Quantcast

Ουόκαπ: Στόχος μου να πάω στο Final 4 με τον Ολυμπιακό

Ενώ υποκλίθηκε και στον Βασίλη Σπανούλη

Αναλυτικά όσα αναφέρει το olympiacosbc.gr:

Οι Λίσα και Ρέιμοντ Γουόκαπ τον υποδέχθηκαν στον κόσμο στις 30 Δεκεμβρίου του 1992. «Γεννήθηκα στο Χιούστον του Τέξας. Είμαι το τρίτο από τα συνολικά τέσσερα αγόρια που απαρτίζουν την οικογένειά μας. Η μητέρα μου είναι ηρωίδα που μεγάλωσε τέσσερα αγόρια! Είχα πάρα πολύ όμορφα παιδικά χρόνια, γιατί ήταν σα να μεγάλωνα με τους τρεις καλύτερούς μου φίλους! Για να είμαι ειλικρινής τα αδέλφια μου ήταν ο λόγος που ασχολήθηκα με τα σπορ. Παίζαμε από το πρωί μέχρι να πάμε για ύπνο μπέιζμπολ, ποδόσφαιρο, μπάσκετ… τα πάντα!».

Το μικρόβιο του μπάσκετ, πάντως, το «κόλλησε» από τον πατέρα του. «Ο μπαμπάς μου ήταν κόουτς μου για περίπου δέκα χρόνια. Ουσιαστικά ό,τι έκανα μέχρι την ηλικία των δεκατεσσάρων ετών, το οφείλω σε εκείνον. Ήταν σπουδαίος! Τον θαυμάζω για το πως χειρίστηκε την προπονητική. Υπάρχουν προπονητές που είναι πολύ σκληροί με τους παίκτες ή άλλοι που είναι μαλθακοί. Όμως, εκείνος ήταν εκπληκτικός και με αντιμετώπιζε πάντα ακριβώς όπως και τους άλλους παίκτες του. Μόλις η προπόνηση ή ο αγώνας τελείωνε, γινόταν και πάλι ο μπαμπάς μου. Δεν υπήρχε περίπτωση στον δρόμο για το σπίτι να μου ‘χτυπήσει’ κάτι που έγινε στην προπόνηση. Ήμουν πραγματικά τυχερός, γιατί το γεγονός πως ήταν προπονητής μου, δεν άλλαξε κάτι στην σχέση μας».

Παραδόξως δεν υπήρξε ποτέ συμπαίκτης με κάποιο από τα αδέλφια του, αν και υπάρχει εξήγηση για αυτό. «Έχουμε διαφορά ηλικίας. Ποτέ δεν υπήρξαμε στην ίδια ομάδα, αλλά στο σπίτι παίζαμε πάντα μαζί και οι μάχες ήταν μεγάλες! Ειδικά όταν παίζαμε μπάσκετ στην πισίνα, πάντα κάποιος κατέληγε με ματωμένη μύτη. Συνήθως το παιχνίδι δεν τελείωνε στους πόντους που είχαμε συμφωνήσει, αλλά όταν κάποιος χτυπούσε!».

The Big Brother

Η οικογένειά του ήταν όλος του ο κόσμος, για αυτό και δεν ένιωσε την ανάγκη να αναζητήσει το πρότυπό του εκτός… σπιτιού. «Η αλήθεια είναι πως ο άνθρωπος που θαύμαζα πολύ και ήθελα να του μοιάσω, ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός μου, ο Νέιθαν. Έπαιζε μπάσκετ και ήταν ένας από τους καλύτερους παίκτες στο Χιούστον στο γυμνάσιο. Είναι τέσσερα χρόνια μεγαλύτερος από εμένα και πάντα με κέρδιζε σε οτιδήποτε. Πάντα! Ήθελα να γίνω ακριβώς όπως εκείνος. Τον παρακολουθούσα στους αγώνες του στο γυμνάσιο και στο κολέγιο, και αυτές είναι κάποιες από τις καλύτερες μπασκετικές μου αναμνήσεις! Ήμουν πολύ τυχερός που είχα κοντά μου κάποιον που δούλευε τόσο σκληρά και ήταν πραγματικά τόσο καλός στο μπάσκετ. Επίσης, μέσω του αδελφού μου είδα και το παρασκήνιο… Είδα πως δούλευε, πως αντιδρούσε, πως ενεργούσε, τα πάντα.. Μου δίδαξε πραγματικά πολλά και με ‘κράτησε’ σε τροχιά ώστε να πετύχω τον στόχο μου».

