Οι Ταλιμπάν είχαν σχεδόν φθάσει προ των πυλών της Καμπούλ χθες Παρασκευή, συνεχίζοντας την αδυσώπητη προέλασή τους στο Αφγανιστάν, από όπου πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, ετοιμάζονται να απομακρύνουν εσπευσμένα τους διπλωμάτες τους και τους υπηκόους τους.
Ένα πρώτο απόσπασμα των Αμερικανών Πεζοναυτών, με αποστολή να εγγυηθούν την ασφάλεια της εκκένωσης, έφθασε στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, μιας από τις λιγοστές μεγάλες πόλεις που παραμένουν στα χέρια των κυβερνητικών δυνάμεων. Στο μεταξύ η αμερικανική πρεσβεία έδωσε εντολή στο προσωπικό της να καταστρέψει ευαίσθητα έγγραφα και σύμβολα του αμερικανικού κράτους που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για «προπαγανδιστικούς σκοπούς» από τους ισλαμιστές αντάρτες.
Μετά την Κανταχάρ, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, οι Ταλιμπάν κατέλαβαν χθες την Πουλ-ι-Άλαμ, πρωτεύουσα της επαρχίας Λογκάρ, που απέχει μόλις 50 χιλιόμετρα νότια της Καμπούλ, και στα χέρια τους βρίσκονται πλέον οι μισές και πλέον πρωτεύουσες των επαρχιών του Αφγανιστάν· έπεσαν όλες μέσα σε μόλις οκτώ ημέρες.
Είχαν προηγουμένως πάρει τη Λασκάρ Γκα, πρωτεύουσα της Χελμάντ, στο νότιο τμήμα της χώρας, και τη Σαγσαράν, την πρωτεύουσα της επαρχίας Γορ.
Το μεγαλύτερο μέρος του βόρειου, του δυτικού και του νότιου τμήματος της χώρας έχει πλέον καταληφθεί από τους Ταλιμπάν.
Η Καμπούλ, η Μαζάρ-ι-Σαρίφ, η μεγαλούπολη του βορρά, καθώς και η Τζαλαλάμπαντ (ανατολικά) είναι οι μοναδικές τρεις μεγάλες πόλεις που παραμένουν υπό τον έλεγχο των κυβερνητικών δυνάμεων.
Ο Ισμαήλ Χαν, 75 ετών, από τους γνωστότερους πολέμαρχους στο Αφγανιστάν, αιχμαλωτίστηκε από τους Ταλιμπάν μετά την πτώση την Πέμπτη της Χεράτ (δυτικά), της τρίτης μεγαλύτερης πόλης της χώρας, όπου ήταν αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος εδώ και δεκαετίες. Οι ισλαμιστές αντάρτες υποσχέθηκαν να εγγυηθούν την ασφάλειά του.
Στη Λασκάρ Γκα, επαρχία που είχαν κυριεύσει και στο παρελθόν οι Ταλιμπάν, η υποδοχή τους ήταν μάλλον ευνοϊκή και η ηρεμία αποκαταστάθηκε γρήγορα έπειτα από αρκετές ημέρες σφοδρών εχθροπραξιών, σύμφωνα με έναν κάτοικο, τον Άμπντουλ Χαλίμ.
Δεν αναμένεται νέα στρατιωτική εμπλοκή της Δύσης
«Το μεγαλύτερο μέρος της πόλης έχει μετατραπεί σε συντρίμμια εξαιτίας των μαχών και δεν υπάρχουν επαρκείς ποσότητες τροφίμων στην αγορά. Επικρατεί ατμόσφαιρα κατεχόμενης πόλης», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Οι Ταλιμπάν εξαπέλυσαν την ολομέτωπη επίθεσή τους τον Μάιο, όταν ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επιβεβαίωσε την έναρξη της διαδικασίας αποχώρησης των τελευταίων ξένων στρατευμάτων που απέμεναν στη χώρα, 20 χρόνια μετά την επέμβαση του διεθνούς συνασπισμού υπό τις ΗΠΑ που ανέτρεψε το καθεστώς των ισλαμιστών εξαιτίας της άρνησής του να παραδώσει τον Οσάμα μπιν Λάντεν, τον ηγέτη της Αλ Κάιντα.
Η αποχώρηση αναμένεται να έχει αποπερατωθεί την 31η Αυγούστου. Ο Τζο Μπάιντεν στο μεταξύ διαβεβαίωσε πως δεν μετανιώνει για την απόφαση αυτή, παρά την ταχύτητα με την οποία ο αφγανικός στρατός αποσυντίθεται, προς κατάπληξη και απογοήτευση της Ουάσινγκτον, που δαπάνησε κάπου 1 τρισεκατομμύριο δολάρια για να τον εκπαιδεύσει και να τον εξοπλίσει.
Οι ΗΠΑ λένε πως είναι έτοιμες να απομακρύνουν αεροπορικώς «χιλιάδες ανθρώπους την ημέρα», μολονότι εκτιμούν ότι η Καμπούλ δεν αντιμετωπίζει «άμεση απειλή».
Το Λονδίνο ανακοίνωσε από τη δική του πλευρά πως στέλνει 600 μέλη των βρετανικών ένοπλων δυνάμεων στην Καμπούλ για να εγγυηθούν την ασφάλεια των υπηκόων του Ηνωμένου Βασιλείου που πρόκειται να απομακρυνθούν από τη χώρα.
