Είναι κάτι περισσότερο από μία τομή. Είναι μία αποκήρυξη του στάτους κβο. Με την αναγνώριση των αυτονομιστικών εδαφών στις επαρχίες Ντονέτσκ και Λουχάνσκ της ανατολικής Ουκρανίας και ιδιαίτερα με την προέλαση των ρωσικών στρατευμάτων στην περιοχή, η Ρωσία διαγράφει οριστικά την «γκρίζα ζώνη» της περασμένης οκταετίας, κατά την οποία τα συγκεκριμένα εδάφη ανήκαν μεν επισήμως στην Ουκρανία, αλλά στην πραγματικότητα βρίσκονταν υπό ρωσική κυριαρχία. Έκτοτε εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τα εδάφη αυτά. Οι περισσότεροι διέφυγαν στην Ουκρανία, αλλά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι προτίμησαν να εγκατασταθούν στη Ρωσία.
Οι αποκαλούμενες «λαϊκές δημοκρατίες» του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ αυτοανακηρύχθηκαν την άνοιξη του 2014 στην ανατολική Ουκρανία, μετά από μαζικές φιλοδυτικές διαδηλώσεις στο Κίεβο, ενώ είχε προηγηθεί αλλαγή κυβέρνησης. Και οι δύο «λαϊκές δημοκρατίες» ζουν από τη χαλυβουργία και την παραγωγή λιγνίτη. Ενώ όμως το Λουγκάνσκ ήταν μία από τις φτωχότερες περιφέρειες της Ουκρανίας, η περιοχή του Ντονέτσκ απολάμβανε πάντοτε μία σχετική ευημερία. Μάλιστα το 2012 ήταν μία από τις πόλεις, στις οποίες έγιναν παιχνίδια του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Ποδοσφαίρου. Τη διοργάνωση είχαν αναλάβει από κοινού η Πολωνία και η Ουκρανία.
Πώς προέκυψε η απόσχιση
Την άνοιξη του 2014 Ρώσοι πολίτες στην ανατολική Ουκρανία, οι οποίοι ενδεχομένως διατηρούσαν επαφή με τις μυστικές υπηρεσίες, πραγματοποίησαν έφοδο σε δημαρχεία, αλλά και αστυνομικά τμήματα, παίρνοντας ως λάφυρα τα όπλα που βρήκαν. Ακολούθησαν «δημοψηφίσματα» για την απόσχιση από την Ουκρανία και ανακηρύχθηκαν «λαϊκές δημοκρατίες» με ρωσική ηγεσία. Η κυβέρνηση του Κιέβου δεν κατάφερε να καταπνίξει την εξέγερση. Το καλοκαίρι του 2014 οι ουκρανικές δυνάμεις κατάφεραν να ανακτήσουν τα εδάφη αυτά, αλλά τα πράγματα άλλαξαν τον Αύγουστο, όταν, όπως όλα δείχνουν, ο ρωσικός στρατός παρενέβη στην Ουκρανία, κάτι που ωστόσο αρνείται μέχρι σήμερα η Μόσχα. Γεγονός είναι ότι ο ουκρανικός στρατός υπέστη δεινή ήττα στον οικισμό Ιλοβάισκ, νοτιοανατολικά του Ντονέτσκ. Στη συνέχεια οι εχθροπραξίες σταμάτησαν και υπεγράφη η ειρηνευτική συμφωνία του Μινσκ, που ουσιαστικά «πάγωσε» τη γραμμή του μετώπου, προσφέροντας μία ευκαιρία για διπλωματική διαμεσολάβηση.
Ο εκρωσισμός προχωράει με γρήγορους ρυθμούς
Και στις δύο επαρχίες ο εκρωσισμός άρχισε με τη χρήση ρωσικών βιβλίων στα σχολεία και ολοκληρώθηκε με την καθιέρωση ρωσικού νομίσματος. Εκτιμάται ότι οι Ρώσοι ανέλαβαν την εκπαίδευση του στρατού, κάτι που πάντως διαψεύδει η Μόσχα. Η τοπική βιομηχανία κατέρρευσε, αλλά ορισμένες βιομηχανικές μονάδες μεταφέρθηκαν σε ρωσικό έδαφος.
Το 2019 η Μόσχα άρχισε να μοιράζει ρωσικά διαβατήρια στον πληθυσμό των αυτονομιστικών εδαφών. Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις περίπου 80.000 κάτοικοι της ανατολικής Ουκρανίας έχουν αποκτήσει πλέον ρωσική υπηκοότητα. Η προστασία αυτών των «Ρώσων» είναι και το κύριο επιχείρημα που επικαλείται σήμερα η Μόσχα, προκειμένου να αναγνωρίσει τις «λαϊκές δημοκρατίες» του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ. Για την Ουκρανία δεν ήταν εύκολο να χειριστεί νομικά το ζήτημα. Αρχικά αντιμετώπιζε τα αυτονομιστικά εδάφη ως «τρομοκρατικές οργανώσεις», αργότερα έκανε λόγο για «κατεχόμενα εδάφη» και μόλις το 2018 κατονόμασε τη Ρωσία ως «δύναμη» κατοχής. Με κριτήρια του διεθνούς δικαίου, πάντως, και οι δύο περιφέρειες παραμένουν μέρος της ουκρανικής επικράτειας.
Αποσχιστικές τάσεις δεν είχαν εκδηλωθεί στην περιοχή μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το 1991. Ορατός κίνδυνος προέκυψε για πρώτη φορά το 2004, όταν η «πορτοκαλί επανάσταση» απέτρεψε τη νίκη του Βίκτορ Γιανουκόβιτς, φιλορώσου κυβερνήτη του Ντονέτσκ, στις προεδρικές εκλογές της Ουκρανίας. Την εποχή εκείνη το «Κόμμα των Περιφερειών» του Γιανουκόβιτς είχε ήδη απειλήσει με απόσχιση, αλλά δεν τόλμησε να υλοποιήσει τις απειλές του. Όμως το 2010 ο Γιανουκόβιτς κατάφερε να αναδειχθεί τελικά πρόεδρος της Ουκρανίας. Αρχικά τηρούσε πολιτική ίσων αποστάσεων ανάμεσα στη Δύση και στη Ρωσία, αλλά η εμφανώς φιλορωσική στροφή που επιχείρησε τον χειμώνα του 2013/2014 πυροδότησε έντονες αντιδράσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Τελικά ο Γιανουκόβιτς διέφυγε στη Ρωσία, η οποία εκμεταλλεύθηκε το κενό εξουσίας στο Κίεβο, για να προσαρτήσει τη χερσόνησο της Κριμαίας.
Στην ανατολική Ουκρανία οι φιλορωσικές διαθέσεις ήταν λιγότερο εμφανείς από ότι στην Κριμαία. Στις επαρχίες Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ είχε εκδηλωθεί ασφαλώς έντονος σκεπτικισμός απέναντι στη νέα κυβέρνηση του Κιέβου, ενώ κάποιοι ερμήνευαν τη φυγή του Γιανουκόβιτς ως ήττα του φιλορωσικού πληθυσμού. Ωστόσο, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις της εποχής, οι προτιμήσεις ήταν μάλλον μοιρασμένες. Στο Ντονέτσκ ένα ποσοστό γύρω στο 20% υποστήριζε ότι θα υποδεχόταν ως απελευθερωτή τον ρωσικό στρατό, αλλά ένα αντίστοιχο ποσοστό δήλωνε αποφασισμένο να πολεμήσει για την παραμονή στην Ουκρανία.
Πηγή: Deutsche Welle