Και συνέχισε: «Ο Νέιθαν έπαιξε τέσσερα χρόνια στο Texas A&M, ενώ αγωνίστηκε και εκτός ΗΠΑ σε μικρότερες χώρες… Στην Ισλανδία, στην Ιαπωνία, στο Λουξεμβούργο. Η καριέρα του δεν εξελίχθηκε τόσο καλά όσο περίμενα, όμως, αυτό δεν αλλάξει το πως τον βλέπω ως παίκτη. Ήταν πάντα όνειρό μου να παίξουμε στην ίδια ομάδα. Η μόνη φορά που παίξαμε μαζί ήταν σε κάποιες τοπικές λίγκες σε ανοιχτά γήπεδα, αλλά αυτό δεν μετράει. Μακάρι κάποια στιγμή να είχαμε συνυπάρξει στην ίδια ομάδα…».
Unbreakable…

Ο Τόμας Γουόκαπ συνειδητοποίησε πολύ νωρίς τι ήθελε να κάνει στην ζωή του: Ήθελε να παίξει μπάσκετ επαγγελματικά. Ο δρόμος, ωστόσο, προς την επιτυχία ήταν εξαιρετικά μακρύς και δύσβατος. «Όταν ήμουν δεκατεσσάρων ετών υπέστην ρήξη χιαστού, όμως, ήμουν τόσο νέος τότε, που δεν καταλάβαινα πόσο σημαντικός ήταν ο τραυματισμός. Αν αυτό συμβεί τώρα σε έναν επαγγελματία αθλητή είναι πραγματικά θλιβερό. Όμως, εγώ τότε απλά σκεφτόμουν πως θα κάνω ότι χρειάζεται και θα επιστρέψω στο παρκέ. Περίπου έναν χρόνο αργότερα μου συνέβη το ίδιο και ήταν λίγο πιο δύσκολα τα πράγματα, γιατί μόλις είχα τελειώσει την αποθεραπεία και είχα κάνει τα πάντα για να επιστρέψω. Ήταν μεγάλη απογοήτευση, καθώς σε εκείνο το σημείο είχα αρχίσει να σκέφτομαι το κολλέγιο και να κάνω όνειρα για το που θα παίξω. Ήταν η πρώτη φορά που φοβήθηκα μήπως δεν καταφέρω. Όμως, ποτέ δεν σταμάτησε η αγάπη μου για το παιχνίδι και ποτέ δεν σκέφτηκα να μην παίξω για να μην ξαναχτυπήσω. Απλά συνέχισα να δουλεύω και μέχρι το τελευταίο μου έτος ήμουν υγιείς».

