Ο Λούις Άρμστρονγκ έκανε το πρώτο του υπερατλαντικό ταξίδι τον Ιούλιο του 1932, ταξιδεύοντας από τη Νέα Υόρκη στο Πλίμουθ της Αγγλίας, με το υπερωκεάνιο RMS Majestic.
Ήταν μια θριαμβευτική επίσκεψη για τον Άρμστρονγκ, ο οποίος ως τρομπετίστας και ως τραγουδιστής είχε ήδη κάνει αίσθηση και στις δύο πλευρές του ωκεανού.
Η περιοδεία του Αμερικανού μουσικού της τζαζ και οι τεταμένες σχέσεις με τον μάνατζέρ του, λευκό γκάγκστερ Τζόνι Κόλινς, είναι ένα από τα πολλά κομβικά γεγονότα που προβάλλονται στο «Louis Armstrong’s Black & Blues» ένα αποκαλυπτικό νέο ντοκιμαντέρ της Apple TV+.
Ο Σάσα Τζένκινς, που ειδικεύεται στο hip-hop και τη rap, είναι ο σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ που ταξίδεψε πίσω στο χρόνο για να συναντήσει τον Λούις Άρμστρονγκ στη Νέα Ορλεάνη και τη Νέα Υόρκη, να εργάζεται σκληρά για να εδραιωθεί ως ένας από τους σημαντικότερους τρομπετίστες και τραγουδιστές της τζαζ όλων των εποχών.
Το «Louis Armstrong’s Black & Blues» βασίζεται κυρίως σε αρχειακό υλικό, ηχογραφήσεις στο σπίτι και προσωπικές επιστολές για να αφηγηθεί την ιστορία του Άρμστρονγκ. Ο ράπερ Nas δανείζει τη φωνή του σε αυτές τις επιστολές.
Το ντοκιμαντέρ ρίχνει φως στους κινδύνους που αντιμετώπιζαν οι Αφροαμερικανοί διασκεδαστές της εποχής και εξερευνά την πολύπλευρη εμπειρία του Άρμστρονγκ ως μαύρου Αμερικανού μουσικού που ενηλικιώθηκε τον 20ο αιώνα, υπομένοντας τα χειρότερα και κατά κάποιο τρόπο ενσαρκώνοντας τα καλύτερα.
Νωρίτερα στη ζωή του, ο Σάσα Τζένκινς δεν έβλεπε τον Άρμστρονγκ ως σύμβολο των πολιτικών δικαιωμάτων. «Το αφήγημα ήταν ότι αυτός ο τύπος είναι πουλημένος, χαμογελάει πάντα στον λευκό άνδρα», ανέφερε ο Τζένκινς στο Realscreen. «Αλλά μαθαίνεις όλα αυτά τα πράγματα… ότι έκανε κράτηση σε αυτά τα φανταχτερά ξενοδοχεία που δεν εξυπηρετούσαν, ούτε δέχονταν μαύρους και έλεγε: “Αν δεν μπορώ να μείνω, δεν θα παίξω”. Αυτός είναι ακτιβισμός, αυτό είναι αλλαγή», υπογράμμισε.
Το ντοκιμαντέρ φέρει τον τίτλο της διασκευής του Άρμστρονγκ στο «Black and Blue» του Φατς Ουάλερ, το οποίο «έχει ονομαστεί το πρώτο πραγματικό τραγούδι διαμαρτυρίας της αμερικανικής μουσικής ενάντια στη φυλετική ανισότητα» σύμφωνα με άρθρο του Πριντό στην εφημερίδα «The Guardian» το 2020.