Απορρίφθηκε η αίτηση αποφυλάκισης του Άντερς Μπρέιβικ 10 χρόνια μετά το μακελειό στη Νορβηγία

Ο Μπρέιβικ, αντιμουσουλμάνος νεοναζί, σκότωσε 77 ανθρώπους στη χειρότερη θηριωδία εν καιρώ ειρήνης της Νορβηγίας τον Ιούλιο του 2011

Νορβηγικό δικαστήριο απέρριψε την αίτηση αποφυλάκισης του Άντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ, τονίζοντας ότι πρέπει να παραμείνει στη φυλακή.

Ο Μπρέιβικ, αντιμουσουλμάνος νεοναζί, σκότωσε 77 ανθρώπους στη χειρότερη θηριωδία εν καιρώ ειρήνης της Νορβηγίας τον Ιούλιο του 2011. Σκότωσε οκτώ ανθρώπους με παγιδευμένο αυτοκίνητο στο Όσλο και στη συνέχεια σκότωσε 69, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν έφηβοι, σε κατασκήνωση νέων του Εργατικού Κόμματος.

«Ο κίνδυνος της βίας είναι πραγματικός και σημαντικός και ίσος με αυτόν που ήταν όταν καταδικάστηκε για πρώτη φορά (ο Μπράιβικ)», δήλωσε το περιφερειακό δικαστήριο στο Τέλεμαρκ σε μια ομόφωνη ετυμηγορία.

Ο Μπρέιβικ, 42 ετών, εκτίει τη μέγιστη ποινή των 21 ετών στη Νορβηγία, η οποία μπορεί να παραταθεί επ’ αόριστον εάν κριθεί ότι αποτελεί συνεχή απειλή για την κοινωνία.

Είχε, ωστόσο, το δικαίωμα να ζητήσει αποφυλάκιση με όρους μετά την εκπλήρωση των πρώτων 10 ετών της ποινής του και δικαιούται να υποβάλει αίτηση αποφυλάκισης ένα χρόνο μετά από κάθε απόρριψη.

 

Η δολοφονική δράση του ακροδεξιού Μπρέιβικ

Στις 22 Ιουλίου 2011, ο Μπρέιβικ πυροδότησε μια βόμβα κοντά στην έδρα της κυβέρνησης, στο Όσλο, με αποτέλεσμα να βρουν τον θάνατο οκτώ άνθρωποι. Στη συνέχεια σκότωσε άλλους 69 ανθρώπους, στην πλειονότητά τους εφήβους, ανοίγοντας πυρ στην κατασκήνωση της νεολαίας του Εργατικού κόμματος στο νησί Ούτεγια. Έναν χρόνο αργότερα καταδικάστηκε σε κάθειρξη 21 ετών, με ελάχιστη ποινή έκτισης τα δέκα χρόνια και με τη δυνατότητα παράτασης της κράτησής του – τη μέγιστη ποινή που μπορούσε να επιβάλει τότε η νορβηγική δικαιοσύνη.

Η μαρτυρία της Ρόσενκβιστ, της μοναδικής ψυχιάτρου που θα καταθέσει στη διάρκεια της διαδικασίας, θεωρείται κεντρικής σημασίας προκειμένου οι δικαστές να αποφασίσουν αν θα επιτρέψουν την αποφυλάκισή του. Ο Μπρέιβικ, ο οποίος γενικά παρακολουθεί απαθής τη διαδικασία, απλώς κούνησε το κεφάλι του μερικές φορές όταν άκουγε την κατάθεση της ψυχιάτρου.

Ο ίδιος διαμαρτύρεται για τις συνθήκες κράτησής του, λέγοντας ότι τον αντιμετωπίζουν «σαν ζώο», καθώς δεν έχει αρκετή επαφή με τον έξω κόσμο. Το 2016 ο Μπρέιβικ, που στη φυλακή έχει στη διάθεσή του τρία κελιά, μια τηλεόραση με DVD και κονσόλα για τηλεπαιχνίδια, καθώς και μια γραφομηχανή, δικαιώθηκε όταν κατηγόρησε το κράτος για «απάνθρωπη» και «ταπεινωτική» μεταχείριση, επειδή δεν του επέτρεπαν να έρχεται σε επαφή με άλλους κρατούμενους. Η απόφαση αυτή αναιρέθηκε στο Εφετείο.

Από την πρώτη στιγμή, ο Μπρέιβικδικαίωσε τους φόβους πολλών: με ξυρισμένο το κρανίο, μπήκε χθες Τρίτη στην αίθουσα κρατώντας έναν χαρτοφύλακα όπου ήταν γραμμένη στα αγγλικά η φράση «Σταματήστε τη γενοκτονία των λευκών εθνών μας» και χαιρέτισε ναζιστικά τους τρεις δικαστές.

«Μπορώ να σας δώσω τον λόγο της τιμής μου ότι θα φύγω από τη Νορβηγία»

Στη μακρά ομιλία του κατόπιν υποστήριξε ότι δεν ήταν παρά μόνο ένας απλός «φαντάρος» του νεοναζιστικού κινήματος «Αίμα και Τιμή», στο οποίο επέρριψε την ευθύνη για τις επιθέσεις. Η μοναδική δική του ευθύνη, όπως λέει, είναι ότι αφέθηκε να ριζοσπαστικοποιηθεί. Δίνοντας «τον λόγο της τιμής του» ότι η βία, σε ό,τι τον αφορά, ανήκει στο παρελθόν, είπε ότι θέλει να συνεχίσει τη μάχη του για τον εθνικοσοσιαλισμό αλλά με ειρηνικά μέσα. Πρόσθεσε μάλιστα ότι είναι έτοιμος να αποκηρύξει κάθε πολιτική δέσμευση, αν του ζητηθεί από το δικαστήριο.

«Κάποιος που έχει δικαστεί για μια τέτοια εγκληματική ενέργεια δεν μπορεί ποτέ να εγγυηθεί ότι δεν θα την επαναλάβει, διότι αυτό εξαρτάται από την κοινωνία, αν θα του δώσει ή όχι την ευκαιρία», δήλωσε ο Μπρέιβικ χθες όταν οι δικαστές τον ρώτησαν αν μπορεί να αποδείξει ότι δεν είναι πλέον, όπως ισχυρίζεται, ένας βίαιος μαχητής. «Μπορώ να σας δώσω τον λόγο της τιμής μου ότι θα εγκαταλείψω το βασίλειο» της Νορβηγίας αν αφεθώ ελεύθερος, πρόσθεσε.

Το αίτημα αποφυλάκισης του Μπρέιβικ δεν έχει, κατά γενική ομολογία, καμία πιθανότητα να γίνει αποδεκτό. Θεωρείται όμως ένα κρίσιμο τεστ για το κράτος δικαίου –το οποίο ο ίδιος ο Μπρέιβικ επιχείρησε να διαλύσει– καθώς θα πρέπει να τον αντιμετωπίσει όπως οποιονδήποτε άλλον κρατούμενο.