Τι αναφέρεται στο άρθρο του Bloomberg.
Τη στρατηγική της επίδειξης δύναμης και της πολεμοχαρούς ρητορικής του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που εγκατέλειψε το δόγμα των «μηδενικών προβλημάτων» με τα όμορα κράτη κι οδήγησε την Τουρκία σε τροχιά σύγκρουσης με τις περισσότερες χώρες της ευρύτερης περιοχής, επιχειρεί να αναλύσει το Bloomberg.
Όπως σημειώνει σε άρθρο γνώμης το πρακτορείο, η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας μπορεί να περιγραφεί ως «μόνο προβλήματα», αφού αντιπαρατίθεται στα περισσότερα κράτη με τα οποία συνορεύει διά ξηράς ή βρέχονται από την Ανατολική Μεσόγειο: από την Ελλάδα, την Κύπρο, τη Συρία, το Ισραήλ, το Ιράκ, την Αρμενία και την Αίγυπτο μέχρι τη Γαλλία, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. «Σε μια περίοδο που οι μεγάλες δυνάμεις δείχνουν ότι δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε τίποτε, φαίνεται ότι σχεδόν ομονοούν ότι ο Ερντογάν είναι ταραχοποιός».
Ακόμη κι αυτοί που εμφανίζονταν διστακτικοί ως τώρα, εξαπολύουν πλέον βέλη εναντίον του, όπως η Ουάσιγκτον, που κάλεσε διά του Στέιτ Ντιπάρτμεντ την Τουρκία να σταματήσει τις προκλήσεις με το «Oruc Reis» με μια ασυνήθιστη για την κυβέρνηση Τραμπ γλώσσα, δεδομένης της σχέσης του με τον Τούρκο πρόεδρο. Ενώ και ο έτερος «καλός του φίλος», ο Βλαντίμιρ Πούτιν, κατηγορεί την Τουρκία ότι ρίχνει «λάδι στη φωτιά» της διαμάχης Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν για το Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Η κριτική του Εμανουέλ Μακρόν κατά της παρέμβασης της Τουρκίας στη Λιβύη είναι μεν αναμενόμενη, αλλά στη λίστα των παραπόνων του Γάλλου προέδρου ήρθε να προστεθεί και η συμπεριφορά του Ερντογάν στην Ανατολική Μεσόγειο και τον Καύκασο, κι η Άνγκελα Μέρκελ, που προσπαθεί να αντιπαρέλθει τις εκκλήσεις άλλων ευρωπαϊκών χωρών για κυρώσεις στην Τουρκία, βρίσκεται σε δυσχερή θέση μετά την επανέναρξη των ερευνών από τουρκικά πλοία σε διαφιλονικούμενα ύδατα.
Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, η Τουρκία δέχθηκε σκληρή κριτική κι από άλλες, όπως η Ινδία, που ενοχλήθηκε με τα σχόλια του Ερντογάν στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ για το Κασμίρ.
Τα «πώς» και τα «γιατί» της νέας εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν
Έχουν γραφεί πολλά για το πώς άλλαξε η εξωτερική πολιτική του Ερντογάν, αφού τα περισσότερα πεδία σύγκρουσης στα οποία εμπλέκεται η Τουρκία, τα επέλεξε ο ίδιος, καθώς θα μπορούσε κάλλιστα να μην εμπλέξει τη χώρα του στον λιβυκό εμφύλιο πόλεμο ή στην κρίση του Ναγκόρνο-Καραμπάχ.
Αλλά το «γιατί» επέλεξε αυτή την πορεία ο Ερντογάν είναι δυσκολότερο να εξηγηθεί, λέει το άρθρο γνώμης. Κάποιοι μιλούν για νεοοθωμανισμό, για τουρκικό εθνικισμό και ισλαμισμό, άλλοι κάνουν λόγο για γεωπολιτικούς λόγους, καθώς η Τουρκία διεκδικεί χώρο σ’ έναν αναδυόμενο πολυπολικό κόσμο, όπου θεωρεί εαυτήν μεγάλη δύναμη μεσαίου μεγέθους, με αρκετή στρατιωτική, οικονομική και πολιτισμική ισχύ για να το πιστοποιήσει. Υπ’ αυτό το πρίσμα, η επιθετική εξωτερική της πολιτική συνιστά διεκδίκηση «δικαιωμάτων». Υπάρχουν όμως κι εκείνοι που μιλούν για άλλα, στενά οικονομικά ελατήρια, από την αναζήτηση υδρογονανθράκων μέχρι νέων αγορών. Και, τέλος, είναι κι εκείνοι που εξηγούν τις κινήσεις Ερντογάν ως προσπάθεια αποπροσανατολισμού της τουρκικής κοινής γνώμης λόγω της πίεσης που δέχεται στο εσωτερικό μέτωπο με την πτώση της δημοτικότητάς του, καθώς κατρακυλά η οικονομία.
