Εδώ και αρκετό καιρό έχει τεθεί το ζήτημα της κοινής υποψηφιότητας Ελλάδας, Σαουδικής Αραβίας και Αιγύπτου για την διοργάνωση του Μουντιάλ 2030.
Ο αντιπρόεδρος του ΠΣΑΤ πριν λίγους μήνες δήλωσε ότι ο διάδοχος του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας, Μπιν Σαλμάν έχει λάβει το «πράσινο φως» από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Πρόεδρο της Αιγύπτου, Αμπντελ Φαταχ Ελ Σίσι, για να προχωρήσει τις διαδικασίες.
Τώρα, το Politico «προχωρά» το συγκεκριμένο ζήτημα αναφέροντας σε νέο ρεπορτάζ του πως η Σαουδική Αραβία προσφέρθηκε να πληρώσει για την κατασκευή νέων γηπέδων στην Ελλάδα και την Αίγυπτο εάν συμφωνούσαν να συνεργαστούν, προκειμένου να φιλοξενήσουν το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου σε επτά χρόνια. Σε αντάλλαγμα, σύμφωνα πάντα με το Politico, οι Σαουδάραβες θα έπαιρναν τα 3/4 όλων των αγώνων. Το διεθνές μέσο επικοινώνησε με όλες τις πλευρές για κάποιο σχόλιο με την ελληνική και σαουδαραβική κυβέρνηση να αρνούνται να κάνουν κάποιο σχόλιο επί του θέματος, όπως και οι UEFA – FIFA.
Ειδικότερα, σύμφωνα πάντα με το Politico, που επικαλείται ανώτερο αξιωματούχοι με γνώση της υπόθεσης, η προσφορά – πιθανότατα αξίας δισεκατομμυρίων ευρώ σε κόστος κατασκευής – συζητήθηκε σε μια ιδιωτική συνομιλία μεταξύ του Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν και του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, το καλοκαίρι του 2022. Ένας δεύτερος ανώτερος αξιωματούχος με γνώση των ιδιωτικών συζητήσεων είπε στο Politico επίσης ότι η Σαουδική Αραβία είναι έτοιμη να «αναλάβει πλήρως το κόστος» της φιλοξενίας για την Ελλάδα και την Αίγυπτο, αλλά το 75% του τεράστιου τουρνουά των 48 ομάδων θα πρέπει να διεξαχθεί στο δικό της έδαφος. Η χώρα του κόλπου στοχεύει να «μπει στο μάτι» του Κατάρ που διοργάνωσε το πρώτο χειμερινό Μουντιάλ πριν λίγους μήνες.
Η απάντηση Ελλάδας και Αιγύπτου στην εν λόγω πρόταση δεν αποσαφηνίζεται στο ρεπορτάζ του Politico, όμως είναι δεδομένο πως οι τρεις χώρες εργάζονται τώρα σε μια κοινή πρόταση για τη διοργάνωση του τουρνουά του 2030. «Η προσφορά του Ριάντ προς στην Ελλάδα θα πυροδοτήσει την κριτική ότι η Σαουδική Αραβία προσπαθεί ουσιαστικά να χρησιμοποιήσει τον αστρονομικό της πλούτο για να αγοράσει το Παγκόσμιο Κύπελλο δημιουργώντας έναν διηπειρωτικό συνασπισμό και να εκμεταλλευτεί έξυπνα το σύστημα ψηφοφορίας» σχολιάζει το Politico.
Σε μια προσπάθεια να πείσει τα μέλη της FIFA για τις αρετές της πρότασης υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, το τουρνουά θα έβλεπε αγώνες σε τρεις ηπείρους, παρέχοντας γεωγραφική ισορροπία. Μια προσφορά για Παγκόσμιο Κύπελλο μόνο στη Μέση Ανατολή θα ήταν απίθανο να πετύχει μόλις οκτώ χρόνια αφότου το Κατάρ φιλοξένησε το τουρνουά το 2022.
Οι κύριοι αντίπαλοι των Σαουδάραβων είναι μια κοινή προσφορά της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ουκρανίας από την Ευρώπη και μια προσφορά της Νότιας Αμερικής από την Αργεντινή, την Ουρουγουάη, την Παραγουάη και τη Χιλή.
Η απόφαση για το ποιος θα φιλοξενήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2030 θα ληφθεί σε μια δημόσια ψηφοφορία του Συνεδρίου της FIFA, που αποτελείται από περισσότερες από 200 ομοσπονδίες – μέλη από όλο τον κόσμο. Εάν οι αφρικανικές χώρες, ελκυόμενες από την παρουσία της Αιγύπτου και τις επενδύσεις της Σαουδικής Αραβίας γύρω από την Αφρική, συσπειρωθούν πίσω από την προσφορά και τα ασιατικά έθνη κάνουν το ίδιο, ενώ η Ελλάδα αποσπάσει ορισμένους ευρωπαϊκούς ψήφους, η πρόταση υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας θα έχει μεγάλες πιθανότητες να κερδίσει.
Η στρατηγική της Σαουδικής Αραβίας
Η διεξαγωγή του Παγκοσμίου Κυπέλλου θα ήταν το αποκορύφωμα της φιλόδοξης στρατηγικής της Σαουδικής Αραβίας να κυριαρχήσει σε μεγάλα αθλητικά γεγονότα. Οι επιτυχίες περιλαμβάνουν την απόκτηση των δικαιωμάτων για τη διοργάνωση αγώνων πυγμαχίας παγκοσμίου πρωταθλήματος και αγώνων Formula 1, ενώ έχει δημιουργήσει και το δικό της τουρνουά γκολφ. Το Ταμείο Δημοσίων Επενδύσεων της Σαουδικής Αραβίας αγόρασε επίσης μια εξέχουσα αγγλική ποδοσφαιρική ομάδα και η χώρα θα φιλοξενήσει το Ασιατικό Κύπελλο ποδοσφαίρου για πρώτη φορά το 2027.
Η προοπτική πάντως να διοργανώσει η Σαουδική Αραβία το Μουντιάλ έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι οποίοι επισημαίνουν τη βάναυση αντιμετώπιση της κοινότητας LGBTQ+ και την κακομεταχείριση μεταναστών εργατών στη χώρα. Καταπιεσμένες παραμένουν βεβαίως και οι γυναίκες, παρά τα όποια βήματα έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια.