Oι δυτικές κυβερνήσεις αποφεύγουν πλέον τις συναλλαγές με τη Ρωσία, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Η Τουρκία επιλέγει μία διαφορετική πολιτική. Kαι ωφελείται πολλαπλώς.
Διαφημιστικές πινακίδες στα ρωσικά προσελκύουν τουρίστες στο Μπόντρουμ της Τουρκίας, στην αρχαία Αλικαρνασσό, ένα από τα πιο δημοφιλή τουριστικά θέρετρα της γείτονος. Είναι κοινό μυστικό ότι ουκ ολίγα από τα πολυτελή σκάφη στη μαρίνα της πόλης, που ενίοτε αποκαλείται “Μύκονος της Τουρκίας”, ανήκουν σε Ρώσους ολιγάρχες, στους οποίους η Δύση έχει επιβάλει κυρώσεις. Ακόμη και μετά τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας, η Τουρκία παραμένει ουδέτερη και δεν συμμετέχει στις δυτικές κυρώσεις κατά της Μόσχας.
Πιο φθηνή ενέργεια για την Τουρκία
Οι εξελίξεις αυτές συνεπάγονται πολλαπλά οφέλη για την τουρκική οικονομία. “Από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος η Τουρκία εισάγει πιο φθηνή ενέργεια από τη Ρωσία”, επισημαίνει ο Ερντάλ Γιαλτσίν, καθηγητής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων στο γερμανικό πανεπιστήμιο της Κωνσταντίας και ερευνητής στο Ινστιτούτο Διεθνούς Οικονομίας με έδρα το Κίελο. Ήδη πριν από τον πόλεμο το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο από τη Ρωσία κάλυπταν μεγάλο μέρος των ενεργειακών αναγκών της Τουρκίας. Από το 2022 οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου έχουν σχεδόν τριπλασιαστεί και αυτό προσφέρει βραχυπρόθεσμη ανακούφιση στην τουρκική οικονομία εν μέσω νομισματικής και πληθωριστικής κρίσης και μάλιστα σε μία τόσο δύσκολη και ευμετάβλητη προεκλογική συγκυρία.
Αλλά και η Τουρκία εντείνει την παρουσία της στη ρωσική αγορά. Επιχειρήσεις όπως η Koton υποκαθιστούν πλέον δυτικές αλυσίδες, όπως η Marks & Spencer. Ακόμη και ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική, Ζοζέπ Μπορέλ, εκφράζει “ανησυχία”, αλλά και την υποψία ότι η Τουρκία προσφέρει δυνατότητες για νόμιμη ή έστω νομότυπη παράκαμψη των δυτικών κυρώσεων. Αυτό επισημαίνει και ο οικονομολόγος Ερντάλ Γιαλτσίν. “Η Τουρκία εισάγει αργό πετρέλαιο από τη Ρωσία και το επεξεργάζεται σε δικά της διυλιστήρια, για να το εξαγάγει στη συνέχεια στην Ευρώπη, ως τουρκικό προϊόν πλέον”, δηλώνει χαρακτηριστικά στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (DPA). “Πρόκειται για μία χαρακτηριστική περίπτωση καταστρατήγησης των κυρώσεων”, λέει ο Γιαλτσίν, εκτιμώντας ωστόσο ότι φέρει ευθύνη όχι μόνο η Τουρκία που πουλάει το πετρέλαιο, αλλά και η ΕΕ που το αγοράζει.
Κάτι αντίστοιχο, υποστηρίζει, παρατηρείται στην αγορά ημιαγωγών. Εδώ και 10 μήνες οι εξαγωγές ημιαγωγών από την ΕΕ προς τη Ρωσία καταγράφουν συνεχή υποχώρηση, αλλά την ίδια στιγμή αυξάνονται οι εξαγωγές από την ΕΕ προς την Τουρκία και, αντιστοίχως, οι εξαγωγές από την Τουρκία προς τη Ρωσία. “Εφόσον είναι τουρκική η εταιρεία που αγοράζει το προϊόν από την ΕΕ, η συναλλαγή αυτή θεωρείται νόμιμη”, ξεκαθαρίζει ο Γιαλτσίν.
Η Τουρκία ως “γέφυρα”, αλλά και προορισμός διακοπών
Απευθείας πτήσεις από και προς τη Ρωσία δεν υπάρχουν πλέον στην ΕΕ. Η συνήθης επιλογή για τους Ρώσους που ταξιδεύουν στην Ευρώπη, είναι να πετάξουν μέσω Τουρκίας. Πολλοί βέβαια προτιμούν για τις διακοπές τους την ίδια την Τουρκία, η οποία τους τελευταίους μήνες αναδεικνύεται σε δημοφιλέστερο τουριστικό προορισμό για τους Ρώσους τουρίστες. Με αλματώδεις ρυθμούς αυξάνονται και οι πωλήσεις εξοχικών κατοικιών, αλλά και “χρυσών διαβατηρίων” σε Ρώσους. Με ελάχιστη επένδυση 500.000 δολαρίων στην αγορά ακινήτων οι ενδιαφερόμενοι έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν την τουρκική υπηκοότητα. Από τον Ιανουάριο έως τον Νοέμβριο του 2022 έχουν πωληθεί συνολικά 14.000 ακίνητα σε Ρώσους, έναντι μόλις 2.900 το 2019.
Εναλλακτική λύση στις δυτικές αγορές;
Ρωσία και Τουρκία θέτουν ως στόχο να αυξήσουν τον συνολικό όγκο των διμερών εμπορικών ανταλλαγών στα 100 δισεκατομμύρια δολάρια ως το 2030. Συν τοις άλλοις η Ρωσία έχει εξαγγείλει “τον μεγαλύτερο ενεργειακό κόμβο της Ευρώπης” σε τουρκικό έδαφος και σήμερα κατασκευάζει το πρώτο πυρηνικό εργοστάσιο στην Τουρκία, αξίας 20 δις δολαρίων, ενώ σχεδιάζει άλλα δύο.
Πάντως, ο Ερντάλ Γιαλτσίν υποστηρίζει ότι “βραχυπρόθεσμα η στροφή της Τουρκίας προς τη Ρωσία μπορεί να έχει πλεονεκτήματα, αλλά σε τελική ανάλυση δεν είναι βιώσιμη”, καθώς “μόνο οι εμπορικές συναλλαγές με την Ευρώπη εγγυώνται, μακροπρόθεσμα, περισσότερες θέσεις εργασίας”. Παρόμοια άποψη εκφράζει ο επικεφαλής του Γερμανοτουρκικού Επιμελητηρίου Τίλο Παλ. “Μακροπρόθεσμα η Γερμανία παραμένει ο πιο σημαντικός εξαγωγικός προορισμός για τις τουρκικές επιχειρήσεις”, εκτιμά ο Γερμανός μάνατζερ μιλώντας στο πρακτορείο DPA.
Πηγή: Deutsche Welle