Η ατυχία, ωστόσο, συνέχισε να του «χτυπά» επίμονα την πόρτα. «Τότε, όμως, έσπασα το πόδι μου και είμαι πραγματικά τυχερός και ευλογημένος που είχα ήδη υπογράψει να πάω σε κολέγιο. Αν δεν είχε συμβεί αυτό, δεν είμαι σίγουρος πως θα τα κατάφερνα. Στο διάστημα του 1,5 χρόνου που ακολούθησε έκανα πέντε χειρουργικές επεμβάσεις, ώστε να μπορέσω να επιστρέψω εντελώς υγιείς. Ανάμεσα στον τραυματισμό στο πόδι και τα χειρουργεία υπήρξαν μολύνσεις. Ήταν πραγματικά πολύ μακρύς ο δρόμος. Είμαι πολύ τυχερός που έχω την οικογένειά μου, γιατί ο τρόπος που με υποστήριξε τότε είναι μοναδικός! Όλοι οι άλλοι πήγαιναν στο κολέγιο, ξεκινούσαν τις καριέρες τους και εγώ καθόμουν στο σπίτι και προσπαθούσα απλά να καταφέρω να περπατήσω. Ήταν δύσκολο, αλλά ακόμη και τότε δεν σκέφτηκα πως ίσως το μπάσκετ δεν είναι για εμένα. Ήξερα πάντα πως αυτός ήταν ο προορισμός μου. Είμαι πολύ χαρούμενος, λοιπόν, που είχα την στήριξη της οικογένειάς μου, αλλά επίσης εγώ ο ίδιος βαθιά μέσα μου γνώριζα πως θα συνεχίσω να παλεύω για μια καριέρα στο μπάσκετ. Από μικρή ηλικία το λάτρευα τόσο, που για να είμαι ειλικρινείς δεν ξέρω τι άλλο θα μπορούσα να κάνω».

Η δικαίωση
Μπορεί οι πόρτες των πανεπιστημίων να έμειναν ερμητικά κλειστές, ωστόσο, η… χαραμάδα που του έδωσε το Stephen F. Austin, του ήταν αρκετή για να λάμψει! «Μόνο ένα σχολείο μου πρόσφερε υποτροφία και σε αυτό πήγα. Ένα από τα μότο μου είναι πως ‘η σκληρή δουλειά πάντα σε ανταμείβει’. Όταν ήρθε νέο προπονητικό σταφ στο κολέγιό μου, δούλεψα σκληρά. Είμαι τυχερός που είχα τους συγκεκριμένους προπονητές, οι οποίοι μου έμαθαν πως να δουλεύω σωστά και πως να φροντίζω το κορμί μου. Ο βοηθός προπονητή, Stephen Gentry, με πήρε κάτω από τις φτερούγες του και δουλέψαμε πολύ σε καθημερινή βάση. Κοιτώντας πίσω, πραγματικά απόλαυσα την διαδικασία και την προπόνηση. Οπότε στο τέλος ήμουν πολύ χαρούμενος για τον τρόπο που εξελίχθηκαν όλα».

Και κάπως έτσι, με επιμονή και πολλή δουλειά, το 2015 αναδείχθηκε παίκτης της χρονιάς στην Νότια περιφέρεια, ενώ ήταν ο μεγάλος πρωταγωνιστής στην πρόκριση της ομάδας του στην τελική φάση του NCAA. «Ήμασταν μικρότερο κολέγιο, οπότε δεν μας έδιναν και ιδιαίτερη αναγνώριση. Είχαμε πολύ καλές χρονιές όσο ήμουν εκεί, αλλά αυτό που μετρούσε πραγματικά ήταν να παίξουμε καλά στο NCAA, που όπως όλοι ξέρετε είναι ιδιαίτερα δημοφιλές. Ήταν η στιγμή που ξέραμε πως όλο το έθνος θα μας παρακολουθούσε. Το να εκπροσωπώ το κολέγιό μου, την πόλη μου, τους φίλους, την οικογένειά μου, τους προπονητές μου με τόσο θετικό τρόπο , με τον τρόπο που κερδίσαμε είναι μια ανάμνηση που θα κρατώ για πάντα στην καρδιά μου. Πραγματικά με ‘έδεσε’ με το σχολείο για πάντα. Είμαι χαρούμενος για αυτή τη συναισθηματική σύνδεση».