Όλες αυτές οι εξηγήσεις περιέχουν δόσεις αλήθειας, «αλλά αν αναζητούμε μια συγκεντρωτική θεωρία για την εξωτερική πολιτική του Ερντογάν είναι ότι ο Τούρκος πρόεδρος κάνει ό,τι κάνει επειδή τη γλιτώνει», διαπιστώνει το Bloomberg.
«Είτε πρόκειται για την εσωτερική πολιτική ή το περιφερειακό εμπόριο, δεν έχει πληρώσει σημαντικό τίμημα για τον τυχοδιωκτισμό του. Το κόστος σε αίμα Τούρκων στρατιωτών ήταν αξιοσημείωτα χαμηλό, σε μεγάλο βαθμό επειδή στα πεδία των μαχών πολεμούν ξένοι μισθοφόροι, που στρατολογήθηκαν στα μέτωπα της Συρίας. Κι αν υπάρχει τουρκική παρουσία στα μέτωπα της Λιβύης ή του Καυκάσου, είναι από αέρος μάλλον, μέσω των drones, παρά στο έδαφος».
Το δημοσίευμα σημειώνει ότι ο Ερντογάν μπορεί να υποστηρίξει ότι το κόστος για τον κρατικό κορβανά θα ισοφαριστεί από τα οικονομικά οφέλη, π.χ. στη Λιβύη, όπου η Τουρκία ελπίζει να διασώσει συμβόλαια αξίας 18 δισ. δολαρίων για τις κατασκευαστικές εταιρείες της, ή προσβλέπει σε νέες ευκαιρίες στην εκμετάλλευση κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Στην Ανατολική Μεσόγειο, πέρα από την επίδειξη ναυτικής ισχύος, αποσκοπεί και στο να εγείρει τις τουρκικές διεκδικήσεις σε τεράστια κοιτάσματα υδρογονανθράκων, ενώ στο Αζερμπαϊτζάν αποβλέπει στην ενίσχυση των διμερών οικονομικών δεσμών με την πώληση τουρκικής κατασκευής οπλικών συστημάτων.
Από εμπορικής άποψης, τα κέρδη από τις κινήσεις αυτές του Ερντογάν ίσως είναι πολύ μεγαλύτερα από τις τυχόν απώλειες λόγω της διατάραξης των σχέσεων με την Ελλάδα, την Αρμενία και την Αίγυπτο, που δεν συγκαταλέγονται στους μείζονες εμπορικούς εταίρους της Τουρκίας.
Οι μεγάλες δυνάμεις είναι απρόθυμες να χρησιμοποιήσουν τους οικονομικούς μοχλούς πίεσης στην Τουρκία
«Από την άλλη πλευρά, οι ανταγωνίστριες μεγάλες δυνάμεις διαθέτουν τεράστιους μοχλούς οικονομικής πίεσης, αλλά είναι απρόθυμες -μέχρι στιγμής- να τους χρησιμοποιήσουν.
Στην ΕΕ, που είναι μακράν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας, οι διπλωμάτες κάνουν λόγο για πολιτική καρότου και μαστιγίου έναντι της Άγκυρας, αλλά αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι η τακτική αυτή δεν αποδίδει και το πρόβλημα είναι ότι είναι απρόθυμοι να επισείσουν το μαστίγιο», διαπιστώνει ο αρθρογράφος του Βloomberg, σημειώνοντας ότι η απροθυμία αυτή εν μέρει μόνον εξηγείται από την απειλή του Ερντογάν να ανοίξει τις δυτικές πύλες της χώρας του στους πρόσφυγες, καθώς οι κανόνες της ΕΕ για την επιβολή κυρώσεων είναι πολύ «δυσκίνητοι» για να τους χρησιμοποιήσουν ως όπλο οι «27».
Τέτοιο πρόβλημα δεν αντιμετωπίζει η αμερικανική κυβέρνηση, αλλά ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν πολύ επιφυλακτικός ως προς την επιβολή κυρώσεων κατά της Τουρκίας, και, όποτε το έκανε, γρήγορα προχώρησε στην άρση τους. Η μόνη κίνηση της Ουάσιγκτον που πόνεσε την Άγκυρα ήταν η αποπομπή της από τη συμπαραγωγή των F-35, αλλά και πάλι ο Ερντογάν προχώρησε στην αγορά των ρωσικών S-400, με τον Τραμπ να αψηφά τις εκκλήσεις του Κογκρέσου για σκληρά αντίποινα. Και χωρίς την πλήρη στήριξη των ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ δεν αναμένεται να αποπέμψει τον προβληματικό εταίρο από τη Συμμαχία.
