Κλίμα φανερής οργής επικράτησε στη Γαλλία μετά την ανακοίνωση του συμφώνου αμυντικής συνεργασίας AUKUS ανάμεσα σε ΗΠΑ, Βρετανία και Αυστραλία, με ορισμένους αναλυτές να εκτιμούν ότι πρόκειται για μια από τις σημαντικότερες συμφωνίες από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το γεγονός ότι το Παρίσι μένει εκτός «διπλωματικού παιχνιδιού» και δεν αποτελεί μια από τις χώρες με τις οποίες οι ΗΠΑ θα μοιραστούν την εξιδεικευμένη τεχνολογία για τα πυρηνοκίνητα υποβρύχια, οδήγησε στη χάραξη πολιτικής αντιποίνων.
Από τη στιγμή που η Γαλλία χάνει, επίσης, πάνω από 50 δισ., λόγω συμμετοχής της Αυστραλίας στη συμμαχία, στην οποία θα παρέδιδε υποβρύχια, αποφάσισε να ακυρώσει γκαλά στην πρεσβεία της στην Ουάσινγκτον.
Η εκδήλωση, που ήταν προγραμματισμένο να διεξαχθεί την Παρασκευή το απόγευμα στη γαλλική πρεσβεία και σε γαλλική φρεγάτα στη Βαλτιμόρη, σηματοδοτούσε την 240η επέτειο από τη «Μάχη του Τσέζαπικ».
Ο κορυφαίος αξιωματούχος του ναυτικού της Γαλλίας, που ταξίδεψε στην Ουάσινγκτον για τους εορτασμούς που γίνονται για τη συμβολή του Παρισιού στη μάχη των ΗΠΑ για ανεξαρτησία, το 1781, θα επιστρέψει στο Παρίσι.
Η κίνηση συνιστά σαφώς ενέργεια αντίδρασης και διαμαρτυρίας από τη μεριά της Γαλλίας. Με τη φράση «μαχαιριά στην πλάτη» εκφράστηκε για τη συμμαχία ο Γάλλος ΥΠΕΞ, Ζαν Ιβ Λεντριάν, ο οποίος μάλιστα είπε «αυτά δεν συμβαίνουν μεταξύ συμμάχων».
Οι ΗΠΑ επιχείρησαν να καταλαγιάσουν τις αντιδράσεις και να αμβλύνουν το κλίμα αντιπαράθεσης, με το υπουργείο Εξωτερικών της χώρας να χαρακτηρίζει τη Γαλλία σημαντικό αμυντικό εταίρο. Ο Λευκός Οίκος έσπευσε, ακόμη, να αποσαφανίσει ότι η Γαλλία είχε ενημερωθεί, κάτι όμως που το Παρίσι διέψευσε. Αμήχανη, πάντως, φαίνεται να παρακολουθεί τις εξελίξεις η Ευρώπη.
Ρωγμή στις σχέσεις Παρισιού και Ουάσινγκτον είχε διαφανεί και την περίοδο του 2003 για τον πόλεμο στο Ιράκ.
Οι δηλώσεις Μπλίνκεν για τη Γαλλία
Η Γαλλία είναι «ζωτικός σύμμαχος» των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή του Ινδοειρηνικού, διαβεβαίωσε ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Άντονι Μπλίνκεν.
Ο Μπλίνκεν παραχώρησε συνέντευξη Τύπου μετά τη συνάντηση που είχε στην Ουάσινγκτον με τους υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας της Αυστραλίας. Τόνισε ότι οι ΗΠΑ θέλουν να παίξουν οι ευρωπαϊκές χώρες σημαντικό ρόλο στην περιοχή του Ινδοειρηνικού, χαρακτηρίζοντας ειδικά τη Γαλλία «εταίρο ζωτικής συμμαχίας».
«Αυτή η συμμαχία με την Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο καταδεικνύει ότι θέλουμε να εργαστούμε με τους εταίρους μας, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης, για να διασφαλίσουμε μια ελεύθερη και ανοιχτή ζώνη» στον Ινδικό και τον Ειρηνικό, ανέφερε.