Εκτός από τις εντυπωσιακές του εμφανίσεις, τα βλέμματα στράφηκαν πάνω του και για έναν ακόμη λόγο, το μούσι του! Στις αρχές Νοέμβρη του 2015 σταμάτησε να ξυρίζεται και όλο αυτό συνδυάστηκε με ένα σερί 21-0 του Stephen F. Austin! «Είναι κατά κάποιο τρόπο κάτι σαν γούρι, όμως, δεν είμαι προληπτικός σε καμία περίπτωση. Απλά μοιάζω και λίγο σαν μωρό με ξυρισμένο μούσι», σχολίασε σχετικά.

Το ΝΒΑ και το restart στην Ευρώπη
Το 2016 έλαβε μέρος στην διαδικασία του ΝΒΑ ντραφτ, ωστόσο, δεν τον επέλεξε κάποια ομάδα. «Στενοχωρήθηκα επειδή ήταν κάτι που δεν θα μπορούσα να προσπαθήσω ξανά. Δεν θα είχα ποτέ ξανά την ευκαιρία να λάβω μέρος. Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν θεωρώ πως άξιζα να επιλεγώ. Είμαι ρεαλιστής και ξέρω πως τότε δεν ήμουν αρκετά καλός παίκτης για να επιλεγώ. Αν με ρωτάτε όταν κοιτάω πίσω αν σκέφτομαι πως το συγκεκριμένο γεγονός άλλαξε την καριέρα μου, η απάντηση είναι όχι. Είμαι πραγματικά χαρούμενος για κάθε βήμα που έχω κάνει στην καριέρα μου και με… προσγείωσε στον Ολυμπιακό!».

Το όνειρο του ΝΒΑ το κυνήγησε μέσω των summer League, αλλά και των Windy City Bulls στην αναπτυξιακή λίγκα. «Έπαιξα έναν χρόνο στην G-League. Δεν πήγε, όμως, πολύ καλά. Δεν σούταρα καλά, δεν έπαιζα τόσο καλά. Ίσως να οφειλόταν στο σοκ του να είσαι ρούκι. Όμως, χαίρομαι που το έκανα και έδωσα στον εαυτό μου μια ευκαιρία να το δοκιμάσει. Σύντομα, ωστόσο, συνειδητοποίησα πως δεν ήταν για εμένα. Είμαι, όμως, πολύ χαρούμενος για τη συνεργασία μου με τον ατζέντη μου, με τον οποίο είμαστε μαζί από τότε. Και αυτό γιατί μετά από μια όχι και τόσο καλή χρονιά στην G-League μου βρήκε μια σπουδαία δουλειά στην Λούντβιχσμπουργκ. Δεν είμαι σίγουρος αν την άξιζα, αλλά είναι πραγματικά πολύ καλός μάνατζερ και το κατάφερε!».

Χρειάστηκε μόλις μία σεζόν με τη γερμανική ομάδα (2017-18) για να δώσει τα διαπιστευτήριά του και να αλλάξει επίπεδο. «Την πρώτη μου σεζόν στην Γερμανία ο κόουτς, Τζον Πάτρικ, με βοήθησε πολύ. Ήταν μια πραγματικά σπουδαία χρονιά για εμένα, γιατί πήγα σε μια ομάδα που είχε κατά κάποιο τρόπο ένα Αμερικανικό σύστημα, πολλούς Αμερικανούς παίκτες και με βοήθησε στο να ΄μπω’ και να αντιληφθώ τον ευρωπαϊκό τρόπο παιχνιδιού. Η Λούντβιχσμπουργκ ήταν το σκαλοπάτι μου για την Ευρωλίγκα!».
Ο διαφορετικός τρόπος παιχνιδιού ΗΠΑ – Ευρώπης ήταν η μία δυσκολία που έπρεπε να αντιπαρέλθει. Η άλλη είχε να κάνει με το ό,τι για πρώτη φορά βρισκόταν τόσο μακριά από την οικογένειά του.

