Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας στα μέσα Νοεμβρίου ήταν στο Λονδίνο, επαναδρομολόγησε το θέμα της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα. Και στη συνάντησή του με τον Μπόρις Τζόνσον έκανε λόγο για μια προσπάθεια που δεν έχει τον χαρακτήρα ενός “πυροτεχνήματος”. Και έγινε κατορθωτό μετά από εκείνη την επίσκεψη να γίνει μια σημαντική μετατόπιση και της στάσης της βρετανικής κυβέρνησης. Ο κ. Τζόνσον, μέχρι πρότινος, ήταν αρνητικός και θεωρούσε ότι τα Γλυπτά έπρεπε να μείνουν στο βρετανικό μουσείο γιατί νομίμως αποκτήθηκαν» ανέφερε ο πρόεδρος της Βουλής Κωνσταντίνος Τασούλας, αναφερόμενος στο ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα και στο σχετικό άρθρο των Times του Λονδίνου.
«Μετά την επίσκεψη Μητσοτάκη στο Λονδίνο, το “μπαλάκι” από την Ντάουνινγκ Στριτ πέρασε στο βρετανικό μουσείο, δηλαδή η βρετανική κυβέρνηση έπαψε να έχει θέση που ήταν αρνητική και είπε ότι ήταν θέμα του μουσείου. Και τώρα, μετά και τη δημοσιότητα που πήρε η εκδήλωση για την επιστροφή ενός θραύσματος από το Παλέρμο στο Μουσείο της Ακρόπολης, βλέπουμε μια σημαντική μεταστροφή της ποιο παραδοσιακής και βαρύνουσας εφημερίδας του Λονδίνου που γίνεται ο μεγαλύτερος συνήγορος της επανένωσης των Μαρμάρων, με ένα κείμενο το οποίο δεν θα το έγραφε ούτε ο πιο ένθερμος Έλληνας θιασώτης αυτής της επιστροφής. Αυτό δεν σημαίνει ότι έκλεισε το θέμα, αλλά είναι ένα καλό βήμα. Δεν είναι τόσο νομικό το ζήτημα όπως είπε ο κ. Μητσοτάκης, αλλά αξιακό και πολιτικό», εξήγησε ο κ. Τασούλας, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα.
Μάλιστα εκτίμησε ότι η υπόθεση έχει πάρει διαστάσεις με κόστος πολιτικό και «πρέπει να τη δούμε και με μια ματιά που δεν έχει ποδοσφαιρική ορολογία. Δεν είναι ένα ματς που ο ένας θα νικήσει και ο άλλος θα χάσει. Νομίζω ότι αν ολοκληρωθεί αυτό το θέμα, θα ανεβάσει σημαντικά το γόητρο της Αγγλίας. Τολμώ να πω ότι είναι για την Ελλάδα ένα θέμα τεράστιας εθνικής και πολιτισμικής σημασίας, αλλά είναι και για την Αγγλία εξίσου».
Ο κ. Τασούλας εξέφρασε την άποψη ότι τυχόν επιστροφή των μαρμάρων «θα είναι και μια νίκη της Αγγλίας, υπό την έννοια ότι μια τέτοια χειρονομία ταιριάζει σε ένα κράτος, σε ένα έθνος, σε μια κυβέρνηση και σε ένα μουσείο που αντιμετωπίζουν το θέμα της επανένωσης των γλυπτών με μια νοοτροπία εντελώς υπερβατική και “αριστοκρατική” με την καλή έννοια. Θα είναι πολύ σημαντική κίνηση και για το γόητρο της Μεγάλης Βρετανίας».
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Βουλής, υπάρχουν κάποια σοβαρά ίχνη καλής έκβασης και μεταστροφής όχι μόνο της βρετανικής κοινής γνώμης η οποία υπήρξε γενικώς συμπαθούσα προς την επανένωση των γλυπτών. «Τώρα το πράγμα φαίνεται πολύ πιο αισθητό και αυτό εντόπισαν και οι “κεραίες” των Times και συντάχθηκαν με αυτό το εντυπωσιακό κύριο άρθρο». Πρόσθεσε, ακόμα, ότι μπορεί στη μετάφραση να αποδόθηκε ως επιτακτική η ανάγκη επιστροφής των Μαρμάρων, αλλά η λέξη που χρησιμοποίησε ο συντάκτης στον τίτλο του άρθρου, έχει και άλλη ερμηνεία και μπορεί να αποδοθεί και ως «ακαταμάχητη».
«Δηλαδή είναι ένα στάδιο πιο πάνω από το επιτακτικό, η υπόθεση είναι ακαταμάχητη. Αυτή είναι η έννοια που ήθελε να δώσει ο συντάκτης του κειμένου», εκτίμησε ο πρόεδρος της Βουλής.
«Είναι μια εφημερίδα που εκδίδεται από το 1785, δηλαδή περίπου 2,5 αιώνες και έχει μια κυκλοφορία της τάξεως των 15 εκατομμυρίων φύλλων το μήνα, γύρω στο μισό εκατομμύριο φύλλα την ημέρα. Θεωρείται ότι εκφράζει τους ηγετικούς κύκλους της Αγγλίας, συνεπώς ήταν μια σημαντική μεταστροφή. Ήταν μια σαφής θέση που είχε και στοιχεία υψηλής αυτοκριτικής, καθώς παραδέχονται ότι στήριξαν για 50 χρόνια τη βρετανική κυβέρνηση στο θέμα της παραμονής των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο, αλλά τώρα οι καιροί άλλαξαν και πρέπει να προσαρμοστούν, και συνεπώς πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος, χωρίς “παιχνιδάκια” για να επιστραφούν στην Ελλάδα», υπογράμμισε.
Ο κ. Τασούλας έκανε ιδιαίτερη έμφαση στο παράδειγμα που επικαλείται η εφημερίδα για να διευκολύνει το κοινό στην Αγγλία να καταλάβει ότι ένα έργο τέχνης είναι διαμελισμένο, ότι δηλαδή δεν είναι ενιαίο, ακέραιο. Όπως είπε, ο αρθρογράφος καλεί τους αναγνώστες να φανταστούν ότι μπορεί κάποιος να αφαιρέσει τον «Άμλετ» από τον τόμο με τα Άπαντα του Σαίξπηρ – που περιλαμβάνει 36 έργα και εκδόθηκε μετά τον θάνατο του Άγγλου συγγραφέα το 1623 – και να ισχυριστεί ότι μετά την αφαίρεση αυτού του έργου, αυτό θα είναι κανονικό. «Ε, δεν θα είναι κανονικό. Είναι ένα εντυπωσιακό παράδειγμα για να δείξει τη σημασία της αποκατάστασης της ακεραιότητας σε ένα σημαντικό πολιτιστικό αγαθό», σημείωσε.
«Μου θυμίζει ένα παλαιότερο παράδειγμα ενός Άγγλου πολιτικού, ο οποίος ήταν και αυτός υπέρ της επιστροφής, και είχε καλέσει τους συμπατριώτες του να φανταστούν το άγαλμα του Νέλσον στην πλατεία Τραφάλγκαρ να είναι μέχρι τη μέση, δηλαδή να είναι τα πόδια του και να λείπει ο κορμός. Αυτό ακριβώς δείχνει και το σημείο στο οποίο φαίνεται να βρίσκεται τώρα το ζήτημα», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Τασούλας.