«Χαιρετίζουμε τις ευρωπαϊκές χώρες που παίζουν σημαντικό ρόλο στη ζώνη του Ινδοειρηνικού και θέλουμε να συνεχίσουμε τη στενή συνεργασία με το ΝΑΤΟ, με την Ευρωπαϊκή Ένωση και με άλλους με αυτόν τον σκοπό», επέμεινε ο Αμερικανός υπουργός.
Η νέα συμμαχία, η αποκαλούμενη AUKUS, έχει σαφώς στόχο να αντικρούσει τις εντεινόμενες φιλοδοξίες της Κίνας στην περιοχή.
Ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Λόιντ Όστιν κατήγγειλε για άλλη μία φορά «τις αποσταθεροποιητικές δραστηριότητες της Κίνας και τις προσπάθειες του Πεκίνου να ασκήσει πιέσεις σε άλλες χώρες και να τις εκφοβίσει».
Από την πλευρά της, η υπουργός Εξωτερικών της Αυστραλίας Μαρίζ Πέιν, εκτίμησε ότι «η ηγεσία των ΗΠΑ στον Ινδοειρηνικό» παραμένει «αναντικατάστατη».
Ο Αυστραλός υπουργός Άμυνας Πίτερ Ντάτον είπε ότι συμφωνήθηκε με τις ΗΠΑ να εντείνουν οι δύο χώρες τη συνεργασία τους, μέσω της εναλλασσόμενης ανάπτυξης κάθε είδους αμερικανικών στρατιωτικών αεεροσκαφών στην Αυστραλία.
Σχολιάζοντας την απόφαση της Καμπέρας να σπάσει τη σύμβαση για την προμήθεια γαλλικών, συμβατικών υποβρυχίων και να τα αντικαταστήσει με πυρηνοκίνητα αμερικανικά, ο Ντάτον είπε ότι η κυβέρνηση αποφάσισε με γνώμονα το συμφέρον της εθνικής ασφάλεις. Πρόσθεσε ότι η επιλογή να αποκτήσει η Αυστραλία γαλλικά πυρηνοκίνητα δεν ήταν ανώτερη από την αγγλοαμερικανική πρόταση.
Ρωσία: Η Μόσχα θα μελετήσει το σύμφωνο AUKUS
Η Μόσχα με αφορμή την ευρεία σύμπραξη ασφαλείας ΗΠΑ, Βρετανίας και Αυστραλίας, την οποία ανακοίνωσε χθες η Ουάσιγκτον, δήλωσε σήμερα ότι η Ρωσία προς το παρόν δεν έχει διαμορφώσει τη στάση της έναντι της τριμερούς αυτής συνεργασίας που πήρε την ονομασία AUKUS, αλλά μελετάει προσεκτικά όλες τις λεπτομέρειες. Παράλληλα υπενθύμισε στο Παρίσι, το οποίο δεν έκρυψε την οργή του για την ακύρωση εκ μέρους της Αυστραλίας της συμφωνίας με την Γαλλία για την κατασκευή 12 συμβατικών υποβρυχίων, την ακύρωση της συμφωνίας που είχε υπογράψει με την Μόσχα το 2015 για την κατασκευή δύο ελικοπτεροφόρων τύπου Mistral.
«Κατ’ αρχήν πρέπει να κατανοήσουμε τις λεπτομέρειες αυτής της συμμαχίας. Αναμφισβήτητα μελετάμε προσεκτικά τις πληροφορίες», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Ρώσου προέδρου Ντμίτρι Πεσκόφ, προσθέτοντας ότι «για να διαμορφώσουμε την θέση μας, πρέπει να καταλάβουμε τους στόχους, τις δεσμεύσεις, τα μέσα. Κατ’ αρχήν πρέπει να απαντήσουμε σ’ αυτά τα ερωτήματα. Προς το παρόν οι πληροφορίες είναι ελάχιστες».
Από την πλευρά της η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα, δήλωσε ότι εξεπλάγην με την αντίδραση του Γάλλου υπουργού Εξωτερικών Ζαν Ιβ Λε Ντριάν με αφορμή την απόφαση της Αυστραλίας να ακυρώσει την συμφωνία με το Παρίσι για την κατασκευή υποβρυχίων, υπενθυμίζοντας την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί όταν η Γαλλία ακύρωσε τη συμφωνία με την Ρωσία για την παράδοση δύο ελικοπτεροφόρων τύπου Mistral.
«Πόθεν η οργή και η λύπη; Η διακοπή συμβολαίων για την Γαλλία, είναι μάλλον μια συνήθης υπόθεση. Το 2015 το Παρίσι ακύρωσε τη συμφωνία με τη Ρωσία για τα δύο ελικοπτεροφόρα Mistral. Ή μήπως είναι κακά εκείνα τα μαχαίρια, όταν τα νοιώθεις στην πλάτη σου», έγραψε στο κανάλι της στο Telegram, η Ζαχάροβα.
H Ρωσία και η Γαλλία είχαν υπογράψει συμφωνία για την κατασκευή των δύο ελικοπτεροφόρων Mistral, τον Ιούνιο του 2011. Το πρώτο η Γαλλία έπρεπε να το παραδώσει τον Νοέμβριο του 2014, ωστόσο εξαιτίας των γεγονότων στην Ουκρανία και της επιβολής κυρώσεων κατά της Ρωσίας, ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ αποφάσισε την ακύρωση της συμφωνίας. Το καλοκαίρι του 2015 η συμφωνία ακυρώθηκε. Το Παρίσι κατέβαλε στην Μόσχα το πόσο των 949,7 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ τα ελικοπτεροφόρα στη συνεχεία πωλήθηκαν στην Αίγυπτο.
Στην «αντεπίθεση» η Κίνα: Κατέθεσε αίτημα ένταξης στην εμπορική συμφωνία στον Ειρηνικό που απέρριψε ο Τραμπ
Την έντονη αντίδρασή της φανερώνει Κίνα όσον αφορά στη συμμαχία της AUKUS. Το Πεκίνο δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια καθώς γνωστοποίησε την αίτηση ένταξης στην εμπορική συμφωνία CPTPP, έργο των ΗΠΑ στον Ειρηνικό Ωκεανό, που πέταξε στο καλάθι των αχρήστων πριν από τέσσερα χρόνια ο Ντόναλντ Τραμπ.
Το Πεκίνο κατέθεσε επίσημο αίτημα ώστε να ενταχθεί στη Συνολική και Προοδευτική Συμφωνία για την Εταιρική Σχέση στον Ειρηνικό Ωκεανό (CPTTP), μια προσπάθεια που ξεκίνησε ως μοχλός των ΗΠΑ προκειμένου να εδραιώσουν την εμπορική και οικονομικοπολιτική τους επιρροή στην περιοχή.
Το Πεκίνο ζητεί να γίνει μέλος της CPTPP
Η Κίνα κατέθεσε επίσημη επιστολή ένταξης προς τη Νέα Ζηλανδία, σύμφωνα με ανακοίνωση του Πεκίνου, την Πέμπτη. Ο υπουργός Εμπορίου Γουάνγκ Γουντάο είχε τηλεφωνική επικοινωνία, έπειτα από το επίσημο αίτημα, με τον Νεοζηλανδό ομόλογό του, Ντάμιεν Ο’Κόνορ, καθώς η Νέα Ζηλανδία αποτελεί θεματοφύλακα της συμφωνίας.
Σύμφωνα με το Bloomberg, σκοπός της συμφωνίας το 2016, που έφερε αρχικά το όνομα TTP, ήταν να τεθεί μια οικονομική τροχοπέδη στην ολοένα και αυξανόμενη ισχύ της Κίνας, με τον τότε Αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα να δηλώνει πως θα είναι οι ΗΠΑ και όχι η Κίνα που θα θέσουν τους κανόνες εμπορίου στην περιοχή.
Το ναυάγιο της συμφωνίας με πρωτοβουλία Τραμπ
Έναν μόλις χρόνο αργότερα, ο διάδοχός του στο Οβάλ Γραφείο, Ντόναλντ Τραμπ, απέσυρε τη χώρα από τη συμφωνία, η οποία παρ’ όλα αυτά τέθηκε σε ισχύ με πρωτοβουλία της Ιαπωνίας, που την αναθεώρησε και την «αναβάπτισε» σε CPTPP το 2018.
