Για «ανησυχητική αύξηση» του αριθμού του θανατικών ποινών που επιβλήθηκαν σε παγκόσμια κλίμακα το 2021, μετά τη χαλάρωση των περιορισμών που συνδέονταν με την πανδημία του νέου κορωνοϊού, κάνει λόγο η μη κυβερνητική οργάνωση Διεθνής Αμνηστία στον ετήσιο απολογισμό της που δίνει στη δημοσιότητα σήμερα, υπογραμμίζοντας τη σοβαρή επιδείνωση της κατάστασης στο Ιράν, στη Σαουδική Αραβία και στη Μιανμάρ.
Η οργάνωση υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με έδρα το Λονδίνο εξηγεί πως κατέγραψε 579 εκτελέσεις θανατοποινιτών σε 18 χώρες το 2021, αριθμό που αντιπροσωπεύει αύξηση σχεδόν 20% από τις 483 που καταμέτρησε το 2020.
Παρά την αύξηση, πάντως, τα τελευταία δύο χρόνια παραμένουν αυτά κατά τα οποία έγιναν οι λιγότερες εκτελέσεις διεθνώς από το 2010. Ωστόσο, η Αμνηστία διευκρινίζει πως ο απολογισμός δεν συμπεριλαμβάνει «τους χιλιάδες ανθρώπους που καταδικάζονται σε θάνατο και εκτελούνται στην Κίνα», στη Βόρεια Κορέα και στο Βιετνάμ, εξαιτίας του κρατικού απορρήτου, των περιορισμών στην πρόσβαση στα δεδομένα.
Χωρίς να λογαριάζονται οι συγκεκριμένες χώρες, πάνω από τις μισές εκτελέσεις που καταγράφηκαν στον κόσμο το 2021 έγιναν στο Ιράν: η Ισλαμική Δημοκρατία προχώρησε σε 314 την περασμένη χρονιά, τις περισσότερες από το 2017, σύμφωνα με τη ΜΚΟ.
Η αύξηση (+28% σε ετήσια βάση) στο Ιράν «εν μέρει οφείλεται (…) σε εκτελέσεις που συνδέονταν με υποθέσεις ναρκωτικών, κάτι που αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου», τονίζει η Διεθνής Αμνηστία.
Μετά τη μεγάλη μείωσή της το 2020 στη Σαουδική Αραβία (65 εκτελέσεις), η επιβολή της θανατικής ποινής πρακτικά διπλασιάστηκε το 2021 και θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο το 2022: τον Μάρτιο εκτελέστηκαν 81 άνθρωποι μέσα σε μια μέρα στο υπερσυντηρητικό σουνιτικό βασίλειο.
«Μετά τη μείωση (του αριθμού) των εκτελέσεων το 2020, το Ιράν και η Σαουδική Αραβία ενέτειναν ξανά την χρήση της θανατικής ποινής πέρυσι, προχωρώντας σε ξεδιάντροπη παραβίαση της διεθνούς νομοθεσίας ως προς τα ανθρώπινα δικαιώματα», στηλίτευσε στο δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησε η Διεθνής Αμνηστία η Γενική Γραμματέας της, η Ανιές Καλαμάρ.
2.000 θανατικές ποινές
Αφού οι περιορισμοί που οφείλονταν στην πανδημία του νέου κορωνοϊού και για ένα διάστημα καθυστέρησαν τις δικαστικές διαδικασίες καταργήθηκαν σε πολλές χώρες του κόσμου, δικαστές απήγγειλαν τουλάχιστον 2.052 θανατικές ποινές σε 56 χώρες –αριθμό αυξημένο κατά σχεδόν 40% σε σύγκριση με το 2020–, με τις πιο θεαματικές αυξήσεις στο Μπανγκλαντές (τουλάχιστον 181), στην Ινδία (144) και στο Πακιστάν (τουλάχιστον 129), υπογραμμίζει η ΜΚΟ.
Επιπλέον, η Διεθνής Αμνηστία αναφέρεται ειδικά στην περίπτωση της Μιανμάρ, όπου καταγράφηκε «τρομακτική αύξηση της χρήσης της θανατικής ποινής κατά τη διάρκεια του στρατιωτικού νόμου», μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα, με ποινικές υποθέσεις να εκδικάζονται πλέον σε στρατοδικεία.
«Σχεδόν 90 άνθρωποι καταδικάστηκαν σε θάνατο αυθαίρετα, πολλοί ερήμην, σε αυτή που γενικά εκλαμβάνεται ως εκστρατεία εναντίον αντιπολιτευόμενων και δημοσιογράφων», εξηγεί η οργάνωση.
Η Αμνηστία σημειώνει παράλληλα τη θετική εξέλιξη ότι πάνω από τα δύο τρίτα των χωρών του κόσμου έχουν καταργήσει τη θανατική ποινή, διά νόμου ή de facto, με τελευταίες το Καζακστάν και τη Σιέρα Λεόνε την περασμένη χρονιά.
Επίσης το 2021, η Βιρτζίνια έγινε η 23η πολιτεία των ΗΠΑ που την κατάργησε, απόφαση που προσλαμβάνει ακόμη πιο συμβολικό χαρακτήρα επειδή είναι αυτή που κατέχει το μαύρο ρεκόρ των περισσότερων εκτελέσεων στην ιστορία της χώρας και η είναι η πρώτη του αμερικανικού άλλοτε δουλοκτητικού Νότου (της πάλαι ποτέ Συνομοσπονδίας) που προχώρησε στο βήμα αυτό.
Ως προς τους δείκτες των εκτελέσεων, η Αμνηστία εκτιμά ότι η Κίνα, το Ιράν, η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και η Συρία είναι τα κράτη που καταγράφουν τους υψηλότερους.