Quantcast

Ουκρανία: «Ένοχη για υποκίνηση γενοκτονίας η Ρωσία», υποστηρίζει έρευνα εμπειρογνωμόνων

Έκθεση 30 διεθνώς αναγνωρισμένων επιστημόνων διαπιστώνει «εύλογους λόγους να συμπεράνουμε» ότι η Μόσχα παραβιάζει τη Σύμβαση της Γενεύης

Η Ρωσία είναι ένοχη για υποκίνηση γενοκτονίας και πρόθεση διάπραξης γενοκτονίας στην Ουκρανία, υποχρεώνοντας νομικά άλλες χώρες να την αποτρέψουν, σύμφωνα με νέα έκθεση περισσότερων από 30 διεθνώς αναγνωρισμένων νομικών και εμπειρογνωμόνων.

Όπως αναφέρεται σε άρθρο του Guardian, η έκθεση, η οποία συντάχθηκε από δύο δεξαμενές σκέψης, το Ινστιτούτο New Lines στην Ουάσιγκτον και το Κέντρο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Raoul Wallenberg στο Μόντρεαλ, διαπίστωσε ότι υπάρχουν «εύλογοι λόγοι να συμπεράνουμε» ότι η Ρωσία παραβιάζει ήδη δύο άρθρα της Σύμβασης για την Πρόληψη και Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας του 1948, με τη δημόσια υποκίνηση γενοκτονίας και με τη βίαιη μεταφορά παιδιών από την Ουκρανία στη Ρωσία, η οποία – όπως σημειώνει η έκθεση – αποτελεί από μόνη της πράξη γενοκτονίας, σύμφωνα με το άρθρο ΙΙ της Σύμβασης.

Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι υπάρχει «σοβαρός κίνδυνος γενοκτονίας στην Ουκρανία, γεγονός που ενεργοποιεί τη νομική υποχρέωση όλων των κρατών να αποτρέψουν τη γενοκτονία» βάσει της Σύμβασης. Τα κράτη δεν θα μπορούν να λένε ότι δεν γνώριζαν τον κίνδυνο, προειδοποιεί η έκθεση, αλλά ούτε η έκθεση, ούτε kai η Σύμβαση του 1948 προβλέπουν ποιες ενέργειες πρέπει να κάνουν οι ξένες κυβερνήσεις, επισημαίνεται στο άρθρο του Guardian.

Η έκθεση απλώς σημειώνει «μια ελάχιστη νομική υποχρέωση των κρατών να αναλάβουν εύλογα μέτρα, για να συμβάλουν στην πρόληψη της γενοκτονίας και στην προστασία των ευάλωτων Ουκρανών πολιτών από τον άμεσο κίνδυνο γενοκτονίας».

Ο Τζο Μπάιντεν χαρακτήρισε τις ρωσικές θηριωδίες στην Ουκρανία ως «γενοκτονία» τον Απρίλιο και ορισμένες άλλες κυβερνήσεις ακολούθησαν το παράδειγμά του, αν και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε ότι τελικά εναπόκειται σε δικαστήριο να αποφασίσει.

Ο επικεφαλής εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, Καρίμ Χαν, ηγείται έρευνας για εγκλήματα πολέμου και έχει την εξουσία να απαγγείλει κατηγορίες για γενοκτονία, εάν θεωρεί ότι υπάρχουν αποδείξεις για πρόθεση »καταστροφής, εν όλω ή εν μέρει», του ουκρανικού λαού.

«Δεν έχω ξαναδεί κάτι παρόμοιο με αυτή την έκθεση τόσο νωρίς κατά τη διάρκεια μιας σύγκρουσης», δήλωσε η Τάνια Ντόμι, μία από τους εμπειρογνώμονες που συνέβαλαν στην σύνταξή της και επίκουρη καθηγήτρια στη Σχολή Διεθνών και Δημοσίων Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Κολούμπια. «Νομίζω ότι η τεκμηρίωση των εγκλημάτων στην Ουκρανία ξεπερνά οτιδήποτε έχουμε δει στο πρόσφατο παρελθόν».

Η έκθεση βρίσκει άφθονες αποδείξεις για υποκίνηση σε γενοκτονία, σημειώνοντας ότι η ηγεσία του Κρεμλίνου και οι σχολιαστές των ρωσικών κρατικών μέσων ενημέρωσης αρνούνται σταθερά την ύπαρξη διακριτής ουκρανικής ταυτότητας, «υπονοώντας ότι όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως Ουκρανοί απειλούν την ενότητα της Ρωσίας ή είναι ναζιστές και επομένως αξίζουν τιμωρίας».

«Η άρνηση της ύπαρξης προστατευόμενων ομάδων αποτελεί ειδικό δείκτη γενοκτονίας, σύμφωνα με τον οδηγό των Ηνωμένων Εθνών για την αξιολόγηση του κινδύνου μαζικών θηριωδιών», αναφέρει η έκθεση.