Η επίσημη αίτηση είναι αποτέλεσμα συζητήσεων πίσω από κλειστές πόρτες, που διήρκεσαν μήνες, αφότου ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, εκδήλωσε το ενδιαφέρον της χώρας του να ενταχθεί στη συμφωνία.
Η συμφωνία υπεγράφη αρχικά από 11 χώρες, περιλαμβανομένης της Αυστραλίας, του Καναδά, της Χιλής, της Ιαπωνίας και της Νέας Ζηλανδίας.
Για την ακρίβεια, μέλη της εμπορικής συμφωνίας ήταν αρχικά η Αυστραλία, το Μπρουνέι, ο Καναδάς, η Χιλή, η Ιαπωνία, η Μαλαισία, το Μεξικό, η Νέα Ζηλανδία, το Περού, η Σιγκαπούρη και το Βιετνάμ.
Ώθηση στα οικονομικά σχέδια της Κίνας
Η ένταξη της Κίνας στη συμφωνία αναμένεται, σύμφωνα με το Reuters, να δώσει μια ακόμη ώθηση στις οικονομικές επιδιώξεις του Πεκίνου.
Εκείνο που έχει ενδιαφέρον είναι το γεγονός πως μέσω της ένταξης της Κίνας στην εμπορική αυτή συμφωνία τίθενται οι βάσεις για πιο στενή συνεργασία ανάμεσα στο Πεκίνο και την Καμπέρα.
Θυμίζουμε πως η τελευταία είναι ένας από τους τρεις εταίρους του AUKUS που ανακοινώθηκε τα ξημερώματα της Πέμπτης από τους Μπάιντεν, Τζόνσον και Μόρισον. Επιπλέον, η Αυστραλία έχει επικρίνει πολύ έντονα την Κίνα για το θέμα της πανδημίας, εγείροντας ερωτήματα για την προέλευση του κορωνοϊού.
Η δεύτερη μεγάλη διακρατική συμφωνία σε έναν χρόνο
Πριν από έναν χρόνο, η Κίνα συνυπέγραψε συνεργασία με 14 ακόμη χώρες, την Περιφερειακή Οικονομική Συνεργασία Κατανόησης (RCEP) για ελεύθερο εμπόριο στη νοτιοανατολική Ασία. Αυτή η δεύτερη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου αποτελούσε την απάντηση στην TPP, την οποία προωθούσαν οι ΗΠΑ και από την οποία αποσύρθηκαν στη συνέχεια.
Η RCEP περιλαμβάνει τα 10 κράτη-μέλη της Ένωσης Κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN), την Κίνα, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία. Στόχος είναι να μειώσει σταδιακά τους δασμούς σε πολλές περιοχές.
Αναφορικά με την RCEP, η υπογραφή της αποτελούσε το μεγαλύτερο εμπορικό μπλοκ χωρών στον κόσμο, μια οικονομική ζώνη που καλύπτει σχεδόν το ένα τρίτο της παγκόσμιας οικονομίας.
Μπορεί η RCEP να μην περιλαμβάνει περικοπές σε δασμούς στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των μελών της, ωστόσο θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική εξαιτίας του μεγέθους της αγοράς που δημιουργεί.
Η περσινή συμφωνία ήταν η πρώτη στην οποία συμμετείχε η Κίνα, πέραν των διμερών εμπορικών συμφωνιών που συνάπτει με ηγεσίες χωρών ανά τον κόσμο. Με αυτό τον τρόπο, η Κίνα φαίνεται να αποκτά ενεργό ρόλο και στις δύο μεγάλες συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου στην Ασία και την Ωκεανία.
Η σημερινή αίτηση για ένταξη στην CPTPP επεκτείνει την εμπορική της επιρροή σε μια τεράστια οικονομική ζώνη σε όλο τον πλανήτη και μοιάζει με μια απάντηση, σε εμπορικό τουλάχιστον επίπεδο, στην κοινή στάση ΗΠΑ, Βρετανίας και Αυστραλίας μέσω της AUKUS.