Μενέλαος Τασιόπουλος
Η επιχείρηση αποσταθεροποίησης του πολιτικού σκηνικού στην Ελλάδα δεν δείχνει ότι περπατά µε επιτυχία. Οι δύο πόλοι της διακυβέρνησης, διά των ηγετών τους, Κ. Μητσοτάκη, πρωθυπουργού, και Αλ. Τσίπρα, επικεφαλής της αντιπολίτευσης, δεν αφήνουν µεγάλα περιθώρια σε εξωγενείς, ούτε και εσωτερικούς παράγοντες επιρροής να εξελίξουν αυτού του τύπου σχεδιασµούς τους.
Η Ελλάδα µπορεί να έχει µακρύ παρελθόν σε εκτροπές και ανατροπές εκ του µηδενός, περιπτώσεις που έφθασαν ακόµα και σε γενικευµένες ταραχές και εµφυλίους, αλλά πλέον εκπέµπει πολύ συνεπή µηνύµατα σταθερότητας της λειτουργίας του πολιτεύµατός της. Πέραν της πολιτικής ηγεσίας, και οι ίδιοι οι πολίτες, διά των δηµοσκοπήσεων, όταν ρωτήθηκαν δηλαδή σχετικά, δεν επέδειξαν κανενός είδους διάθεση για τέτοιους πειραµατισµούς και ανατροπές, που προεξοφλούσαν µάλιστα ότι θα στερηθούν του νοµίµου δικαιώµατός τους να εκλέγουν τους πρωθυπουργούς τους και να ορίζουν τις κυβερνήσεις τους µε την ψήφο τους.
Οι επίδοξοι «δολιοφθορείς» της ορθής λειτουργίας της ∆ηµοκρατίας αλλά και της εθνικής κυριαρχίας της χώρας µας, εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης, επιχείρησαν και θα συνεχίσουν για λίγο ακόµα να επιχειρούν να επαναφέρουν την Ελλάδα και τη διακυβέρνησή της υπό «καθεστώς Μνηµονίων», µε δοτές κυβερνήσεις-κουρελού και «ύπατους αρµοστές»-κυβερνήτες, επιλεγµένους από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο, αντί για τους εκλεγµένους από τον ελληνικό λαό επικεφαλής των κοµµάτων διακυβέρνησης, που συγκεντρώνουν ως κυβέρνηση και αξιωµατική αντιπολίτευση στο σύνολο τη συντριπτική πλειοψηφική επιλογή των πολιτών. Τι σηµαίνει κάτι τέτοιο; Απλώς, ότι η Ελλάδα θα µπορούσε να επιστρέψει σε καθεστώς, πολιτικά και θεσµικά πλέον και όχι µόνον οικονοµικά και δηµοσιονοµικά, «failed state» ( αποτυχηµένο κράτος), µε τους πολίτες της να κηρύσσονται ανίκανοι ή ανώριµοι να επιλέγουν τις κυβερνήσεις και τους πρωθυπουργούς τους, µε το µέλλον τους να κρίνεται από τις βουλές και τις στρατηγικές της «τεχνοκρατίας» των Βρυξελλών και των λόµπι επιρροής εκεί.
Μια απολύτως νεο-αποικιοκρατική θεώρηση πραγµάτων, που πολιτικά στη χώρα µας και εντός του κοινοβουλευτικού µας συστήµατος διακινείται από το τρίτο και σοβαρά υπολειπόµενο σε αποδοχή έναντι των δύο κοµµάτων διακυβέρνησης, όχι µόνον του πρώτου, που στηρίζει την κυβέρνηση, αλλά και του δεύτερου, που καθορίζει µε τη στρατηγική του και το ύφος του την αντιπολίτευση, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ. Τι δείχνει ότι εκτιµά το κόµµα της ήσσονος αντιπολίτευσης; Οτι το θεσµικό και πολιτειακό σύστηµα της Ελλάδας το εγγυάται η ευρωπαϊκή (κεντρική) διοίκηση των µη δηµοκρατικά εκλεγµένων δοµών και τα δηµοκρατικά (συνταγµατικά) δικαιώµατα των πολιτών προστατεύονται από το χωρίς οριζόµενες εκτελεστικές αρµοδιότητες ως προς τη διοίκηση της Ενωσης «φόρουµ»-πρόσχηµα στην ουσία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τις πέριξ αυτού ΜΚΟ.