Εξετάστηκε επίσης η γλώσσα που χρησιμοποιούσαν οι Ρώσοι αξιωματούχοι και απεικόνιζαν τους Ουκρανούς ως κατά κάποιο τρόπο «υπανθρώπους», με όρους όπως «ζόμπι», «κτηνώδεις» ή «υποτελείς», ή ως άρρωστους ή μολυσμένους, χρησιμοποιώντας λέξεις όπως «αποβράσματα» και «βρωμιά».

«Αυτό που λένε είναι: αν είσαι Ουκρανός, είσαι ναζί και επομένως θα σε σκοτώσουμε», δήλωσε ο Ντόμι. «Λένε ότι είναι ένα ναζιστικό καθεστώς και αυτό σημαίνει ότι κυνηγούν τους Ουκρανούς και το ουκρανικό κράτος, με σκοπό την εξάλειψη και την καταστροφή».

«Έγκλημα χωρίς τιμωρία»

Με την έκδοση γενικών διαψεύσεων για τις θηριωδίες και με την επιβράβευση στρατιωτών που είναι ύποπτοι για μαζικές δολοφονίες, όπως έκανε ο Πούτιν με τις μονάδες που βρίσκονταν στην Μπούκα την εποχή των μαζικών δολοφονιών αμάχων εκεί, το Κρεμλίνο επιτρέπει στις ρωσικές δυνάμεις να διαπράξουν περισσότερα εγκλήματα πολέμου και προετοιμάζει το ρωσικό κοινό να τα συγχωρεί, αναφέρει η έκθεση.

Η δημόσια υποκίνηση την εποχή της εισβολής υποδεικνύει ένα σχέδιο γενοκτονίας, υποστηρίζουν οι εμπειρογνώμονες, όπως και το μοτίβο των φρικαλεοτήτων που διαπράχθηκαν: οι μαζικές δολοφονίες, ο βομβαρδισμός καταφυγίων και οδών εκκένωσης και ο αδιάκριτος βομβαρδισμός κατοικημένων περιοχών.

Σε αυτή την κατηγορία, η έκθεση επισημαίνει τις πολιορκίες πόλεων όπως η Μαριούπολη, τις 248 επιθέσεις στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης της Ουκρανίας, που καταγράφηκαν από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, καθώς και την καταστροφή ή κατάσχεση ειδών πρώτης ανάγκης, ανθρωπιστικής βοήθειας και σιτηρών.

Εκτοπισμοί και υιοθεσίες παιδιών από Ρώσους

Ένα συστηματικό μοτίβο βιασμών και σεξουαλικής βίας αποτελεί επίσης μέρος μιας συνολικής εικόνας φρικαλεοτήτων, που παραπέμπει σε πρόθεση γενοκτονίας, ανέφεραν οι εμπειρογνώμονες, όπως και η βίαιη μεταφορά πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπων στη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 180.000 παιδιών.

Η έκθεση επικαλείται Ουκρανούς αξιωματούχους, που επισημαίνουν τις σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις στη ρωσική νομοθεσία για την επιτάχυνση των διαδικασιών υιοθεσίας παιδιών από το Ντονμπάς, ενώ τα απαχθέντα παιδιά έχουν αναγκαστεί να παρακολουθήσουν μαθήματα ρωσικών.

«Νομίζω ότι οι αναγκαστικές μεταφορές ανθρώπων είναι απλώς ένα από τα πιο κατάφωρα εγκλήματα, διότι αυτό δείχνει πρόθεση να τους απομακρύνουν από τη χώρα τους. Δεν υπάρχει καμία δυνατότητα των ατόμων αυτών να αντισταθούν», τόνισε η Τάνια Ντόμι.

Το διεθνές δικαστήριο αποφάνθηκε το 2007 ότι τα συμβαλλόμενα κράτη στη Σύμβαση για την Πρόληψη και Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας έχουν την υποχρέωση να λαμβάνουν προληπτικά μέτρα, όταν μαθαίνουν ή θα έπρεπε να έχουν μάθει για την ύπαρξη σοβαρού κινδύνου διάπραξης γενοκτονίας.

«Κάθε κράτος θα καθορίσει τότε αν διαθέτει τα μέσα για να βοηθήσει στην αποτροπή όσων είναι ύποπτοι για την προετοιμασία γενοκτονίας και θα αναλάβει δράση όπως επιτρέπουν οι περιστάσεις», εξήγησε ο Ντέιβιντ Σέφερ, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ για θέματα εγκλημάτων πολέμου και τώρα ανώτερος συνεργάτης του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων.

Όπως σημείωσε μάλιστα, «υπάρχουν πολλές επιλογές: παροχή στρατιωτικού εξοπλισμού, ανθρωπιστική και προσφυγική βοήθεια, οικονομικές κυρώσεις, διπλωματική πίεση, ακόμη και στρατιωτική επέμβαση, η οποία είναι σύμφωνη με τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ».