Quantcast

ΣΥΡΙΖΑ κατά Κεραμέως για το άνοιγμα των σχολείων: «Τακτική βλέποντας και κάνοντας»

«ΜΕ ΤΙΣ ΖΩΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΔΕΝ ΠΑΙΖΟΥΜΕ»

Εντονη κριτική στην κυβέρνηση σχετικά με τις σημερινές ανακοινώσεις του υπουργείου Παιδείας για το άνοιγμα των σχολείων ασκεί το αρμόδιο τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ.

«Σε επαναληπτικό μάθημα «παπαγαλίας» και σε τροπάριο στομφώδους κοινοτοπίας, επιδόθηκε σήμερα η υπουργός Παιδείας. Με μοναδικό νέο στοιχείο την προαναγγελθείσα μετάθεση κατά μία εβδομάδα της ημερομηνίας έναρξης των σχολείων», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Επιτροπή Παρακολούθησης και Ελέγχου του Κυβερνητικού Έργου (ΕΠΕΚΕ), κάνοντας λόγο για «βαρετή, κουραστική και εκτός μέτρου επικοινωνία».

«Αυτή είναι η συνταγή «επιτυχίας» της κυρίας Κεραμέως και συνολικά της κυβέρνησης για να κρύψουν έξι μήνες απρονοησίας και έλλειψης προετοιμασίας, που δεν εγγυάται την ασφαλή έναρξη της σχολικής χρονιάς» υπογραμμίζει, ενώ σχολιάζει πως «τα σχολεία, που σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο θα άνοιγαν στις 7 Σεπτεμβρίου, θα ανοίξουν τελικά στις 14 Σεπτεμβρίου για να αποφύγει η κυβέρνηση το πολιτικό φιάσκο με την προμήθεια των μασκών, που είναι αδύνατο να παραληφθούν εγκαίρως».

«Μια εβδομάδα χαμένη, μόνον από τις παλινωδίες στο θέμα της μάσκας. Μια διαδικασία που θα μπορούσε να ξεκινήσει από την αρχή του καλοκαιριού. Το ίδιο γίνεται και με τα αντισηπτικά και τα υλικά καθαριότητας. Ανάλογες αποφάσεις της τελευταίας στιγμής, λαμβάνονται για τη στελέχωση των σχολείων, τη σχολική καθαριότητα, τα κυλικεία, την εξ αποστάσεως εκπαίδευση, την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών»

Η αξιωματική αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση για τακτική «βλέποντας και κάνοντας», σήμερα στην Παιδεία, όπως «χθες στον τουρισμό και το άνοιγμα της οικονομίας, που είχε ως αποτέλεσμα να φουντώσει η πανδημία». «Ερασιτεχνισμός παντού, απόλυτη έλλειψη σχεδιασμού και ανικανότητα σε δημόσια θέα. Η υποκρισία και η παραποίηση της πραγματικότητας περισσεύουν. Το είδαμε με τη φωτιά που κατέκαψε τις Μυκήνες. Το βλέπουμε με τις σημερινές ανακοινώσεις που μπορεί να πυροδοτήσουν επικίνδυνες εξελίξεις στα σχολεία», τονίζει και κάνει αναφορά σε όσα «οι εκπαιδευτικοί, οι μαθητές και οι οικογένειές τους δεν άκουσαν απολύτως τίποτα».

Ειδικότερα, αναφέρει: «την αραίωση των μαθητών στις τάξεις και την τήρηση των αποστάσεων, δεδομένου ότι 1 εκατ. μαθητές (75% του συνόλου) φοιτούν σε τμήματα άνω των 17 μαθητών», «την αναζήτηση αιθουσών και χώρων ώστε να μικρύνουν οι τάξεις και να διαμορφωθούν παντού τμήματα των 15 μαθητών», «τις επιπλέον προσλήψεις προσωπικού καθαριότητας, χωρίς απαράδεκτες σχέσεις εργασίας και χωρίς ρατσιστικές διακρίσεις σε βάρος ήδη απασχολούμενων μεταναστριών εργατριών», «τις επιπλέον προσλήψεις εκπαιδευτικών, οι οποίες θα καλύψουν τις σημαντικές ανάγκες του εκπαιδευτικού συστήματος», «την έκτακτη χρηματοδότηση της εκπαίδευσης από τον κρατικό προϋπολογισμό ή/και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης».

«Δεν άκουσαν επίσης για τη θερμομέτρηση εκπαιδευτικών και μαθητών κατά την προσέλευσή τους στο σχολείο, τον έλεγχο της τήρησης των μέτρων σε ιδιωτικά σχολεία και φροντιστήρια, την προμήθεια ηλεκτρονικού εξοπλισμού από τον κρατικό προϋπολογισμό, για τις ευάλωτες ομάδες μαθητών, την αναγκαία επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του Ευρωπαϊκού Κανονισμού Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (GDPR) για την εξ αποστάσεως διδασκαλία, τους όρους της συνεργασίας με την εταιρία Cisco, που επί μήνες ζητά ο ΣΥΡΙΖΑ, οι ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών και η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, την κατάργηση της νομοθετικής διάταξης για την κάμερα στην τάξη, που ακυρώθηκε στην πράξη από τις αντιδράσεις των εκπαιδευτικών, τις γραπτές εισηγήσεις των ειδικών σχετικά με το άνοιγμα των σχολείων, που ζήτησε ο ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή», προσθέτει.

Κλείνοντας, η ΕΠΕΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει την «ελπίδα» ότι, «παρόλα αυτά, η σχολική χρονιά θα εξελιχθεί ομαλά» και καλεί «το σύνολο του εκπαιδευτικού κόσμου, τους μαθητές, το γονεϊκό κίνημα και την τοπική αυτοδιοίκηση να πάρουν στα χέρια τους την ευθύνη για την ασφαλή λειτουργία όλων των σχολείων της χώρας, απέναντι σε μια κυβέρνηση που ούτε θέλει ούτε μπορεί να εγγυηθεί το δικαίωμα στη υγεία και τη μόρφωση των παιδιών μας».«Σε κάθε σχολείο, σε κάθε γειτονιά, η απαίτηση και ο αγώνας πρέπει να είναι υπέρ της διαφύλαξης της δημόσιας υγείας. Με τις ζωές των παιδιών μας δεν παίζουμε», καταλήγει.