Με δύο αντίπαλες μεταξύ τους κυβερνήσεις βρίσκεται και πάλι από σήμερα η Λιβύη, αφού το Κοινοβούλιο έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στο υπουργικό συμβούλιο που συγκρότησε ο Φάτι Μπασάγα, ο ισχυρός πρώην υπουργός Εσωτερικών της χώρας.
Η νέα κυβέρνηση θα ορκιστεί ενώπιον του Κοινοβουλίου, που εδρεύει στο Τομπρούκ, την Πέμπτη.
Η κυβέρνηση του Ντμπεϊμπά, που έχει την έδρα της στην Τρίπολη, έκανε λόγο για «προφανή απάτη» στην καταμέτρηση των ψήφων στο Κοινοβούλιο και υποστήριξε ότι δεν είχε εξασφαλιστεί απαρτία προκειμένου να εγκριθεί η κυβέρνηση του Μπασάγα. «Η κυβέρνηση εθνικής ενότητας δηλώνει ότι θα συνεχίσει το έργο της και δεν θα λάβει υπόψη της αυτές τις μικρότητες», πρόσθεσε.
Σε δεύτερη ανακοίνωση που εξέδωσε προειδοποίησε ότι θα θεωρήσει «επίθεση εναντίον της έδρας της κυβέρνησης» οποιαδήποτε «απόπειρα εισόδου στα κτίριά της» και «θα απαντήσει σε τέτοιες ενέργειες όπως προβλέπει ο νόμος».
«Η πιθανότητα επανέναρξης της σύγκρουσης είναι πραγματική, αν και θα μπορούσε να γίνει μια σταδιακή κλιμάκωση και όχι να ξεσπάσει αμέσως», σχολίασε ο Twitter ο Βόλφραμ Λάχερ, ειδικός σε θέματα που αφορούν τη Λιβύη στο γερμανικό ινστιτούτο SWP.
«Ιδού, η Λιβύη επανέρχεται στα ίδια, με μια κυβέρνηση “εθνικής ενότητας” στην Τρίπολη υπό τον Ντμπεϊμπά, η νομιμότητα της οποίας είναι, στην καλύτερη περίπτωση, συζητήσιμη, και με μια άλλη κυβέρνηση, “εθνικής σταθερότητας”, που εγκρίθηκε με εξαναγκασμό από το Κοινοβούλιο στα ανατολικά», σχολίασε εξάλλου ο Εμαντεντίν Μπάντι, ερευνητής στο ινστιτούτο προβληματισμού Global Initiative.
Ο Ντμπεϊμπά ανέλαβε πέρσι τον Φεβρουάριο επικεφαλής της μεταβατικής κυβέρνησης, με στόχο να οδηγήσει τη χώρα σε προεδρικές και βουλευτικές εκλογές τον περασμένο Δεκέμβριο. Όμως οι εκλογές αναβλήθηκαν επ’ αόριστον λόγω των συνεχιζόμενων διαφωνιών των δύο πλευρών. Την περασμένη εβδομάδα ο Ντμπεϊμπά είπε ότι θέλει να οργανώσει βουλευτικές εκλογές πριν από τον Ιούνιο.
Ο 59χρονος Μπασάγα έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό όταν ανέλαβε υπουργός Εσωτερικών, το 2018. Τον Δεκέμβριο, ενώ διαφαινόταν η αναβολή των προεδρικών εκλογών στις οποίες ήταν και ο ίδιος υποψήφιος, προσέγγισε το αντίπαλο στρατόπεδο πηγαίνοντας στη Βεγγάζη για να συναντηθεί με τον στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ, «εξ ονόματος της εθνικής συμφιλίωσης».