«Ήταν δύσκολο. Είμαι πραγματικά πολύ δεμένος με την οικογένειά μου, οπότε το ό,τι βρισκόμουν τόσο μακριά και δεν τους είχα κοντά μου στις γιορτές, ήταν σκληρό. Βέβαια όλοι τους κάνουν εξαιρετική δουλειά στο να με συμπεριλαμβάνουν σε όλα μέσω facetime! Επίσης, κάθε χρόνο, με εξαίρεση τον τελευταίο ελέω πανδημίας, με επισκέπτονται σε όποια χώρα και αν παίζω. Βέβαια, τώρα που θα βρίσκομαι στην Ελλάδα όλοι, γνωστοί, φίλοι και οικογένεια, θέλουν να με επισκεφθούν! Δεν νομίζω πως θέλουν να επισκεφθούν εμένα, αλλά την χώρα».

“Υπόκλιση” στον Σπανούλη
Την σεζόν 2018-19 η Ζαλγκίρις του έδωσε όχι μόνο μια θέση στο ρόστερ της, αλλά και τον απαραίτητο χρόνο να προσαρμοστεί στις υψηλές απαιτήσεις της Ευρωλίγκας. «Η αλήθεια είναι πως τον πρώτο χρόνο στην Ευρωλίγκα δυσκολεύτηκα. Δεν έπαιξα πάρα πολύ καλά, ίσως γιατί δεν ήμουν έτοιμος για την διοργάνωση. Είμαι πολύ χαρούμενος, όμως, που βρέθηκα στην Ζαλγκίρις, γιατί μου έδωσαν πάρα πολλές ευκαιρίες και επέμειναν σε εμένα, παρόλο που έπαιζα άσχημα. Δεν έπαψαν να πιστεύουν σε εμένα ο Σάρας και ο τζένεραλ μάνατζερ, ο Παούλιους Μοτιεγιούνας. Ήμουν χαρούμενος στην Ζαλγκίρις και είχαμε σπουδαία χρονιά ως ομάδα. Έμαθα πραγματικά πολλά εκεί υπό τις οδηγίες του Γιασικεβίτσιους. Είναι πραγματικά πολύ καλός προπονητής. Επίσης έμαθα πολλά από τους συμπαίκτες μου. Στην Ζαλγκίρις ένιωσα να ανεβαίνω επίπεδο».

Η πρώτη φορά που πήρε μια γεύση του τι εστί Ολυμπιακός, ήταν όταν υπέγραψε με την λιθουανική ομάδα. «Όταν συμφώνησα με την Ζαλγκίρις, παρακολούθησα κάποια παιχνίδια της από την προηγούμενη σεζόν. Ανάμεσα σε αυτά ήταν και η σειρά των προημιτελικών που η Ζαλγκίρις κέρδισε τον Ολυμπιακό και πήγε στο φάιναλ φορ. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που παρακολούθησα ματς του Ολυμπιακού και θυμάμαι πως σκεφτόμουν: ‘Wow αυτός ο Σπανούλης είναι πραγματικά καλός!’. Φυσικά έμαθα πολλά περισσότερα όταν ξεκίνησε η σεζόν και έπαιξα ως αντίπαλος με τον Ολυμπιακό. Όσο περνούσε ο καιρός και μάθαινα περισσότερα, τόσο συνειδητοποιούσα πως είναι ένα πραγματικά ξεχωριστό κλαμπ».

Για την απόφαση του Kill-Bill να “κρεμάσει” τα παπούτσια του, σχολίασε: «Πραγματικά ανυπομονούσα να παίξω μαζί του ως συμπαίκτης! Είναι σπουδαίος και θα είχα πολλά να μάθω δίπλα του. Για εμένα, έναν 29χρονο παίκτη, το να είχα την ευκαιρία να παίξω με τον Σπανούλη, να μάθω από εκείνον και να ‘ρουφήξω’ από την εμπειρία του, θα ήταν τεράστια τιμή. Όμως, είμαι σίγουρος πως θα παραμείνει ‘συνδεδεμένος’ με την ομάδα και ανυπομονώ να μάθω από εκείνον, παρότι δεν θα είναι συμπαίκτης μου. Ξέρω πως θα παραμείνει μέλος της οικογένειας».
Με στόχο το φάιναλ φορ

