ΜΟΣΧΑ. Στο ακροδεξιό εθνικιστικό Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα (LDPR) της Ρωσίας εντάχθηκε ο πρώην έμπορος όπλων Βίκτορ Μπουτ, ο οποίος επέστρεψε στη γενέτειρά του την περασμένη εβδομάδα από τις αμερικανικές φυλακές, αφού ανταλλάχθηκε με την Αμερικανίδα αθλήτρια του μπάσκετ Μπρίτνεϊ Γκράινερ.
Σε βίντεο που δημοσίευσε στην εφαρμογή Telegram, ο ηγέτης του φιλικά προσκείμενου στο Κρεμλίνο LDPR, Λεονίντ Σλούτσκι, είπε, ενώ στεκόταν δίπλα στον Μπουτ: «Θέλω να ευχαριστήσω τον Βίκτορ Ανατόλιεβιτς για την απόφασή του και τον καλωσορίζω στις τάξεις του καλύτερου πολιτικού κόμματος στη σύγχρονη Ρωσία».
Παρά την ονομασία του, το LDPR προωθεί από την εποχή της ίδρυσής του, το 1991, ακραία εθνικιστική και ξενοφοβική ιδεολογία με συνεχείς εκκλήσεις προκειμένου η Ρωσία να εισβάλει στα κράτη της πρώην ΕΣΣΔ και του πάλαι ποτέ Συμφώνου της Βαρσοβίας, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας The Guardian. Το κόμμα λειτούργησε επίσης ως όχημα πολιτικής ανάδειξης του πρώην πράκτορα της KGB Αντρέι Λουγκοβόι, ο οποίος κατηγορήθηκε από τη Βρετανία για τη δολοφονία του Ρώσου αντικαθεστωτικού Αλεξάντρ Λιτβινένκο. Ο Λουγκοβόι εξελέγη στη Δούμα με το ψηφοδέλτιο του LDPR.
Ο Μπουτ, η αποφυλάκιση του οποίου παρουσιάστηκε ως μεγάλη επιτυχία της ρωσικής διπλωματίας, δήλωσε χθες σε ρωσικά μέσα ενημέρωσης ότι δεν έχει άμεσα σχέδια συμμετοχής σε εκλογές. Την ένταξη του εμπόρου όπλων στο εθνικιστικό κόμμα χαιρέτισαν προσωπικότητες του κύκλου του προέδρου Πούτιν. «Ο Βίκτορ Μπουτ δεν είναι άτομο, είναι παράδειγμα ευθύτητας. Ο Μπουτ θα αποτελέσει ιδανικό αρχηγό για κάθε κόμμα και κάθε κίνημα», τόνισε ο επιχειρηματίας Γεβγκένι Πριγκοζίν, ιδρυτής του ομίλου μισθοφόρων Wagner και στενός σύμμαχος του Ρώσου προέδρου.
Σχολιάζοντας τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο Μπουτ σημείωσε: «Ξέρω ότι θα νικήσουμε». Ερωτηθείς για την εμπειρία του σε αμερικανικές φυλακές υψίστης ασφαλείας, ο Μπουτ είπε ότι τα σωφρονιστήρια αυτά δημιουργήθηκαν στα πρότυπα φυλακών του ναζιστικού καθεστώτος της Γερμανίας.
Ο Μπουτ, απόστρατος πιλότος της σοβιετικής πολεμικής αεροπορίας, που φέρεται να διατηρεί δεσμούς με τις ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών, υποστήριξε ότι θα πολεμούσε ευχαρίστως ως εθελοντής στα πεδία μαχών της Ουκρανίας εάν διέθετε «την ευκαιρία και τις αναγκαίες δεξιότητες».
Σε ό,τι αφορά τον πόλεμο και τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο Μπουτ επανέλαβε πιστά τη γραμμή του Κρεμλίνου, λέγοντας: «Αναρωτιέμαι γιατί δεν το κάναμε νωρίτερα;». Ο «έμπορος του θανάτου», όπως αποκαλούσε ο αμερικανικός Τύπος τον Μπουτ, προέβλεψε επίσης τη συντριβή του δυτικού πολιτισμού: «Αυτό που συμβαίνει σήμερα στη Δύση αποτελεί απλά πολιτισμική αυτοκτονία. Πραγματοποιείται μάλιστα σε κάθε τομέα και γεωγραφική ζώνη, με τα ναρκωτικά και το κίνημα των ομοφυλοφίλων, μεταξύ άλλων».
Τον Μπουτ εξέδωσαν οι Αρχές της Ταϊλάνδης στις ΗΠΑ το 2010, όταν πράκτορες της αμερικανικής υπηρεσίας DEA εμφανίστηκαν ως αγοραστές όπλων για το μαρξιστικό αντάρτικο των FARC στην Κολομβία. Ο Μπουτ ισχυρίσθηκε στην απολογία του ότι ήταν ένας απλός επιχειρηματίας διεθνών μεταφορών και ότι είχε πέσει θύμα αμερικανικής πλεκτάνης. Δικαστήριο της Νέας Υόρκης τον καταδίκασε σε κάθειρξη 25 χρόνων.
Πηγή: Reuters