Η ΕΕ ανακοίνωσε σήμερα ότι ιδρύει μονάδα ερευνητών που θα επιφορτιστεί με την αντιμετώπιση ενός κύματος οικονομικού εγκλήματος που αναμένεται να εμφανιστεί στη διάρκεια της οικονομικής ύφεσης που πυροδότησε η πανδημία του κορωνοϊού, όπως και με την πάταξη της απάτης όσον αφορά κρατικές επιδοτήσεις.
Το Ευρωπαϊκό Κέντρο για το Χρηματοπιστωτικό και Οικονομικό Έγκλημα θα ιδρυθεί εντός της Europol, της υπηρεσίας της ΕΕ για την επιβολή του νόμου, και θα απασχολεί 65 αναλυτές που θα συγκεντρώνουν και θα ανταλλάσσουν πληροφορίες.
«Οι επιπτώσεις από την πανδημία της Covid-19 αποδυνάμωσαν την οικονομία μας και δημιούργησαν νέα κενά ασφαλείας από τα οποία μπορεί να αναδυθεί το έγκλημα», δήλωσε η επικεφαλής της Europol Κατρίν Ντε Μπολ, προσθέτοντας ότι το κέντρο αυτό θα επικεντρωθεί στην καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος, της απάτης και της διαφθοράς, που συνήθως αυξάνονται σε καιρούς οικονομικής κρίσης.
Η Europol ανακοίνωσε ότι τομείς, όπως ο κατασκευαστικός, αυτός της φιλοξενίας, των ταξιδίων και του τουρισμού, διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο διείσδυσης και ανάληψης του ελέγχου τους από εγκληματίες κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης την ώρα που οι εταιρείες προσπαθούν να επιβιώσουν από την ύφεση.
Επίσης προειδοποίησε ότι οι επιδοτήσεις που προσφέρονται κατά τη διάρκεια της πανδημίας «θα αποτελέσουν στόχο εγκληματιών που επιδιώκουν να κάνουν απάτες με τη δημόσια χρηματοδότηση». Σε άνοδο βρίσκονται επίσης και απάτες που αφορούν ιατρικό εξοπλισμό.
Οι αναλυτές της Europol θα βοηθήσουν τις αρχές των 27 χωρών μελών της ΕΕ να διεξαγάγουν έρευνες για το οικονομικό έγκλημα και στην ανταλλαγή πληροφοριών.
Η μονάδα αυτή αναμένεται επίσης να βοηθήσει όσον αφορά την κατάσχεση κερδών που προέρχονται από εγκληματική δραστηριότητα, εκ των οποίων μόνον το 1% κατάσχεται σήμερα στην Ευρώπη, σύμφωνα με υπολογισμούς της Europol.