Ο βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, έπειτα από έκτακτη συνεδρίαση της κυβερνητικής επιτροπής διαχείρισης κρίσεων, τόνισε πως το Λονδίνο έχει σκοπό να «ασκήσει πίεση» διά της διπλωματικής και της πολιτικής οδού, πάντως αποκλείει κάθε υπόθεση «στρατιωτικής λύσης».
Αρκετές χώρες – Ολλανδία, Φινλανδία, Σουηδία, Ιταλία και Ισπανία – ανακοίνωσαν χθες ότι θα μειώσουν στο ελάχιστο την παρουσία τους στη χώρα και προγράμματα υποδοχής αφγανών υπαλλήλων τους.
Η Γερμανία επίσης ανακοίνωσε πως θα μειώσει το διπλωματικό της προσωπικό στην Καμπούλ στο «απόλυτο μίνιμουμ».
Άλλες χώρες, ανάμεσά τους η Νορβηγία και Δανία, προτίμησαν να ανακοινώσουν πως κλείνουν προσωρινά τις πρεσβείες τους. Η Ελβετία, που δεν διατηρεί πρεσβεία στην Καμπούλ, ανακοίνωσε και αυτή ότι θα υποδεχθεί ορισμένους ντόπιους υπαλλήλους της καθώς και τον προσεχή επαναπατρισμό των τριών ελβετών διπλωματών που απέμεναν.
Η διαδικασία της απομάκρυνσης των ξένων διπλωματών κινήθηκε καθώς οι ισλαμιστές αντάρτες κωφεύουν στα διαβήματα και τις διπλωματικές προσπάθειες των ΗΠΑ και της διεθνούς κοινότητας.
Καμιά διάθεση για συμβιβασμό
Τρεις ημέρες διεθνών επαφών στη Ντόχα, στο Κατάρ, ολοκληρώθηκαν την Πέμπτη χωρίς να σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος. Με κοινή ανακοίνωσή τους οι ΗΠΑ, το Πακιστάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Κίνα τόνισαν πως δεν πρόκειται να αναγνωρίσουν καμία κυβέρνηση που «θα επιβληθεί διά της βίας» στο Αφγανιστάν.
Οι Ταλιμπάν μοιάζουν να μην έχουν καμιά διάθεση για συμβιβασμό, παρότι οι αρχές πρότειναν την Πέμπτη για να αποφύγουν την καταστροφή «να μοιραστούν την εξουσία με αντάλλαγμα τη διακοπή της βίας», σύμφωνα με κυβερνητικό διαπραγματευτή στην Ντόχα, που ζήτησε να μην κατονομαστεί.
Ο Αφγανός πρόεδρος Άσραφ Γάνι ως τώρα απέρριπτε πάντα δημόσια τις προτροπές να σχηματιστεί μεταβατική μη εκλεγμένη κυβέρνηση με τη συμμετοχή των ισλαμιστών ανταρτών.
Στην Ουάσινγκτον, πρόεδρος Μπάιντεν είναι αντιμέτωπος με πίεση από την αντιπολίτευση, καθώς η απομάκρυνση του αμερικανικού διπλωματικού προσωπικού δημιουργεί αναπόφευκτους συνειρμούς, τον αναπόδραστο παραλληλισμό με την πτώση της Σαϊγκόν, στο Βιετνάμ, το 1975.
«Το Αφγανιστάν παραπαίει προς μια τεράστια καταστροφή, προβλέψιμη, που μπορούσε να αποφευχθεί», σφυροκόπησε την Πέμπτη ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Ρεπουμπλικάνων στην αμερικανική Γερουσία, ο Μιτς Μακόνελ.
Η προέλαση των Ταλιμπάν έχει βαρύ ανθρώπινο κόστος. Τουλάχιστον 183 άμαχοι έχουν σκοτωθεί και 1.181 έχουν τραυματιστεί, ανάμεσά τους παιδιά, μέσα στον τελευταίο μήνα στη Λασκάρ Γκα, στην Κανταχάρ, τη Χεράτ και στην Κουντούζ, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ο Αντόνιο Γκουτέρες, δήλωσε πως του προκαλούν «φρίκη» και «ταραχή» οι πληροφορίες για τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των γυναικών στο Αφγανιστάν.
«Είναι ιδιαίτερα φρικιαστικό και αποκαρδιωτικό να βλέπεις τα δικαιώματα των κοριτσιών και των γυναικών που κατακτήθηκαν με σκληρούς αγώνες να τους αφαιρούνται», πρόσθεσε.
Χθες Παρασκευή η κυβέρνηση του Καναδά ανακοίνωσε πως είναι έτοιμη να υποδεχθεί 20.000 Αφγανούς πρόσφυγες, στο πλαίσιο νέου προγράμματος μετανάστευσης που έχει ιδίως σκοπό η χώρα να υποδεχθεί «ιδιαίτερα ευάλωτα πρόσωπα», κυρίως γυναίκες με ηγετικό ρόλο στους τομείς τους, υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μέλη θρησκευτικών μειονοτήτων υπό διωγμό, καθώς και μέλη της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ.