Στα ελληνοτουρκικά αναφέρθηκε για ακόμη μια φορά ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στέλνοντας εκ νέου μήνυμα στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αποκαλύπτοντας άγνωστες πτυχές της συνάντησης στην Κωνσταντινούπολη και κάνοντας τον απολογισμό της τριετούς θητείας του.
Μιλώντας στον ΣΚΑΪ, ο πρωθυπουργός είπε ότι ξεκίνησε με καλή διάθεση την συνεννόηση του με τον τούρκο πρόεδρο, αλλά ακολούθησε το παράνομο μνημόνιο με Λιβύη, η εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού και το καυτό καλοκαίρι του 2020.
«Είχαμε αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που έθεσε την Τουρκία προ των ευθυνών της, τονίζοντας ότι εάν θέλει να έρθει κατά στην Ευρώπη να μην αμφισβητεί κυριαρχικά δικαιώματα άλλων χωρών, αλλιώς απομακρύνεται από την ευρωπαϊκή προοπτική. Έχουμε αυτοπεποίθηση στην υπεράσπιση των θέσεων μας εκτιμώ ότι δεν θα έχουμε την ίδια ένταση όπως το 2020» είπε.
Το παρασκήνιο της συνάντησης
Επισήμανε ότι η τελευταία συνάντηση έγινε σε καλό κλίμα αλλά «ήμουν σαφής: δεν θα υπάρχει βελτίωση σχέσεων όσο υπάρχει αμφισβήτηση της κυριαρχίας, δεν θα δεχθώ υπερπτήσεις πάνω από τα νησιά. Ήμουν ξεκάθαρος».
«Εάν δεν το κατάλαβε ο Ερντογάν δεν φταίω εγώ. Το ότι συζητάμε με την Τουρκία δεν σημαίνει ότι δεν θα αξιοποιήσουμε το πλαίσιο των συμμαχιών μας για να υποστηρίξουμε τα εθνικά μας δίκαια. Τα θέτω και σε επίπεδο ΕΕ αυτά τα ζητήματα και παντού» πρόσθεσε.
Ερωτηθείς για την προμήθεια αμερικανικών F-16 στην Τουρκία, ο κ. Μητσοτάκης διαμήνυσε πως η Ελλάδα δεν έχει τη δυνατότητα να μπλοκάρει εσαεί την προμήθεια όπλων από τις ΗΠΑ στην Τουρκία.
«Μπορούμε να εξηγήσουμε όμως στις ΗΠΑ ότι η προμήθεια όπλων στην Τουρκία που αμφισβητεί την κυριαρχία άλλης σύμμαχου χώρας δεν είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ» εξήγησε.
Και πρόσθεσε ο πρωθυπουργός: «Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τις διαφορές μας με την Τουρκία, εάν δεν μπορέσουμε να τις επιλύσουμε. Γνωρίζω πολύ καλά ότι κάποια στιγμή θα ξανασυζητήσουμε με τον Ερντογάν, όπως ξεχάσαμε τα όσα είχαν λεχθεί με αφορμή τον Έβρο. Η πρόθεση μας δεν είναι να απομονώσουμε την Τουρκία, θέλουμε να συμφωνήσουμε ότι ο τρόπος επίλυσης των διαφορών μας δεν μπορεί να είναι άλλος από το διεθνές δίκαιο».