Quantcast

DW: Βάσεις για νέα αρχή θέτουν Αίγυπτος και Τουρκία… όμως το Κάιρο προτιμά την Αθήνα

Τις εξελίξεις στις σχέσεις Αιγύπτου και Τουρκίας παρουσιάζει σε άρθρο της η Deutsche Welle

Eύκολες και ανέφελες δεν ήταν ποτέ οι σχέσεις τους εδώ και πολύ καιρό, αλλά τώρα Αίγυπτος και Τουρκία θέλουν να τις βάλουν σε νέες βάσεις, να κάνουν μια νέα αρχή. Αυτό είπαν πρόσφατα ο Αιγύπτιος πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι και ο Τούρκος ομόλογός του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην τελετή έναρξης του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου στο Κατάρ. Η χειραψία τους παρουσία του εμίρη του Κατάρ Ταμίμ μπιν Χαμάντ Αλ Θάνι και η ανακοίνωση ότι θέλουν να βελτιώσουν τις σχέσεις τους στο μέλλον, έκαναν τον γύρο του κόσμου. Και πράγματι, λγο μετά τη συμβολική χειραψία καταγράφηκε κινητικότητα. Σύμφωνα με τα ειδησεογραφικά πρακτορεία, το Σαββατοκύριακο συναντήθηκαν στην Αίγυπτο αντιπροσωπείες μυστικών υπηρεσιών και από τις δύο πλευρές. “Σημαντικές ομιλίες”, όπως μετέφερε ανώτερος Τούρκος αξιωματούχος στο Reuters.

 

«Και οι δύο πλευρές έθιξαν στρατιωτικά, πολιτικά και εμπορικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων και ενεργειακών πρότζεκτ», είπε ο αξιωματούχος. Επιπλέον, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου ανέφερε τη Δευτέρα (28 Νοεμβρίου), ότι και οι δύο χώρες θέλουν να αποκαταστήσουν πλήρεις διπλωματικές σχέσεις τις οποίες διέκοψαν το 2013 σε επίπεδο πρεσβευτών. Αμέσως μετά τη συνάντηση των δύο αρχηγών κρατών, το αιγυπτιακό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε επίσης ότι θα ακολουθήσουν περαιτέρω βήματα. Στόχος είναι η εξομάλυνση των διμερών σχέσεων μετά από «χρόνια έντασης», αν και “οι μέχρι στιγμής συνομιλίες δεν έχουν ακόμη οδηγήσει σε διευθέτηση των υφιστάμενων διαφορών απόψεων”, για να καταγραφεί έτσι η ύπαρξη δυσκολιών. Και πράγματι, ο κατάλογος των διαφωνιών και των αντιπαλοτήτων μεταξύ των δύο χωρών είναι μακρύς και χρονολογείται από το 2013.

 

Λιώνουν οι πάγοι, αλλά αρκεί;

Τότε, η τουρκική κυβέρνηση είχε επανειλημμένα χαρακτηρίσει «παράνομη» την καθαίρεση του προερχόμενου από τον στρατό και τις τάξεις των Αδελφών Μουσουμάνων Αιγύπτιου προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι. Ο ίδιος ο Ερντογάν είχε αποκαλέσει τον αλ Σίσι «πραξικοπηματία». Μετα που η Αίγυπτος συμπεριέλαβε την Μουσουλμανική Αδελφότητα στον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων και την απαγόρευσε,πολλές Μουσουλμανικές Αδελφότητες βρήκαν προστασία στην Τουρκία. Από την πλευρά της η αιγυπτιακή κυβέρνηση κατηγόρησε την Άγκυρα, ότι υποστηρίζει ισλαμιστικές οργανώσεις – ειδικά τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Οι σχέσεις τους παρέμειναν τεταμένες για χρόνια. Την άνοιξη του 2019, ο Ερντογάν δήλωσε μάλιστα ότι δεν είχε καμία πρόθεση να συμφιλιωθεί με τον αλ Σίσι. «Αρνούμαι να συναντηθώ με έναν αντιδημοκράτη που καταδίκασε τον Μόρσι και τους φίλους του σε φυλάκιση», είπε τότε ο Ερντογάν. Πιο πρόσφατα, ωστόσο, η Άγκυρα ζήτησε από τους αιγυπτιακούς τηλεοπτικούς σταθμούς που λειτουργούν στην Τουρκία και συνδέονται με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα ή άλλες ομάδες της αντιπολίτευσης, να μετριάσουν την κριτική τους στην αιγυπτιακή κυβέρνηση.

“Στην πραγματικότητα, οι δυνατότητες της αιγυπτιακής αντιπολίτευσης περιορίζονται όλο και περισσότερο”, λέει ο Κρίστιαν Μπράκελ, επικεφαλής του γραφείου του γερμανικού Ιδρύματος Heinrich Böll στην Τουρκία. «Στελέχη της αιγυπτιακής αντιπολίτευσης παίζουν τώρα με την ιδέα να εγκατασταθούν αλλού και δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι αυτή η τάση θα μπορούσε να ενταθεί», εικάζει ο Μπράκελ. Αλλά και στον εμφύλιο της Λιβύης οι δύο χώρες αντιμετώπισαν η μια την άλλη ως αντίπαλο σε πολιτικό και οικονομικό πεδίο. Ενώ η Αίγυπτος, – η οποία σημειωτέον διατηρεί επιτετραμμένο με το βαθμό του πρέσβη στην Τρίπολη, σε αντίθεση με την ακέφαλη ελληνική πρεσβεία, – στήριξε τον ισχυρό άνδρα της εξόριστης κυβέρνησης στο Τομπρούκ, τον στρατηγό Χαλιφά Χαφτάρ, για να αποτρέψει με τη βοήθειά του πιθανό σχηματισμό κυβέρνησης με τη συμμετοχή ισλαμιστών, η Τουρκία στάθηκε στο πλευρό του τότε πρωθυπουργού της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης, Φαγιέζ αλ Σαράι. Με αυτόν η Άγκυρα υπέγραψε το 2019 το αμφιλεγόμενο τουρκολιβυκό σύμφωνο για οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών των δύο χωρών, το οποίο και το Βερολίνο απέρριψε ως μη συνάδον προς το Δίκαιο της Θαλάσσης. Ούτε λίγο ούτε πολύ σύμφωνα με αυτό, η τουρκική κυριαρχία θα επεκτείνονταν μέχρι την Κρήτη όπου η Τουρκία υποπτεύεται ότι υπάρχουν σημαντικά κοιτάσματα φυσικού αερίου. Μέχρι στιγμής, η Αίγυπτος έχει σαφώς ταχθεί με το μέρος της Ελλάδας στη διαμάχη για τα αποθέματα φυσικού αερίου.

Το καλοκαίρι του 2020, οι δύο χώρες υπέγραψαν συμφωνία στην οποία καθόρισαν τις οικονομικές τους ζώνες στην ανατολική Μεσόγειο. Η τουρκική κυβέρνηση μάλιστα την είχε επικρίνει ως «πειρατική συμφωνία». Τώρα, ωστόσο, η Άγκυρα φαίνεται να στρέφεται όλο και περισσότερο στη συμφιλίωση και στην αναζήτηση νέων εταίρων. Αντίστοιχα σήματα στέλνει και προς την κατεύθυνση δύο από τους παραδοσιακούς εταίρους της Αιγύπτου, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, σημειώνει ο Μπράκελ. Επί χρόνια, οι τρεις αυτές χώρες ήταν εταίροι στον διεθνή στρατιωτικό συνασπισμό υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας κατά της εξέγερσης των Χούτι στην Υεμένη. Επιπλέον τα δύο κράτη του Κόλπου μοιράζονται τη στάση της αιγυπτιακής κυβέρνησης έναντι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, στην οποία βλέπουν μια ιδεολογική και πολιτική πρόκληση και επομένως μια απειλή για τη δική τους αυταρχική εξουσία.

 

Η Αίγυπτος προτιμά την Ελλάδα

 

Ο Μπάρκελ διακρίνει και μια άλλη σημαντική παράμετρο. Εξαιτίας του υψηλού πληθωρισμού, η τουρκική κυβέρνηση αισθάνεται υποχρεωμένη να αναπροσαρμόσει την πορεία της. «Από αυτές τις χώρες του Κόλπου μπαίνουν στην Τουρκία σημαντικές οικονομικές ενέσεις ενόψει της τουρκικής προεκλογικής περιόδου, θα ήταν λοιπόν εξαιρετικά πιθανό να έχουν θέσει Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα την επίλυση των τουρκο-αιγυπτιακών προβλημάτων ως προϋπόθεση». Την ίδια στιγμή, τα δύο κράτη του Κόλπου γνωρίζουν τη γεωστρατηγική σημασία της Τουρκίας, σύμφωνα με ανάλυση του διαδικτυακού περιοδικού Al Monitor και βλέπουν επίσης τις πολλές επενδυτικές ευκαιρίες που προσφέρει η τουρκική αγορά. Ο Ερντογάν έχει ήδη κάνει επίσκεψη στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα φέτος τον Φεβρουάριο και υπέγραψε αρκετές συμφωνίες συνεργασίας με τις δύο χώρες. Αυτό θα πρέπει επίσης να έχει ενθαρρύνει την Αίγυπτο στην επέκταση των εμπορικών σχέσεων με την Τουρκία. Σύμφωνα με μελέτη του Carnegie Middle East Center, ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών έχει πράγματι υπερδιπλασιαστεί τα τελευταία 15 χρόνια. Με αυτόν τον τρόπο και οι δύο χώρες προσπαθούν να αντισταθμίσουν τα προβλήματα εφοδιασμού από την Ασία, ιδιαίτερα την Κίνα που προκλήθηκαν από την πανδημία, αναφέρει η αγγλόφωνη έκδοση της τουρκικής καθημερινής εφημερίδας Al Sabah.

Αλλά και στην ανατολική Μεσόγειο, Αίγυπτος και Τουρκία στοχεύουν σε συνεννόηση. «Αυτό είναι το πιο σημαντικό ζήτημα για τις δύο χώρες», αναφέρει στην Al Sabah ο οικονομολόγος Αχμέτ Ζικραλά που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Al Azhar. «Συνολικά, ωστόσο, η κυβέρνηση του Καϊρου είναι πιθανό να έχει πολύ μικρότερο συμφέρον στην επαναπροσέγγιση με την Άγκυρα από ό,τι η ίδια η Άγκυρα για το Κάιρο” υποστηρίζει ο Μπράκελ. “Διότι το Κάιρο έχει ακόμα ένα σημαντικό λόγο να βασίζεται στην Ελλάδα παρά στην Τουρκία στην περιοχή της Μεσογείου. Η Ελλάδα είναι χώρα της ΕΕ. Η Ελλάδα προσφέρει στην Αίγυπτο πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά. Αυτό την καθιστά επίσης πολύ πιο ελκυστικό εταίρο από ό,τι θα μπορούσε ποτέ να γίνει η Τουρκία».

 

Πηγή: DW.com