Την εκτίμησή του ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν έμαθε από τα λάθη του αλλά αντιθέτως κινείται στην ίδια κατεύθυνση εξέφρασε ο υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης κληθείς να σχολιάσει τις εξαγγελίες του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης από τη ΔΕΘ.
Μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό της Βουλής ο κ. Βορίδης σημείωσε ότι για να κάνει κανείς μία νέα αρχή πρέπει να έχει προηγηθεί μία κάποιου είδους αυτοκριτική και μία αναθεώρηση των πραγμάτων, στην οποία ο κ. Τσίπρας δεν δείχνει να έχει προχωρήσει.
Αντιθέτως, όπως είπε, ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει στη λαϊκιστική αντιπολίτευση και ανέφερε ως παράδειγμα την αντιπολίτευση του «επί δύο», όπως την χαρακτήρισε, την οποία κλήθηκε να αντιμετωπίσει ως υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σημειώνοντας ότι κάθε φορά που η κυβέρνηση έδινε ένα ποσό ενίσχυσης στους αγρότες ο ΣΥΡΙΖΑ έσπευδε να ζητήσει τα διπλά.
Η αντιπολίτευση του “επί τρία”
«Αν υπάρχει κάτι που συμβολίζει μία νέα αρχή στην αντιπολίτευση του κ. Τσίπρα αυτή είναι η αντιπολίτευση του “επί τρία” παρατήρησε ο υπουργός σημειώνοντας ότι «τα μέτρα που εξήγγειλε στη ΔΕΘ και θα εφαρμόσει ο Πρωθυπουργός, γιατί έχει τη δυνατότητα να τα εφαρμόσει, φτάνουν τα 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ τα μέτρα που εξήγγειλε ο κ. Τσίπρας τα οποία βεβαίως δεν θα εφαρμόσει γιατί δεν έχει αυτή τη δυνατότητα, ξεπερνούν τα 10,5 δισεκατομμύρια».
Παράλληλα, ο κ. Βορίδης κατηγόρησε τον κ. Τσίπρα ότι δεν αναθεώρησε τη στάση του σε κάποια από τα μεγάλα, κεντρικά και κομβικά ζητήματα ξεχωρίζοντας ως ένα από αυτά το μέτρο για τις γονικές παροχές το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να απαξιώσει.
«Με τη στάση του αυτή συνεχίζει να περιφρονεί τη μεσαία τάξη» δήλωσε, εκτιμώντας παράλληλα ότι ο κ. Τσίπρας δεν έχει υπαναχωρήσει από τη συγκεκριμένη στάση «καθώς από τη ΔΕΘ χαρακτήρισε την επιλογή του να τσακίσει και να συντρίψει τη μεσαία τάξη “εθνική ανάγκη”». Ο κ. Βορίδης διερωτήθηκε μάλιστα πώς είναι δυνατόν να θεωρείται εθνική ανάγκη να τσακίσει κανείς τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών.
Σε βαθιά κρίση ανάλυσης ο ΣΥΡΙΖΑ
Αναφορικά με την κριτική που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση αποδίδοντάς της ακροδεξιό πρόσημο, εκτίμησε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο έχει περιέλθει σε στρατηγικό αδιέξοδο αλλά βρίσκεται και σε βαθιά κρίση ανάλυσης. Ο κ. Βορίδης εξήγησε ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης επιχειρεί να παρουσιάσει την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ως μία καρικατούρα, ώς ένα σκιάχτρο και να την εμφανίσει ως Ακροδεξιά «δείχνοντας» τον Βορίδη, τον Γεωργιάδη και τον Πλεύρη για να αιτιολογήσει αυτή του την απόπειρα. Όπως τόνισε ο υπουργός, το ίδιο επιχειρεί να κάνει και με τα μέλη της κυβέρνησης τα οποία αποκαλεί «Σημιτικούς εκσυγχρονιστές».
«Είναι Ακροδεξιά ή χρησιμοποιεί τους “Σημιτικούς εκσυγχρονιστές”»; διερωτήθηκε ο υπουργός, χαρακτηρίζοντας τη συγκεκριμένη κριτική παντελώς παρωχημένη και λανθασμένη και αποδίδοντάς την στην αδυναμία της Αριστεράς ανά τον κόσμο να παρακολουθήσει τη νέα ταυτότητα της Δεξιάς η οποία έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και άξονες.
Μεταξύ αυτών ανέφερε την περιοριστική μεταναστευτική πολιτική και τη συγκράτηση των μεταναστευτικών ροών, την επιμονή στην εφαρμογή του νόμου και της τάξης και την ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας με μηδενική ανοχή στην εγκληματικότητα καθώς και τη μείωση των φόρων και την πίστη στις ιδιωτικές επενδύσεις και την ιδιωτική πρωτοβουλία
«Οι συγκεκριμένοι άξονες έρχονται να δώσουν ένα νέο πρόσωπο στη Δεξιά σε ολόκληρη την Ευρώπη και τον κόσμο» δήλωσε χαρακτηριστικά.
Οι εξετάσεις πολιτογράφησης και ο Τσίπρας
Απαντώντας στην κριτική του κ. Τσίπρα σχετικά με τη δυσκολία των εξετάσεων στο θέμα των πολιτογραφήσεων, σχολίασε σκωπτικά ότι «το γεγονός πως το 72% των εξεταζόμενων κατάφερε να επιτύχει στις σχετικές εξετάσεις μας δείχνει το επίπεδο του κυρίου Τσίπρα και όχι το επίπεδο των εξετάσεων και των εξεταζόμενων». Πρόσθεσε μάλιστα ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας παρέλαβε 34.000 εκκρεμούσες αιτήσεις πολιτογράφησης στις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε δώσει ούτε μία απάντηση, ενώ είχε το περιθώριο, όπως είπε, κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του να συγκροτήσει ένα ελαστικότερο πλαίσιο. Διευκρίνισε μάλιστα ότι το προηγούμενο πλαίσιο επέτρεπε να αναπτυχθούν φαινόμενα διαφθοράς και όπου αυτό δεν συνέβαινε, η ιθαγένεια αποδίδονταν με υποκειμενικά κριτήρια, γεγονός που άλλαξε με το νέο σύστημα πολιτογράφησης το οποίο χαρακτηρίζεται από συνθήκες διαφάνειας και ακεραιότητας.
Ερωτηθείς σχετικά με το ζήτημα της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων απάντησε ότι επίκειται μία βελτιωτική παρέμβαση στο σύστημα, τοποθετώντας χρονικά τη νομοθέτησή της μέχρι τα τέλη του τρέχοντος έτους και δήλωσε ότι η αξιολόγηση πρέπει να είναι συνδεδεμένη με τη στοχοθεσία.
Σε ό,τι αφορά το σύστημα επιβράβευσης των παραγωγικών δημοσίων υπαλλήλων διευκρίνισε ότι θα εφαρμοστεί πιλοτικά στις αρχές του 2022 και η διαδικασία θα είναι εντελώς αποπολιτικοποιημένη.