Quantcast

Τα διλήμματα Ανδρουλάκη για την επιστροφή των «βαρόνων» – Οι σκέψεις για Βενιζέλο, Φλωρίδη και Διαμαντοπούλου

Διχασμός και για την επικοινωνιακή διαχείριση της υπόθεσης των παρακολουθήσεων

Στο κάδρο της αναπάντεχης δημοσιότητας που εξασφάλισε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ν. Ανδρουλάκης, μέσα από την υπόθεση της νόμιμης παρακολούθησης του κινητού του τηλεφώνου από την ΕΥΠ, για άγνωστους μέχρι στιγμής λόγους, εισήλθαν σημαντικές προσωπικότητες της Κεντροαριστεράς, που έσπευσαν να εκφράσουν αλληλεγγύη προς το πρόσωπό του, ενώ το προηγούμενο διάστημα δεν είχαν και συχνή επικοινωνία μαζί του. Μεταξύ αυτών, ο πρώην πρόεδρος του κόμματος Ευ. Βενιζέλος, καθώς και οι πρώην υπουργοί του ΠΑΣΟΚ Α. Διαμαντοπούλου, Γ. Φλωρίδης κ.ά., οι οποίοι τα τελευταία χρόνια έχουν επιλέξει να κινούνται με «αυτονομία» στο πολιτικό γίγνεσθαι, με αποτέλεσμα η στάση τους να εγείρει παρεξηγήσεις, διότι πολλοί είναι αυτοί που σε διάφορες χρονικές περιόδους έσπευσαν να προεξοφλήσουν τη «συμπόρευσή» τους με τη Ν.Δ. του Κ. Μητσοτάκη.

Με φόντο την επίμαχη υπόθεση παρακολούθησης του Ν. Ανδρουλάκη αναπτύχθηκαν σενάρια περί επιστροφής των προαναφερθέντων προσώπων στην ενεργό πολιτική δράση μέσα από τις κομματικές γραμμές της Χαριλάου Τρικούπη και κάπως έτσι θα ανοίξει ο δρόμος της πιθανής συμμετοχής τους ακόμα και στα ψηφοδέλτια του ΠΑΣΟΚ στις επόμενες εθνικές εκλογές.

Από το στενό περιβάλλον του Ν. Ανδρουλάκη το μήνυμα που εκπέμπεται είναι πως ο πρόεδρος του κόμματος δεν σκοπεύει να αντιμετωπίσει με προνομιακό τρόπο όσους θέλησαν να τοποθετηθούν υπερασπιστικά προς το πρόσωπό του στο θέμα της παρακολούθησής του. Συγκεκριμένα για την περίπτωση του Ευ. Βενιζέλου, αλλά και της Α. Διαμαντοπούλου, που με δηλώσεις τους σχετικά ανέδειξαν το θέμα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων σε βάρος του, οι στενοί συνεργάτες του Ν. Ανδρουλάκη σημείωναν με νόημα πως η στάση τους αυτή δεν μπορεί να «λειτουργεί ως συγχωροχάρτι» ή να καθιστά τον Ν. Ανδρουλάκη «υπόχρεο» απέναντί τους, ώστε να ανταποκριθεί σε οποιαδήποτε απαίτησή τους.

Για τον πρ. πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝ. ΑΛ. Ευ. Βενιζέλο η συζήτηση επικεντρώνεται στο ενδεχόμενο να ζητήσει από τον Ν. Ανδρουλάκη να τον συμπεριλάβει σε εκλόγιμη θέση του ψηφοδελτίου Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ, αν ο πρόεδρος του κόμματος θα δεχόταν τη συμμετοχή του στα ψηφοδέλτια μέσα από τη διεκδίκηση του σταυρού των πολιτών στην Α’ Θεσσαλονίκης.

Διχασμός στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ

Πέρα όμως από τα πρόσωπα, η υπόθεση αυτή έχει πυροδοτήσει εσωτερικό διχασμό στο ΠΑΣΟΚ όσον αφορά την επικοινωνιακή διαχείριση εκ μέρους της ηγετικής «ομάδας» της Χαριλάου Τρικούπη. Οι διαφωνίες στη στρατηγική που πρέπει να ακολουθηθεί είναι πλέον έκδηλες μέσα από τις αντικρουόμενες απόψεις των στελεχών του κόμματος για το εάν πρέπει η ηγεσία του κόμματος να ζητήσει πρόωρες εκλογές ή όχι και συνάμα αν ο Ν. Ανδρουλάκης θα πρέπει να απαιτήσει από τον Κ. Μητσοτάκη να μην είναι εκ νέου υποψήφιος πρωθυπουργός για λογαριασμό της Νέας Δημοκρατίας. Απέναντι σε αυτά τα ερωτήματα η ηγεσία του κόμματος δεν έχει δώσει ξεκάθαρη απάντηση, καθώς βρίσκεται σε «επικοινωνιακή» ομηρία. Διότι κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ, όπως ο Α. Λοβέρδος, μαζί με κάποιους βουλευτές που τον στήριζαν για αρχηγό του κόμματος στις εσωκομματικές εκλογές, θεωρούν πως το θέμα των υποκλοπών δεν είναι λόγος για άμεση προσφυγή στις κάλπες. Από την άλλη, ο Ν. Ανδρουλάκης δέχεται πιέσεις προκειμένου στην υπόθεση αυτή να μη δώσει την εντύπωση πως ταυτίζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Α. Τσίπρα, ο οποίος πασχίζει να αξιοποιήσει την όλη υπόθεση προς όφελός του στην πορεία προς τις εθνικές εκλογές.

Οι «σκληροί» του κόμματος

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ καλείται, ακόμα, να διαχειριστεί και τους «σκληρούς» του κόμματος, δηλαδή την αντιδεξιά πτέρυγα, που δεν εμφορείται από «φιλοΣΥΡΙΖΑϊκά» συναισθήματα. Πρόκειται για παραδοσιακά στελέχη του ΠΑΣΟΚ, φανατικούς εχθρούς της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ, που θεωρούν πως η ηγεσία του κόμματος πρέπει να «αναδείξει» το θέμα των υποκλοπών με μεγαλύτερη ένταση.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως μέχρι τώρα η ηγεσία του κόμματος και προσωπικά ο Ν. Ανδρουλάκης στο ζήτημα της τηλεφωνικής παρακολούθησής του δεν έχουν εξασφαλίσει τη δημόσια «αλληλεγγύη» του πρώην πρωθυπουργού Κ. Σημίτη, ο οποίος αποφεύγει να πάρει θέση ή να σχολιάσει την αντιπαράθεση της Χαριλάου Τρικούπη με το Μέγαρο Μαξίμου.