Το ΠΑΣΟΚΚΙΝ.ΑΛ., ουσιαστικά µε τις προτάσεις και τις στρατηγικές του ως προς την επιλογή πρωθυπουργού, τον σχηµατισµό κυβέρνησης και την κεντρική στρατηγική της χώρας, παραπέµπει σε πολιτειακό καθεστώς «φωτισµένης δεσποτείας» υπό την Ευρωπαϊκή Σοσιαλδηµοκρατία και όχι Εθνικά και Λαϊκά οριζόµενης ∆ηµοκρατίας. Ποια είναι η κατάσταση των πραγµάτων στην Ελλάδα σήµερα; Ο κύκλος της ∆ΕΘ έκλεισε. Ο πρωθυπουργός, κ. Μητσοτάκης, µε την οµιλία του αρχικά και µε την πολύωρη συνέντευξη Τύπου στη συνέχεια, έδωσε το στίγµα του και εξήγησε τις στρατηγικές και τις πολιτικές του επιλογές στα κύρια ζητήµατα της επικαιρότητας. Από το περιεχόµενο και το ύφος της οµιλίας του έγινε φανερό ότι στόχος του ήταν να αντιδράσει στο «τοξικό» κλίµα πολιτικής αντιπαράθεσης, να είναι σαφής και θετικός, χωρίς να κρύβει τα προβλήµατα, αλλά και να επισηµαίνει τον δυναµισµό των κυβερνήσεών του να τα ανασχέσουν.
Σε σχέση µε τις επερχόµενες εκλογές, ο πρωθυπουργός ζήτησε αποφασιστική ψήφο στήριξης στις εκλογές µε απλή αναλογική, ώστε να υπάρξει ψήφος αυτοδυναµίας στις επόµενες εκλογές µε ενισχυµένη αναλογική. Από την πλευρά του, ο επικεφαλής της αντιπολίτευσης, κ. Τσίπρας, µία εβδοµάδα µετά κινήθηκε στη δική του οµιλία στη ∆ΕΘ χωρίς «τοξικότητα», µε θεσµικό και επίσηµο τρόπο, αναλύοντας τη δική του στρατηγική έναντι των προβληµάτων και των σε εξέλιξη κρίσεων που αντιµετωπίζει ή θα κληθεί να αντιµετωπίσει η χώρα, υπογραµµίζοντας τη διαφορετικότητα των προσεγγίσεων του ΣΥΡΙΖΑ έναντι της Ν.∆., χωρίς επίσης προσωπικές επιθέσεις προς τον κ. Μητσοτάκη. Στη δική του προσέγγιση, που υποστηρίζει την απλή αναλογική, προέκρινε την ισχυρή ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ στην πρώτη εκλογή, που θα του επιτρέψει να αναλάβει πρωθυπουργός, µε µια κυβέρνηση ευρύτερου συνασπισµού. Οµως, «ξεκαθάρισε» τη θέση της αξιωµατικής αντιπολίτευσης, διαχωρίζοντάς την από τους επίδοξους «δολιοφθορείς» λέγοντας όχι σε τυχόν «κυβέρνηση ηττηµένων» από το δεύτερο, τρίτο, τέταρτο κόµµα, µε «δοτό» πρωθυπουργό. Μητσοτάκης και Τσίπρας είναι διαφορετικοί πολιτικοί και ηγέτες σε όλα τους. Νέα ∆ηµοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ είναι κόµµατα διαφορετικής δοµής, ιδεολογίας και στρατηγικής. Η ∆ηµοκρατία, όµως, στηρίζεται στο δικαίωµα της επιλογής. Αυτό προϋποθέτει θεσµικά τον διπολισµό…
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 24 Σεπτεμβρίου 2022