Η Ιταλία προσπαθεί ακόμη να κατανοήσει την πλήρη σημασία και τις συνέπειες της σύλληψης του “νονού των νονών”, του αρχηγού της Κόζα Νόστρα Ματέο Μεσίνα Ντενάρο. Οι καραμπινιέροι τον εντόπισαν και τον συνέλαβαν έξω από την κλινική Λα Μανταλένα του Παλέρμο, πρωτεύουσας της Σικελίας, νωρίς το πρωί την περασμένη Δευτέρα. Και η σύλληψή του -το τέλος της φυγοδικίας του- συνεχίζει να αποτελεί κύρια είδηση σε όλα τα μέσα ενημέρωσης της χώρας.
Ο Μεσίνα Ντενάρο θεωρείται ο τελευταίος αδιαμφισβήτητος “αρχινονός” της Κόζα Νόστρα, διάδοχος του Τοτό Ριίνα και του Μπερνάρντο Προβεντσάνο. Οδηγήθηκε σε φυλακή ύψιστης ασφαλείας, έπειτα από τριάντα ολόκληρα χρόνια φυγοδικίας και αμέτρητες ώρες ερευνών και παρακολουθήσεων.
To “βιογραφικό” του δείχνει ότι έμαθε να δρα ως αδίστακτος εγκληματίας από πολύ νωρίς: ο πατέρας του, ο Τσίτσο Μεσίνα Ντενάρο, ήταν επίσης μεγαλομαφιόζος. Στα 18 του διέπραξε την πρώτη του δολοφονία και ευθύνεται για τον θάνατο τουλάχιστον τριών μικρών παιδιών. Ο επικεφαλής του σικελικού οργανωμένου εγκλήματος στην αρχή της δεκαετίας του 1990 στήριξε και εφάρμοσε την σκληρή γραμμή της ανοικτής σύγκρουσης με το ιταλικό κράτος, με τις δολοφονίες των εισαγγελέων Τζοβάνι Φαλκόνε και Πάολο Μπορσελίνο, αλλά και βομβιστικές επιθέσεις σε κεντρικά σημεία του Μιλάνου, της Ρώμης και της Φλωρεντίας. Κύριος στόχος του, να πετύχει την “χαλάρωση” των μέτρων αυστηρής κράτησης και της απομόνωσης που προβλέπονταν -και συνεχίζουν να προβλέπονται- για τους “νονούς” που βρίσκονται στα σωφρονιστικά ιδρύματα της χώρας.
Εκτός απ’ όλα αυτά όμως, εκείνο στο οποίο επικεντρώθηκε ο 60χρονος σήμερα αρχιμαφιόζος, ήταν η αλλαγή του “σκληρού πυρήνα δραστηριοτήτων” της Κόζα Νόστρα. Αποφάσισε να σταματήσει να δίνει σχεδόν αποκλειστικό βάρος στο εμπόριο ναρκωτικών και επεκτάθηκε σε πολλούς άλλους τομείς. Από την αιολική ενέργεια, μέχρι την αγορά μεγάλων αλυσίδων σούπερ μάρκετ και τις τουριστικές υποδομές. Δραστηριότητες που παρουσιάζουν πιο περιορισμένο ρίσκο από τα ναρκωτικά και παρέχουν δυνατότητες για εύκολο ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.
Πέρα, βέβαια, απ’ όλα αυτά τα στοιχεία, υπάρχει και ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης της όλης αυτής ιστορίας. Το ερώτημα είναι σαφές και σχεδόν αυτονόητο: πώς είναι δυνατόν ο Μεσίνα Ντενάρο να παρέμεινε επί τρεις δεκαετίες, φυγόδικος χωρίς να έχει απομακρυνθεί από την Σικελία; Συνελήφθη στο χωριό Καμπομπέλο Ντι Ματζάρα, το οποίο απέχει μόλις επτά χιλιόμετρα από το Καστελβετράνο, όπου γεννήθηκε και ζει ακόμη η μητέρα του. Την εβδομάδα που αφήνουμε πίσω μας, οι καραμπινιέροι και η ιταλική οικονομική αστυνομία εντόπισαν τρία διαφορετικά κρησφύγετα, πάντα στην ίδια περιοχή. Κάτι που δείχνει ότι αδιαμφισβήτητα συνεχίζει να υπάρχει ένα τεράστιο πρόβλημα ανοχής, συγκάλυψης και συνενοχής.
