Μπορεί η Τουρκία να έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια σε περιφερειακή δύναμη που διεκδικεί ηγεμονικό ρόλο, αλλά με τις κινήσεις του ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν την ωθεί σε απομόνωση, σημειώνει το Bloomberg.
H φιέστα που ετοιμάζει στην Αγία Σοφία για την επόμενη εβδομάδα ο Τούρκος πρόεδρος είναι συμβολική της προσπάθειάς του να αναδείξει τον ρόλο της χώρας του ως μουσουλμανικής δύναμης σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά σπάνια έδειχνε πιο μόνη η Τουρκία, αναφέρει στην ανάλυσή του το πρακτορείο.
«Από τις συρράξεις στη Συρία και τη Λιβύη μέχρι τις επιθέσεις κατά στόχων του PKK στο Ιράκ, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις επεμβαίνουν με εξοπλισμένα drones, μαχητικά αεροσκάφη και άρματα μάχης, ενώ τουρκικά πλοία πλέουν στη Μεσόγειο σε μια διεκδίκηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου από την Ελλάδα και την Κύπρο που είναι μέλη της ΕΕ. Μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες στην εξουσία ο Ερντογάν μετέτρεψε την Τουρκία σε περιφερειακή δύναμη με μεγαλύτερη διεθνή επιρροή απ’ ό,τι είχε από την ίδρυσή της ως κοσμικό κράτος με δυτικό προσανατολισμό το 1923 από τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ», αναφέρει το πρακτορείο, σημειώνοντας ωστόσο ότι η προσπάθεια του Ερντογάν να επεκτείνει την επιρροή της χώρας σε μια περιοχή που τελούσε επί αιώνες υπό οθωμανική κυριαρχία φέρνει την Τουρκία σε τροχιά σύγκρουσης με ισχυρές αραβικές χώρες και σε διαφωνία με τους παραδοσιακούς συμμάχους, αν και προς το παρόν ουδείς εμφανίζεται πρόθυμος ή ικανός να τον σταματήσει. «Η Τουρκία έχει το στρατηγικό πλεονέκτημα. Η ΕΕ μοιάζει με ξεδοντιασμένο λιοντάρι όσον αφορά την Τουρκία και ο Ερντογάν το έχει καταλάβει από καιρό», σχολιάζει ο Τίμοθι Ας της Bluebay Asset Management.
«Οι ΗΠΑ έχουν καταδικάσει ορισμένες πτυχές της εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν, αλλά απέφυγαν να αναλάβουν συγκεκριμένη δράση κατά ενός σημαντικού νατοϊκού συμμάχου. Για την ΕΕ, ο ρόλος της Τουρκίας ως ανάχωμα στις προσφυγικές ροές και στην είσοδο εξτρεμιστών στην Ευρώπη καθιστά πολύ ριψοκίνδυνη την επιβολή εμπορικών κυρώσεων για τις γεωτρήσεις για φυσικό αέριο στην Ανατολική Μεσόγειο. Σε κάθε περίπτωση οι εμπορικές κυρώσεις θα έβλαπταν και ευρωπαϊκές χώρες, και λίγες είναι πρόθυμες να αναλάβουν ένα τέτοιο κόστος καθώς η πανδημία του κορωνοϊού γονατίζει την παγκόσμια οικονομία», αναφέρει το πρακτορείο, εξηγώντας τους λόγους που η Δύση αποφεύγει να ορθώσει ανάστημα στον Ερντογάν.
Όπως αναφέρει το Bloomberg, η ανεξάρτητη πολιτική που ακολούθησε ως τώρα η Τουρκία έχει αποδώσει. Αψήφησε ΗΠΑ και ΝΑΤΟ με την αγορά των S-400 από τη Ρωσία, αλλά απέσπασε τη συναίνεση του Ντόναλντ Τραμπ για αποστολή στρατευμάτων σε συγκρούσεις που θα προτιμούσαν να αποφύγουν οι ΗΠΑ. «Η τουρκική παρέμβαση υπό την ευλογία των ΗΠΑ στη Λιβύη άλλαξε την πορεία σε έναν περίπλοκο πόλεμο δι’ αντιπροσώπων, νικώντας τις υποστηριζόμενες από τη Ρωσία δυνάμεις του στρατηγού Χαλίφα Χαφτάρ και σώζοντας μια κυβέρνηση που αναγνωρίζει ο ΟΗΕ. Η νίκη αυτή έφερε την Τουρκία πιο κοντά σε μια πιθανή αντιπαράθεση με την Αίγυπτο και τα ΗΑΕ, συμμάχους των ΗΠΑ, που υποστηρίζουν τον Χαφτάρ.
Στη Συρία, η Τουρκία συνεργάστηκε με τη Μόσχα για να αποτρέψει μια επίθεση της συριακής κυβέρνησης στο τελευταίο προπύργιο των ανταρτών, επίθεση που θα μπορούσε να προκαλέσει μια νέα προσφυγική κρίση. Όμως, η τουρκική επίθεση πέρυσι εναντίον των υποστηριζόμενων από τις ΗΠΑ Κούρδων της Συρίας, που πολέμησαν στην πρώτη γραμμή του πολέμου κατά του ISIS, προκάλεσε οργή στην Ευρώπη και στο αμερικανικό Κογκρέσο των ΗΠΑ, αν και έλαβε την έγκριση του Τραμπ.