Ο Τόμας Γουόκαπ έχει μάθει στη ζωή του να βάζει στόχους και να τους κατακτά. Αυτό έκανε και όταν έδωσε τα «χέρια» με τους «ερυθρολεύκους». Έθεσε τον νέο του στόχο. «Όταν υπέγραψα το συμβόλαιό μου, είπα στον γενικό διευθυντή, τον Νίκο Λεπενιώτη, πως είμαστε στην ίδια σελίδα. Ο στόχος μου είναι να πάω στο φάιναλ φορ. Αυτός θεωρώ πως είναι ο στόχος και ενός κλαμπ με το πρεστίζ του Ολυμπιακού. Είμαι ενθουσιασμένος! Ο Ολυμπιακός μου δίνει την καλύτερη ευκαιρία να παίξω στο φάιναλ φορ και να κερδίσω! Για αυτό υπέγραψα!».
Ερωτηθείς για την κορυφαία στιγμή της καριέρας του, απάντησε: «Δεν θα σας αρέσει αυτό που θα πω, αλλά η μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας μου ως τώρα, ίσως είναι το κλέψιμο στον Σλούκα στην αναμέτρηση με τον Ολυμπιακό! Γενικά όλο εκείνο το παιχνίδι και η εμφάνισή μου, ήταν ιδιαίτερη στιγμή για εμένα. Ήταν ένα ματς που έπρεπε να κερδίσουμε προκειμένου να παραμείνουμε σε τροχιά πλέι οφ. Δυστυχώς αυτή είναι η απάντησή μου στην συγκεκριμένη ερώτηση…».

Ο Γουόκαπ εκτός παρκέ…
Όταν του ζητήθηκε να περιγράψει τον εαυτό του, είπε: «Είμαι Χριστιανός, δουλεύω σκληρά, προσπαθώ να είμαι ταπεινός, έχω αυτοπεποίθηση και φυσικά έχω και κάποια ελαττώματα, αλλά δεν θα τα αναφέρω…!».

Για χρόνια ήταν λάτρης των video games, όμως, αυτό έχει, πλέον, αλλάξει: «Μεγαλώνω οπότε δεν παίζω τόσο πολύ. Εξακολουθώ, όμως, να έχω, το x-box μου και παίζω καμία φορά. Πλέον, στον ελεύθερο χρόνο μου περισσότερο διαβάζω και γράφω. Κυρίως προσπαθώ να μάθω πως μπορείς να αναπτύξεις μια επιχείρηση. Γενικά κάνω πιο παραγωγικά πράγματα. Και φυσικά μιλάω πολύ μέσω facetime με την οικογένειά μου!».

Το μπάσκετ για εκείνον δεν είναι απλά το επάγγελμά του. Είναι το διαβατήριο που του επιτρέπει να γνωρίζει πολλούς και διαφορετικούς λαούς. «Δεν γνωρίζω πολλά για την ελληνική κουλτούρα, όμως, ανυπομονώ να μάθω τα πάντα. Αυτό είναι ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ, το ότι έρχομαι σε επαφή με διαφορετικές κουλτούρες. Έμαθα κάποια πράγματα για την γερμανική, έμαθα κάποια πράγματα για την λιθουανική και τώρα είμαι έτοιμος για την ελληνική κουλτούρα! Για το πως ζουν οι Έλληνες, πως συμπεριφέρονται, πως μιλούν… Υπάρχουν πολλά που ανυπομονώ να δω και ελπίζω να μείνω για πολύ καιρό στον Ολυμπιακό και πραγματικά να ‘ρουφήξω’ την ελληνική κουλτούρα. Ελπίζω να με βοηθήσουν και οι συμπαίκτες μου σε αυτό».