Quantcast

Κώτσηρας στα Παραπολιτικά 90,1: Η διαφορά μεταξύ των κυβερνήσεων ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ είναι χαώδης

Ακόμη, τόνισε πως έχει γίνει μεγάλη προσπάθεια προκειμένου να αλλάξουν βασικά νομοθετήματα ώστε να υπάρξει νέο περιβάλλον για τους συνλειτουργούς της δικαιοσύνης και τους πολίτες

«Η συζήτηση στη Βουλή επί της πρότασης δυσπιστίας στην κυβέρνηση ήταν μια ευκαιρία επί τρεις ημέρες να γίνουν γνωστά τα πεπραγμένα της κυβέρνησης και να γίνει σύγκριση με την διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ», δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην Κέλλυ Κοντογεώργη ο υφυπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Κώτσηρας.

Τόνισε πως η διαφορά μετά των δύο κυβερνήσεων είναι χαώδης. Σε ότι αφορά το θέμα των παρακολουθήσεων είπε πως από τον Αύγουστο ο πρωθυπουργός πήρε πρωτοβουλίες και η κυβέρνηση έφερε νέο νομοθέτημα που διασφαλίζει την ΕΥΠ και τους πολίτες.

Παράλληλα, ανέφερε πως τα κενά που διαπιστώθηκαν στη λειτουργία της ΕΥΠ η κυβέρνηση τα έφερε στη Βουλή με νέο νόμο.Ακόμη, τόνισε πως έχει γίνει μεγάλη προσπάθεια προκειμένου να αλλάξουν βασικά νομοθετήματα ώστε να υπάρξει νέο περιβάλλον για τους συνλειτουργούς της δικαιοσύνης και τους πολίτες.Ξεκαθάρισε ότι η Δικαιοσύνη λειτουργεί ανεξάρτητα, ενώ ανέφερε ότι για την προστασία των ανηλίκων είπε πως η Ελλάδα ανέλαβε πρωτοβουλίες και αυστηροποίησε το πλαίσιο.
Όπως είπε, προστατεύονται τα θύματα ενώ οι δράστες οδηγούνται στη δικαιοσύνη και αντιμετωπίζουν μεγάλες ποινές.

 

Aναλυτικά οι δηλώσεις του 

Ο υφυπουργός πριν τοποθετηθεί, θέλησε να εκφράσει δημόσια τη συμπαράστασή του στον σταθμό των Παραπολιτικών για την απώλεια του Παναγιώτη Τζένου. «Την τελευταία φορά που είχα βγει στη συγκεκριμένη ζώνη, ήμουν καλεσμένος του Παναγιώτη Τζένου, και επειδή βρίσκομαι σήμερα στη συγκεκριμένη ζώνη θα ήθελα και δημοσίως να εκφράσω τη συμπαράστασή μου και στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ και στην οικογένειά του. Θεώρησα υποχρέωσή μου να το κάνω σήμερα στην εκπομπή σας.

Για την πρόταση δυσπιστίας, τόνισε: «Ήταν μια ευκαιρία εν τέλει η πρόταση δυσπιστίας που έγινε από την πλευρά της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, γιατί δόθηκε η ευκαιρία επί τρεις μέρες να συζητήσουμε τι πραγματικά έχει κάνει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη όλα αυτά τα χρόνια, τα σχεδόν τέσσερα χρόνια διακυβέρνησής της και να τη συγκρίνουμε με τα τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης Αλέξη Τσίπρα και ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Και ξέρετε από τη συζήτηση βγήκαν πολλά συμπεράσματα, τα οποία ήταν και μία ευκαιρία, συμπυκνωμένα, ο ελληνικός λαός να αντιληφθεί πολλά πράγματα. Μην ξεχνάμε ότι αυτή η κυβέρνηση, του Κυριάκου Μητσοτάκη, χειρίστηκε κρίσεις πολύ δύσκολες, την πανδημία, τα ελληνοτουρκικά, την ενεργειακή κρίση που βιώνουμε σήμερα, στηρίζοντας την κοινωνία και στεκούμενη δίπλα σε κάθε Έλληνα πολίτη.