Η συζήτηση για επιβολή κυρώσεων για τους S-400 και τις επιδρομές στη Συρία συνεχίζεται στο Κογκρέσο, όπου διαβρώνεται σταδιακά η βαθιά υποστήριξη και η συμπάθεια για την Τουρκία, όπως φάνηκε πέρυσι και με τη συμβολικά σημαντική ψήφο για την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων το 1915 παρά τις αντιρρήσεις της Άγκυρας και του Τραμπ. Η Τουρκία, ωστόσο, απέφυγε μέχρι τώρα μια σοβαρή τιμωρία, καθώς ο Ερντογάν βαδίζει σε τεντωμένο σχοινί αψηφώντας από τη μια τους φίλους, αλλά διασφαλίζοντας από την άλλη τη χρησιμότητα της Τουρκίας», αναφέρει στην ανάλυσή του το Bloomberg.
Ωστόσο, αν απέφυγε μέχρι τώρα τα χειρότερα η Τουρκία, αυτό δεν σημαίνει ότι η κατάσταση θα παραμείνει ως έχει. «Οι σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ είναι πολύ καλές σε ηγετικό επίπεδο, αλλά πολύ φτωχές σε θεσμικό», σημειώνει ο επικεφαλής του τμήματος για την Τουρκία της δεξαμενής σκέψης Chatham House του Λονδίνου, Φαντί Χακούρα. «Ο Ερντογάν τζογάρει με τον Τραμπ και μέχρι στιγμής αυτό έχει αποδώσει, αλλά δεν μπορείς να ασκήσεις με αυτόν τον τρόπο εξωτερική πολιτική γιατί η τύχη μπορεί να στραφεί εναντίον σου. Όλα μπορούν να αλλάξουν αν κερδίσει ο Τζο Μπάιντεν τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ τον Νοέμβριο».
Όπως επισημαίνει το Bloomberg, η Τουρκία δείχνει ήδη απομονωμένη καθώς ξεμένει από φίλους στη Μέση Ανατολή και έχει απέναντί της ισχυρές αραβικές χώρες όπως η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που κατηγορούν την Άγκυρα ότι επιδιώκει να υπονομεύσει την πολιτική σταθερότητα και να παρεμβαίνει στις αραβικές υποθέσεις υποστηρίζοντας αντιπολιτευόμενες ισλαμιστικές ομάδες, όπως η Μουσουλμανική Αδελφότητα. Κι αν δεν αλλάξει ρότα ο Ερντογάν, δύσκολα οι χώρες αυτές θα επιτρέψουν στην Τουρκία να αναλάβει κυρίαρχο ρόλο στη Λιβύη. «Ο Ερντογάν κατέγραψε μια σειρά από τακτικές νίκες, αλλά ήταν απρόθυμος ή αδυνατούσε να τις μετατρέψει σε στρατηγικά οφέλη, αφού αυτό απαιτεί ισχυρή διπλωματία πέρα από στρατιωτικές επεμβάσεις», εξηγεί ο αναλυτής του Chatham House.
Αναφορικά με την Ευρώπη, η Άγκυρα είναι ταυτόχρονα πολύτιμος εταίρος και πρόβλημα. ΕΕ, Ελλάδα, Αίγυπτος και Ισραήλ καταδίκασαν τα σχέδιά της για γεωτρήσεις ανοιχτά της Κύπρου, αλλά με τη μακρά της ακτογραμμή η Τουρκία διεκδικεί θέση στο τραπέζι, ενώ με τα 3,6 εκατ. Σύρων προσφύγων που φιλοξενεί αναγκάζει τους Ευρωπαίους αξιωματούχους να τη χαϊδεύουν.
Ο Τούρκος ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου παραπονέθηκε προ ημερών ότι η Τουρκία με τη στρατιωτική της δράση στη Λιβύη και τη Συρία προστατεύει και την Ευρώπη, αλλά δέχεται πυρά από τη Γαλλία και άλλες χώρες, ενώ παραβλέπονται τα συμφέροντά της στη Μεσόγειο. Η ΕΕ καταδίκασε, όπως αναμενόταν, την απόφαση για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί και απείλησε να επεκτείνει τη μαύρη λίστα, που μέχρι τώρα είχε στο στόχαστρο δύο Τούρκους για τα γεωτρητικά σχέδια της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο. Αλλά, όπως και το ΝΑΤΟ, έδειξε πρόθυμη για αποκλιμάκωση των εντάσεων με μια χώρα που παραμένει σημαντική για την ασφάλεια της Ευρώπης.
Η ανάλυση καταλήγει με τις δηλώσεις του Νιχάτ Αλί Οζτσάν του Economic Policy Research Foundation in Ankara, σύμφωνα με τον οποίο «ο Ερντογάν φιλοδοξεί να διεκδικήσει την παγκόσμια ηγεσία των σουνιτών μουσουλμάνων και να ανατρέψει την απώλεια περιφερειακής επιρροής που ασκούσε κάποτε η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Κερδίζει την υποστήριξη ορισμένων εθνικιστών και πιστών μουσουλμάνων στην Τουρκία και κάποιες γωνιές της Μέσης Ανατολής, αλλά αυξάνει τον κίνδυνο να σχηματιστεί ένας συνασπισμός δυτικών χωρών, πέραν εκείνων στον αραβικό κόσμο, που ενοχλούνται από την αυξανόμενα διεκδικητική εξωτερική πολιτική της Τουρκίας».