Κι έτσι, σημειώνει το Bloomberg, «η μόνη άλλη δύναμη που θα μπορούσε να αντιταχθεί στην τουρκική επιθετικότητα είναι η Ρωσία. Ο πόλεμος Αζερμπαϊτζάν-Αρμενίας είναι το δεύτερο, μετά τη Λιβύη, πεδίο όπου ο Ερντογάν στέκεται στον δρόμο του Πούτιν.
Ο Ρώσος ηγέτης έχει ανεχθεί τη θρασύτητα του Ερντογάν κυνηγώντας τους μεγαλύτερους στόχους της Μόσχας, δηλαδή την υπονόμευση του ΝΑΤΟ και την απομάκρυνση της Τουρκίας από την αγκαλιά της Δύσης. Από την πλευρά του, ο Τούρκος πρόεδρος προσέχει να μη στρέψει την αιχμηρή του γλώσσα κατά της Ρωσίας (…) Η τελευταία φορά που οι δύο ηγέτες συγκρούστηκαν -το φθινόπωρο του 2016, όταν η Τουρκία κατέρριψε ρωσικό μαχητικό κοντά στα σύνορα με τη Συρία-, ο Πούτιν, χρησιμοποιώντας ρητορική αλά Ερντογάν, μίλησε για ”πισώπλατη μαχαιριά” και ανακοίνωσε οικονομικά αντίμετρα, με τον Ερντογάν να κάνει πίσω και μάλιστα με έγγραφη συγγνώμη».
Ο Ερντογάν εκλαμβάνει ως «πράσινο φως» την απουσία «κόκκινων γραμμών»
Δεδομένης της απουσίας απειλής κυρώσεων από τη Μόσχα, ο Ερντογάν το εκλαμβάνει ως «πράσινο φως» για να συνεχίσει την ατζέντα του στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας, τονίζει το Bloomberg, κάτι που κάνει τόσο στον Καύκασο όσο και αλλού, εκμεταλλευόμενος τις ευκαιρίες που του παρουσιάζονται.
Ο τυχοδιωκτισμός του δεν εξηγείται με κάποιο κατανοητό δόγμα, αφού η εξωτερική του πολιτική είναι συγκερασμός διαφόρων πραγμάτων από διάφορες απόψεις: «είναι νεο-οθωμανική, στον βαθμό που πολλά μέρη που τράβηξαν την προσοχή του αποτελούσαν μέρος της παλιάς αυτοκρατορίας», αλλά από την άλλη η Τουρκία έχει απλώσει το μακρύ της χέρι και σε άλλες περιοχές.
«Επίσης υπερκτιμώνται συχνά τα θρησκευτικά κίνητρα του τυχοδιωκτισμού του Ερντογάν: είναι μεν πιστός μουσουλμάνος που διανθίζει τη ρητορική του με ρητά από θρησκευτικά κείμενα και εκφράσεις αλληλεγγύης προς μουσουλμάνους σε ξένες χώρες (…) αλλά αν το δει κανείς από πιο κοντά, η πίστη είναι μάλλον εργαλείο για την εξωτερική πολιτική του, αφού και εδώ ο καιροσκοπισμός συνιστά καλύτερη εξήγηση από το δόγμα. (…) Όσο για τον εθνικισμό, ίσως να εξηγεί τους αρχαίους δεσμούς μεταξύ των σύγχρονων Τούρκων και των Αζέρων, αλλά είναι πολύ ισχυρότερο επιχείρημα η ενωτική ισχύς των αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου που συνδέουν το Αζερμπαϊτζάν με την Τουρκία.
Οι υδρογονάνθρακες είναι εξίσου ισχυροί όσοι οι δεσμοί αίματος και συνδέουν περισσότερο τις τελείες που σχηματίζουν το περίγραμμα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής απ’ ό,τι οι περισσότερες άλλες θεωρίες. Γενικά, το θέμα της οικονομίας προσφέρει μια συνεπέστερη εξήγηση (…), αλλά δεν εξηγεί τα πάντα.
Κι έτσι απομένει το επιχείρημα της εσωτερικής πολιτικής, ότι ο Ερντογάν χρησιμοποιεί τη διεκδίκηση της ”θέσης που αρμόζει στην Τουρκία στην παγκόσμια τάξη” για να συσπειρώσει τη βάση των οπαδών απέναντι στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η οικονομία της χώρας», σημειώνει το Bloomberg. Kαι καταλήγει: «Αν είναι όντως αυτό το υποβόσκον κίνητρο της επιθετικής πολιτικής του Ερντογάν στο εξωτερικό, τότε να προετοιμαζόμαστε και για άλλα, καθώς επιδεινώνεται η κατάσταση της πληττόμενης από τον κορωνοϊό τουρκικής οικονομίας. Όσο ο Τούρκος πρόεδρος έχει την ευκαιρία να δημιουργεί προβλήματα ατιμωρητί, δεν πρόκειται να σταματήσει».