Αυτό το έκανε παράλληλα με την εφαρμογή ενός μεταρρυθμιστικού προγράμματος σε όλους τους τομείς, όπως είχαμε δεσμευθεί προεκλογικά το 2019 στον ελληνικό λαό με τη συμφωνία αλήθειας που είχε αναφέρει τότε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, και βλέπουμε φτάνοντας στο τέλος της τετραετίας πλέον, ότι η διαφορά και η σύγκριση μεταξύ των δύο περιόδων διακυβέρνησης είναι χαώδεις. Διότι, το ’15 – ’19, θυμίζω ότι ξεκινήσαμε με κλειστές τράπεζες, δημοψηφίσματα, μια τοξικότητα άνευ προηγουμένου στην κοινωνία και τον δημόσιο βίο και σήμερα έχουμε μία χώρα η οποία στέκεται με πολύ μεγάλη αξιοπιστία στο διεθνές περιβάλλον, στέκεται με μία πολύ μεγάλη παρεμβατικότητα των θέσεών της στο διεθνές περιβάλλον, έχει στηρίξει τον μέσο Έλληνα πολίτη σε πολύ δύσκολες καταστάσεις, και συνεχίζει να προσπαθεί καθημερινά να δίνει λύσεις στα πραγματικά προβλήματα που έχει ο ελληνικός λαός. Αυτό έρχεται σε πλήρη αντιπαράθεση με μία τοξικότητα που θέλει να συνεχίσει να επιβάλει στον πολιτικό διάλογο η Αξιωματική Αντιπολίτευση, η οποία, ξέρετε, και να λέμε και την αλήθεια, φαίνεται ότι δεν έχει και καμία ανταπόκριση και στην κοινωνία.

 

Εγώ, κυρία Κοντογεώργη, γυρίζω κάθε μέρα την περιφέρειά μου, τη δυτική Αττική, μια δύσκολη περιφέρεια. Ο κόσμος, παρά τα προβλήματα που έχει περάσει τα τελευταία χρόνια, αναγνωρίζει την πολύ μεγάλη προσπάθεια που έχει κάνει αυτή η κυβέρνηση και την εφαρμογή πολιτικών που είναι πραγματικά κοινωνικές. Θα τα συγκρίνουμε και στην κάλπη σε λίγους μήνες και νομίζω ότι ο Έλληνας πολίτη έχει βγάλει τα συμπεράσματά του.

Όσον αφορά στο θέμα των παρακολουθήσεων ο Γιώργος Κώτσηρας με την ιδιότητα του νομικού ανέφερε: «Η συζήτηση έχει ξεκινήσει από το καλοκαίρι. Ο πρωθυπουργός από το πρώτη στιγμή που ετέθη το ζήτημα της επισύνδεσης του κυρίου Ανδρουλάκη, πήρε πρωτοβουλίες, δεν κρύφτηκε. Υπενθυμίζω ότι περίπου πριν από ενάμιση μήνα, ήρθε νέο νομοσχέδιο, μάλιστα ήταν και επισπεύδον υπουργείο, το υπουργείο Δικαιοσύνης, για τη λειτουργία της ΕΥΠ, την οργάνωσή της, αλλά και την ανάγκη να υπάρξει ένα πιο σύγχρονο μοντέλο σε σχέση με την άρση απορρήτου. Το νομικό περιβάλλον πάνω στο οποίο λάμβανε χώρα όλη αυτή η συζήτηση που κάναμε ήταν ένας νόμος του 1994.

Η κυβέρνηση μόλις αντελήφθη το θεσμικό και νομικό κενό που υπήρχε, έφερε ένα νέο, σύγχρονο νομοθέτημα, το οποίο πλέον εφαρμόζεται, το οποίο παράλληλα με τη διασφάλιση της λειτουργίας της ΕΥΠ, διασφαλίζει και τα δικαιώματα όλων των πολιτών, τα οποία μπορούν προφανώς να είναι σε μία ισορροπία.

Σε ερώτηση για τον αν υπάρχει θέμα αξιοπιστίας της ΕΥΠ, ο υπουργός απάντησε: «Δεδομένου ότι έχει γίνει μια μακρά συζήτηση πολύμηνη για το ευρύτερο ζήτημα των επισυνδέσεων, νομίζω ότι χρειαζόταν σίγουρα μια αλλαγή στο νομοθετικό πλαίσιο στον τρόπο λειτουργίας της».

«Αναμφίβολα, όταν έχει γίνει η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, η οποία κατ’ εξοχήν είναι μια πολύ ευαίσθητη κρατική λειτουργία, συνδεδεμένη με τα θέματα Εθνικής Ασφάλειας και την αντιμετώπιση βαριάς εγκληματικότητας, κεντρικό θέμα συζήτησης κατά κύριο λόγο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, η οποία προσπαθεί να δώσει και κάποια στοιχεία κατασκοπευτικής διάστασης, με όλη αυτή τη σκηνοθετική συμπεριφορά που έχει αναπτύξει, νομίζω ότι αναδείχτηκε ότι χρειαζόντουσαν αλλαγές και αυτές οι αλλαγές έγιναν. Γι’ αυτόν τον λόγο προβλέφθηκε ότι στην ηγεσία μπορούν να τοποθετούνται αξιωματικοί διπλωμάτες, ότι θα μπορεί πλέον ο έλεγχος να γίνεται από δύο δικαστικούς, μπορεί να υπάρχει μία υπηρεσία εσωτερικών υποθέσεων, θα μπορεί να υπάρχει μια ‘’διάφανη’’ διαδικασία για την ενημέρωση των πολιτών, θα μπορεί όμως και να υπάρχει μια ισορροπία ανάμεσα στα δικαιώματα που είναι συνταγματικά κατοχυρωμένα για το απόρρητο των επικοινωνιών και ταυτόχρονα διασφαλίζουμε και την εθνική ασφάλεια. Γιατί ξέρετε ότι η χώρα μας, είναι μία χώρα η οποία έχει γείτονες με συγκεκριμένες συμπεριφορές, βλέπουμε τι γίνεται στον Έβρο, βλέπουμε τι περιστατικά έχουν δημιουργηθεί και πρέπει να έχουμε Υπηρεσία Πληροφοριών, η οποία θα πράττει σωστά τη δουλειά της. Γι’ αυτόν τον λόγο, ο πρωθυπουργός από την αρχή πήρε πρωτοβουλίες και τα θεσμικά κενά που διαπιστώθηκαν στον τρόπο λειτουργίας αλλά και στο θεσμικό της πλαίσιο, τα έφερε στη Βουλή με ένα νέο νομοθέτημα. Ξέρετε, οι κυβερνήσεις είναι εδώ έτσι ώστε αν βλέπουν ένα νομοθετικό κενό να παρεμβαίνουν και κρίνονται από τον τρόπο που νομοθετούν.

Η δική μας κυβέρνηση, λοιπόν, αντελήφθη το νομοθετικό κενό και με πολύ μεγάλο πολιτικό θάρρος προχώρησε στις αλλαγές. Η προηγούμενη κυβέρνηση, για να λέμε την αλήθεια, επί τέσσερα χρόνια, δεν έκανε καμία αλλαγή. Αν μπούμε λοιπόν, σε μία διαδικασία να κάνουμε κατασκοπευτικές θεωρίες και σκηνοθεσίες, νομίζοντας πως με αυτόν τον τρόπο θα αλλάξουμε την ατζέντα του πολίτη, τα πραγματικά του προβλήματα και να τον μεταφέρουμε σε μία τοξικότητα , νομίζω ότι δεν ‘’πιάνει’’ πλέον στον ελληνικό λαό αυτός ο τρόπος που πολιτεύεστε. Οι αλλαγές που έγιναν είναι στη σωστή κατεύθυνση και θα εφαρμοστούν με αποτέλεσμα να επιτευχθεί η απαραίτητη ισορροπία.

Ερωτηθείς για το μείζον ζήτημα της απονομής Δικαιοσύνης τόνισε: «Κοιτάξτε, έχει γίνει μια πολύ μεγάλη προσπάθεια κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης από την αρχή, από τον υπουργό, τον κύριο Τσιάρα και με όλη την ομάδα του υπουργείου Δικαιοσύνης προκειμένου να αλλάξουν βασικά νομοθετήματα, να δημιουργηθεί ένα φιλικότερο περιβάλλον και για τους συλλειτουργούς του Δικαίου αλλά και κυρίως για τον Έλληνα πολίτη. Υπενθυμίζω ότι έχουν γίνει αλλαγές που αφορούν νομοθετήματα που ήταν χρόνια στατικά, όπως ήταν ο κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ο Ποινικός Κώδικας ή η κωδικοποίηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Προχωράει πολύ γρήγορα η ψηφιοποίηση της Ελληνικής Δικαιοσύνης, το οποίο είναι ένα πολύ μεγάλο στοίχημα για την επόμενη μέρα και θα βοηθήσει πάρα πολύ στην επιτάγχυνση των διαδικασιών. Υπάρχουν πλέον ηλεκτρονικά πινάκια, υπάρχουν ηλεκτρονικά πιστοποιητικά, υπάρχουν ηλεκτρονικές τηλεδιασκέψεις, γίνεται μια πολύ μεγάλη προσπάθεια. Πρέπει πάντα όμως να έχουμε στο νου μας, ότι ο χώρος της Δικαιοσύνης είναι ένας πολύ ευαίσθητος χώρος, ο οποίος δε λειτουργεί πάντα με τους ρυθμούς που θέλαμε και ότι προφανώς υπάρχει μια συνεργασία πολλών παραγόντων, είτε αυτοί είναι δικαστικοί λειτουργοί, εισαγγελικοί λειτουργοί, δικηγόροι.

Καταλήγοντας, ο υφυπουργός Δικαιοσύνης υποστήριξε ότι η Δικαιοσύνη λειτουργεί ανεξάρτητα απολύτως, είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο αυτό: «Αυτή η κυβέρνηση αποδεδειγμένα έχει δείξει τον απόλυτο σεβασμό στη λειτουργία και τις αποφάσεις και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί. Ο στόχος, ο οποίος προσπαθούμε να φέρουμε σε πέρας είναι αφενός να έχουμε μία γρήγορη και ταχεία απονομή της Δικαιοσύνης, αλλά και μία απονομή Δικαιοσύνης η οποία θα είναι ποιοτική για τον Έλληνα πολίτη.

Αναφορικά με την πρόοδο της χώρας μας σε θέματα της παιδικής κακοποίησης επεσήμανε: «Με βάση τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για το προηγούμενο έτος, από εκεί που το 2019 στον τομέα της Ποινικής Δικαιοσύνης για την παιδική κακοποίηση ήταν στη τελευταία θέση, φέτος βρισκόμαστε στις πρώτες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αυτό οφείλεται σε πρωτοβουλίες που είχαμε λάβει τα τελευταία χρόνια οι οποίες είναι συγκεκριμένες:

Πρώτον, η αλλαγή στον Ποινικό Κώδικα και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Αυστηριοποιήθηκε όλο το πλαίσιο που αφορά σε ζητήματα ανηλίκων. Ενδεικτικά αναφέρω το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, τον βιασμό ανηλίκου. Ο βιασμός ανηλίκου, το πιο ειδεχθές και το πιο απαράδεκτο αδίκημα εις βάρος της ανηλικότητας, που δεν υπήρχε ως αυτοτελές αδίκημα στο προηγούμενο ποινικό πλαίσιο, πλέον προβλέφθηκε ρητά με τη μέγιστη δυνατή ποινή, αποκλειστική ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Αλλάξαμε την εκκίνηση της παραγραφής και ξεκινά από την ενηλικίωση και μετά, ώστε ένα παιδί να μπορεί και μετά την ενηλικίωση να καταγγείλει αυτά τα φαινόμενα κακοποίησης.

Όλα τα αδικήματα που αφορούν σε ανηλίκους γίνανε αυταπαγγέλτως διωκόμενα, ενώ επίσης έγιναν δύο πολύ σημαντικές πρωτοβουλίες, πρώτη η δημιουργία του Ειδικού Ποινικού Μητρώου που είναι στην ουσία ένα ειδικό σκέλος Ποινικού Μητρώου που αφορά τα αδικήματα εις βάρος των ανηλίκων, ώστε να μπορεί να γνωρίζει οποιοσδήποτε θέλει να προσλάβει κάποιον στη δουλειά του – δε μπορεί κάποιος να έχει καταδικαστεί πρωτοβάθμια για βιασμό ανηλίκου και αυτό να μη φαίνεται στο Ποινικό του Μητρώο και αυτός να μπορεί να εργάζεται σε ένα νηπιαγωγείο ή σε ένα βρεφονηπιακό σταθμό. Αυτό για εμάς ήταν απόλυτη θέση, προβλέφθηκε στο Ειδικό Σχέδιο κατά της Σεξουαλικής Κακοποίησης Ανηλίκων που παρουσίασε ο πρωθυπουργός και ψηφίστηκε από την ελληνική Βουλή πριν από περίπου δύο μήνες. Και τέλος, λειτούργησε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, το «Σπίτι του Παιδιού» της Αθήνας, το οποίο επισκέφθηκε πρόσφατα και ο πρωθυπουργός, ένας ειδικός χώρος στον οποίο καταθέτουν ανήλικα θύματα σε ένα φιλικότερο περιβάλλον και στόχος μας είναι να τα προστατέψουμε αυτά τα παιδιά, να καταθέτουν σε ένα φιλικότερο περιβάλλον, όχι πάντα στην Αστυνομία, να μπορούμε να δημιουργούμε φιλικότερες συνθήκες, το ίδιο θα κάνουμε και στη Θεσσαλονίκη τους επόμενους μήνες. Στόχος μας είναι να προστατεύουμε τα θύματα και ταυτοχρόνως οι δράστες να φτάνουν στη Δικαιοσύνη και να τιμωρούνται αυστηρά. Για αυτούς τους λόγους η χώρα μας από εκεί που ήταν στη τελευταία θέση το 2019 πλέον είναι στις πρώτες θέσεις. Θα προσπαθήσουμε με πολλή δουλειά να βελτιώσουμε αυτές τις συνθήκες