Φτάνει να αναφέρει κανείς λίγα παραδείγματα. Ο πανίσχυρος “νονός” υποβλήθηκε τα περασμένα χρόνια σε δύο χειρουργικές επεμβάσεις και από το 2020, ερχόταν σε στενή επαφή με γιατρούς και νοσοκόμους, εφόσον τον Νοέμβριο του 2020 διαγνώσθηκε με καρκίνο στο κόλον. Χρησιμοποιούσε το πλαστό όνομα Αντρέα Μποναφέντε, αλλά είναι αδύνατον ένα σημαντικό μέρος των ανθρώπων που συναναστρεφόταν, να μην γνώριζε ότι επρόκειτο για τον σημαντικότερο καταζητούμενο της χώρας. Άλλωστε ο Αντρέα Μποναφέντε είναι υπαρκτό πρόσωπο. Ζει στην Σικελία και έχει την ίδια ηλικία με τον “νονό”. Και, όπως δείχνει να προκύπτει από τις μέχρι τώρα έρευνες, “δάνεισε” οικειοθελώς τα προσωπικά του στοιχεία στον στυγερό αυτό εγκληματία.
Ο Ιταλός εισαγγελέας Μαουρίτσιο Ντε Λουτσία δήλωσε λίγο μετά τη σύλληψη του Μεσίνα Ντενάρτο ότι πρέπει όλοι να προβληματισθούν και ότι παρά τις όποιες προσπάθειες, συνεχίζει να υπάρχει ένα μέρος της αστικής τάξης, που προσφέρει κάλυψη και βοήθεια στους μαφιόζους. Πρόκειται για γιατρούς, ιθύνοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης και όχι μόνον.
Από την μια, έξω από την κλινική Λα Μανταλένα, μόλις έγινε γνωστή η είδηση της σύλληψης, συγκεντρώθηκαν αυθόρμητα αρκετοί πολίτες και άρχισαν να χειροκροτούν τους καραμπινιέρους. Από την άλλη, όμως, την Πέμπτη, σε κινητοποίηση που είχε οργανωθεί στο Καστελβετράνο, δίπλα στο σπίτι του Μεσίνα Ντενάρο, με σύνθημα “όχι στην μαφία”, έδωσαν το “παρών” ελάχιστοι κάτοικοι. Οι δημοσιογράφοι που κάλυψαν την πρωτοβουλία ήταν περισσότεροι από τους διαδηλωτές. Δύο Σικελίες, αλλά και δύο Ιταλίες με τρόπο σκέψης και καθημερινή δράση εκ διαμέτρου αντίθετες.
“Ο αρχηγός της μαφίας είναι άρρωστος, ίσως πεθάνει αρκετά σύντομα. Μήπως τελικά αποφάσισε να παραδοθεί ακριβώς για τον λόγο αυτό;”, είναι το ερώτημα που θέτουν πολλοί σχολιαστές. Μπορεί να είναι έτσι, ή αναγκαστικά, λόγω της υγείας του, μπορεί να είχε μειώσει το επίπεδο των μέτρων προστασίας που όλα αυτά τα χρόνια του εγγυήθηκαν την ατιμωρησία. Πιθανόν να μην το μάθουμε ποτέ με βεβαιότητα, αλλά σε κάθε περίπτωση αυτό δεν ακυρώνει την τεράστια δουλειά των Ιταλών εισαγγελέων, αστυνομικών και καραμπινιέρων.
Το κύριο πρόβλημα, όμως, η μεγάλη πρόκληση από εδώ και πέρα, είναι τι μπορεί να γίνει για να περιοριστεί η δύναμη της μαφίας μέσα στην κοινωνία – στα χωριά, στις πόλεις, στις εμπορικές επιχειρήσεις και σε σημαντικό μέρος της “αστικής τάξης” της Κάτω Ιταλίας. Αρχίζοντας προφανώς από την δημιουργία μιας υγιούς και καθ΄όλα νόμιμης οικονομικής ανάπτυξης· η οποία να μπορέσει να φέρει θέσεις εργασίας χωρίς να είναι πλέον ανάγκη να διαμεσολαβεί ο κάθε μαφιόζος τσιφλικάς.
Πηγή: ΑΠΕ