“Εξαιρετικά χαμηλή είναι πλέον η αναλογία συνταξιούχων προς εργαζόμενους, βρίσκεται σήμερα στο 1 προς 1,7. Απίστευτο το βάρος που πέφτει σε αυτή τη γενιά των εργαζομένων, η οποία πληρώνει τις συντάξεις των σημερινών συνταξιούχων”, τόνισε για το μεγάλο ζήτημα της υπογεννητικότητας στην Ελλάδα, ο υφυπουργός Εργασίας αρμόδιος για θέματα Κοινωνικής Ασφάλισης, Πάνος Τσακλόγλου, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η Ελλάδα θα είναι η πιο γερασμένη χώρα της ΕΕ το 2030.
Εκτίμησε ότι σε 10 ή 20 χρόνια η κατάσταση ενδεχομένως να έχει βελτιωθεί οριακά, λόγω της αποκλιμάκωσης της ανεργίας και της αύξησης της συμμετοχής των γυναικών στο εργατικό δυναμικό. Στην Ελλάδα έχουμε ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά γονιμότητας στην ΕΕ, δηλαδή 1,4 παιδιά ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας, δηλαδή πολύ πιο κάτω από το όριο για να μείνει σταθερός ο πληθυσμός.
“Η τελευταία χρονιά που ήμασταν κοντά στο 2,1 ήταν στα τέλη της δεκαετίας του ’70 με αρχές της δεκαετίας του ’80. Από εκεί και μετά είναι διαρκώς καθοδική η πορεία”, σημείωσε. Μίλησε για πολυπαραγοντικό πρόβλημα που δεν οφείλεται στην οικονομική κατάσταση και έδωσε έμφαση στα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση ώστε να μπορέσουν τα ζευγάρια να κάνουν περισσότερα παιδιά και να είναι ομαλή η συνύπαρξη της οικογενειακής με την επαγγελματική ζωή, αναφέροντας – μεταξύ άλλων – το επίδομα 2.000 ευρώ για κάθε νέο παιδί, την αύξηση των θέσεων σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, τη δημιουργία κέντρων δημιουργικής απασχόλησης και τις “νταντάδες της γειτονιάς”.
“Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι και οι άλλες χώρες, με τέτοια μέτρα κατάφεραν να ανεβάσουν κατά 0,2 ή 0,3 το ποσοστό γονιμότητας”, επεσήμανε ο κ. Τσακλόγλου. “Κάνουμε, ό,τι κάνουν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ένα πράγμα που προσπαθούν όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, είναι να αυξήσουν το ποσοστό γονιμότητας του πληθυσμού τους, αλλά τα αποτελέσματα μέχρι στιγμής είναι μάλλον χαμηλά. Καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν έχει καταφέρει να γυρίσει το ποσοστό γονιμότητας πίσω στο 2,1 παιδιά ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας που χρειάζεται για να μείνει σταθερός ο πληθυσμός μιας χώρας. Ακόμη και χώρες όπως η Σουηδία και η Γαλλία έδειχναν μια τάση ανοδική, τα τελευταία χρόνια έχουν πρόβλημα”, υπογράμμισε.
Ερωτηθείς εάν η απάντηση στο δημογραφικό είναι η καλά οργανωμένη μετανάστευση, ο υφυπουργός Εργασίας δήλωσε ότι οι πετυχημένες μεταναστεύσεις έχουν δυο χαρακτηριστικά, το οικονομικό και το κοινωνικό. Στο οικονομικό πεδίο, όπως είπε, οι μετανάστες που έρχονται να είναι συμπληρωματικοί προς την υπάρχουσα εργατική δύναμη. Έφερε ως παράδειγμα τους μετανάστες στις αρχές της δεκαετίας του 1990, οι οποίοι απορροφήθηκαν σε τομείς όπου δεν υπήρχαν εργατικά χέρια και “τα αποτελέσματα ήταν θετικότατα”. Στο κοινωνικό, σύμφωνα με τον κ. Τσακλόγου, το μείζον είναι οι μετανάστες να ενσωματωθούν και να μην γκετοποιηθούν. “Το υπόβαθρο των μεταναστών που είχαμε σε εκείνο το κύμα, είναι διαφορετικό από το σημερινό. Έχουμε και παραδείγματα πετυχημένης μετανάστευσης αλλά και παραδείγματα γκετοποίησης στην Ευρώπη”, πρόσθεσε ο υφυπουργός Εργασίας.