσβαση στον εναέριο χώρο της στην Ουάσινγκτον. Το Δουβλίνο έχει συνυπογράψει επίσης πρωτοβουλίες ασφαλείας της ΕΕ όπως οι ασκήσεις PESCO (Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία) και CSDP (Κοινή Πολιτική Ασφαλείας και Άμυνας).

Αυτό που μέχρι στιγμής δεν έχει κάνει το Δουβλίνο, σύμφωνα με τους επικριτές της ουδέτερης στάσης του, ήταν να επενδύσει αρκετά στην άμυνά του. «Η Ιρλανδία δαπανά στην άμυνά της μικρότερο ποσοστό επί του ΑΕΠ της σε σχέση με οποιαδήποτε από τις 27 χώρες της ΕΕ», τόνισε στο POLITICO ο Μαρκ Μελετ, πρώην προσωπάρχης των ιρλανδικών ενόπλων δυνάμεων.

Ένα ευάλωτο νησί

Το σημαντικότερο είναι ότι η χώρα δεν έχει τη δυνατότητα αναγνώρισης όλων των αεροσκαφών που περνούν από τον εναέριο χώρο της, αλλά ούτε και υποβρύχιας επιτήρησης του θαλάσσιου χώρου, έκτασης σχεδόν ενός εκατομμυρίου τετραγωνικών χιλιομέτρων που περιτριγυρίζει τη χώρα. Έκθεση της Κομισιόν που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα, ανέδειξε τεράστιες προκλήσεις για τις αμυντικές δυνάμεις της χώρας, η οποία ουσιαστικά εξαρτάται από τη βοήθεια της Βρετανίας και των ΗΠΑ για την ασφάλειά της.

Υπάρχουν ανησυχίες για την ετοιμότητα της Ιρλανδίας απέναντι σε κάθε είδους επίθεση – συμπεριλαμβανομένων των κυβερνοεπιθέσεων. Η περσινή κυβερνοεπίθεση στο σύστημα υγείας της χώρας από ρώσους εγκληματίες, αλλά και η προγραμματισμένη έκθεση του ρωσικού ναυτικού λίγα μίλια μακριά από τις ιρλανδικές ακτές λίγες εβδομάδες πριν την ουκρανική εισβολή, ενέτειναν τους φόβους για την ευαλωτότητα της Ιρλανδίας, εξαιτίας και του γεωγραφικού διαχωρισμού της από την υπόλοιπη ευρωπαϊκή ήπειρο.

Το Δουβλίνο δεν είναι η μόνη πρωτεύουσα που έχει βυθιστεί σε συζητήσεις για την ασφάλεια και την ουδετερότητά της. Ακόμη και οι στρατιωτικά ουδέτερες χώρες στο εσωτερικό της ΕΕ έχουν λάβει μέρος στην επιβολή οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία, τις οποίες ο Βλαντίμιρ Πούτιν αποκήρυξε λέγοντας ότι αντιστοιχούν σε «κήρυξη πολέμου».

Δανία και Αυστρία

Τον Μάρτιο, λίγο μετά τη ρωσική εισβολή, η Δανία, που ανήκει στο ΝΑΤΟ, ανακοίνωσε ότι θα πραγματοποιήσει δημοψήφισμα την 1η Ιουνίου γύρω από την επιλογή της να απέχει από την αμυντική πολιτική της ΕΕ, την οποία είχε διαπραγματευτεί μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχτ. «Οι ιστορικές στιγμές καλούν σε ιστορικές αποφάσεις», δήλωσε ο δανός πρωθυπουργός Μέτε Φρέντρικσεν. Μια θετική ψήφος, θα επέτρεπε στη χώρα να συμμετάσχει στις αποστολές της CSDP.

Η Αυστρία επίσης επανεξετάζει το ζήτημα της επίσημης ουδετερότητας, την οποία υιοθέτησε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και η οποία της επέτρεψε να προσελκύσει θεσμούς όπως ο ΟΗΕ και τη Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας.

Η υπουργός άμυνας της Αυστρίας, Κλαούντια Τάνερ, δήλωσε ότι δεν υπάρχουν σχέδια μετατροπών επί της αυστριακής πολιτικής ουδετερότητας. «Για εμένα και για ολόκληρη την κυβέρνηση είναι ξεκάθαρο ότι δεν θα πειράξουμε τη στρατιωτική ουδετερότητα της Αυστρίας, η οποία προβλέπεται και από το σύνταγμά μας», δήλωσε στο POLITICO.

Ωστόσο, όπως και η Ιρλανδία, έτσι και η Αυστρία αν και δεν ανήκει στο ΝΑΤΟ, συμμετέχει στις ευρωπαϊκές αμυντικές προσπάθειες. Η Τάνερ ανέφερε ότι η χώρα της θα «συμμετέχει ενεργά στην περαιτέρω ανάπτυξη της κοινής πολιτικής άμυνας και ασφάλειας της ΕΕ» προκειμένου να ανταποκριθεί στις προκλήσεις ασφαλείας που αντιμετωπίζει το μπλοκ.

Κύπρος και Μάλτα

Ορισμένες χώρες δεν έχουν μεγάλα περιθώρια ελιγμών. Η Κύπρος, εξαιτίας της συνεχιζόμενης διχοτόμησής της, παραμένει η μοναδική χώρα της ΕΕ που δεν ανήκει στην πρωτοβουλία Συνεργασία για την Ειρήνη (PfP) του ΝΑΤΟ, παρά το γεγονός ότι συνεχίζει να φιλοξενεί μεγάλες βρετανικές στρατιωτικές βάσεις.

Άλλα κράτη απλώς δεν ενδιαφέρονται, υποστηρίζει το POLITICO. Στη Μάλτα, η ουδετερότητα της οποίας επίσης ορίζεται συνταγματικά, έρευνα που δημοσιεύθηκε λίγο πριν τον πόλεμο, έδειξε ότι το 63% του πληθυσμού δεν επιθυμεί αλλαγή πλεύσης.

Το κλίμα στα Βόρεια

Η συζήτηση για την ουδετερότητα είναι πολύ πιο τεταμένη στη βορειότερη γειτονιά της Ευρώπης. Σημάδι της αλλαγής των καιρών, το γεγονός ότι οι υπουργοί της Σουηδίας και της Φινλανδίας, που μοιράζονται σύνορα μήκους 1.300 χιλιομέτρων με τη Ρωσία, παρευρέθηκαν σε υπουργική συνέλευση του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, παρά το γεγονός ότι δεν ανήκουν στη συμμαχία.

«Η Φινλανδία είναι προτιμότερο να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ τώρα παρά αργότερα… είμαι απολύτως σίγουρος για αυτό», δήλωσε ο Αλεξάντερ Στουμπ, πρώην πρωθυπουργός της Φινλανδίας που τάχθηκε υπέρ της ένταξης της χώρας στη συμμαχία. «Το τρένο αναχώρησε στις 24 Φεβρουαρίου, όταν ο Πούτιν εισέβαλε στην Ουκρανία».

Ο Στουμπ παρέπεμψε σε πρόσφατη δημοσκόπηση που έδειξε ότι το 62% του πληθυσμού είναι υπέρ της ένταξης στο ΝΑΤΟ και μόλις το 16% κατά.

«Δεν υπάρχει αμφιβολία για το αν θα υποβάλει αίτηση η Φινλανδία, αλλά για το πότε. Και αν με ρωτάτε πότε, σας λέω ότι δεν θα γίνει μέσα σε λίγες ημέρες ή εβδομάδες, αλλά μέσα σε λίγους μήνες».

Στη Σουηδία, για πρώτη φορά αυτό το μήνα, εκείνοι που τάσσονται υπέρ της ένταξης στο ΝΑΤΟ ξεπέρασαν αριθμητικά εκείνους που είναι αντίθετοι, σύμφωνα με δημοσκόπηση. Η κεντροαριστερή πρωθυπουργός της χώρας, Μαγκνταλένα Άντερσον έχει αποκλείσει την είσοδο στη συμμαχία, όμως η επίτροπος της χώρας στην ΕΕ, Ίλβα Γιόχανσον, δήλωσε στο POLITICO αυτή την εβδομάδα ότι σε περίπτωση που η Σουηδία αποφάσιζε να ενταχθεί, αυτό θα συνέβαινε σε συνεργασία με τη Φινλανδία.

Ο Στουμπ συμφωνεί με αυτή την εκτίμηση. «Πιστεύω ότι θα ήταν ωφέλιμο τόσο για τη Σουηδία όσο και για τη Φινλανδία να ενταχθούν μαζί παρά ξεχωριστά», σχολίασε. «Όμως θέλω να πω στους σουηδούς φίλους μου ότι πρέπει να καταλάβουν ότι η Φινλανδία έχει ξεκινήσει αυτή τη διαδικασία και ότι θα μπει στο ΝΑΤΟ είτε το κάνει και η Σουηδία είτε όχι».

Το ζήτημα της Ουκρανίας

Άλλη μια χώρα που συζητά την ένταξή της στο ΝΑΤΟ αυτή την περίοδο, είναι φυσικά και η Ουκρανία. Η Μόσχα έχει δηλώσει ότι θεωρεί την επιθυμία της χώρας να ενταχθεί στη συμμαχία απειλή για την ασφάλειά της. Αναφερόμενη στο παράδειγμα της Αυστρίας, υποστήριξε ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί ειρήνη αν η Ουκρανία συμφωνήσει, μεταξύ άλλων, και στην «ουδετερότητα».

Τι ακριβώς θα σημαίνει αυτό πρακτικά παραμένει αβέβαιο. Προφανώς, δεν θα μπορούσε να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, θα ήταν όμως υποχρεωμένη να παραιτηθεί και από τις φιλοδοξίες ένταξης στην ΕΕ, στις συμφωνίες της οποίας περιλαμβάνεται και όρος αμοιβαίας υπεράσπισης; Το Κίεβο έχει επιμείνει ότι απαιτούνται εγγυήσεις ασφαλείας για να συμφωνήσει σε κάτι τέτοιο. Πολλοί στη χώρα θα σταθούν και σε κάτι ακόμη, χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα τη Φινλανδία και τη Σουηδία: η πραγματική ουδετερότητα μπορεί να επιτευχθεί μόνο στο βαθμό που μια χώρα είναι σε θέση να υπερασπιστεί τον εαυτό της.