«Με την Τουρκία είναι απαραίτητο να υπάρχουν διαρκώς δίαυλοι επικοινωνίας» , δήλωσε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ 90,1 και την εκπομπή «Εκείνη κι εγώ» με τον Θανάση Φουσκίδη και τη Στέλλα Γκαντώνα ο καθηγητής διεθνών σχέσεων και υφυπουργός Παιδείας, Άγγελος Συρίγος, αναφερόμενος στην συνάντηση ανώτατων αξιωματούχων Ελλάδας – Τουρκίας με πρωτοβουλία της Γερμανίας.
Είπε πως έγινε προσπάθεια επικοινωνίας, εκτιμώντας ότι συζητήθηκε η μείωση της έντασης, ενώ ανέφερε πως ο Τούρκος Πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έφτασε στο ακραίο σημείο να πει ότι θα ρίξει πύραυλο σε μια πόλη τεσσάρων εκατομμυρίων κατοίκων.
Διευκρίνισε ότι με τις απειλές ο Τούρκος πρόεδρος θέλει να περάσει ένα μήνυμα στο λαό του ότι η χώρα του έχει δίκιο.
Αναλύτικά οι δηλώσεις του:
Αναφορικά με τη συνάντηση ανώτατων διπλωματικών αξιωματούχων από την Ελλάδα και την Τουρκία μετά από πρωτοβουλία του Βερολίνου: Με την Τουρκία είναι απαραίτητο να υπάρχουν διαρκώς δίαυλοι επικοινωνίας, αυτό είναι κάτι το οποίο διαπιστώσαμε με σκληρό τρόπο τη δεκαετία του 1980. Το 1987 φτάσαμε στα πρόθυρα πολέμου με την Τουρκία γιατί δεν υπήρχαν δίαυλοι επικοινωνίας να περνάνε τα σωστά μηνύματα εκ τότε το πολιτικό σύστημα της χώρας έχει καταλήξει ότι με την Τουρκία πρέπει να υπάρχει τρόπος επικοινωνίας σε αυτό εντάσσεται και η προσπάθεια στοιχειώδους συνεννοήσεως με τον ίδιο τον Ερντογάν και με το δεξί του χέρι, με τον άνθρωπο εκείνο ο οποίος έχει την πιο άμεση επικοινωνία με τον ίδιο τον Ερντογάν γιατί στην Τουρκία το σύστημα είναι εντελώς προεδρικό. Άρα η συζήτηση αυτή εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο, βεβαίως το ότι γίνεται μια συνάντηση δεν σημαίνει ότι λύνονται τα προβλήματα γίνεται μια προσπάθεια επικοινωνίας με την άλλη πλευρά.
Για τη διαμεσολάβηση του Βερολίνου: Δεν είναι ότι εμείς θέλουμε το Βερολίνο είναι ότι η Τουρκία μπορεί να μη θέλει να μιλήσει απευθείας με εμάς και μπαίνει κάποιος διαμεσολαβητής στην προκειμένη περίπτωση. Μη ξεχνάμε ότι ο τούρκος πρόεδρος είναι αυτός ο οποίος επανειλημμένως έχει κάνει όλες αυτές τις απίθανες κατά καιρούς δηλώσεις ότι «δεν θέλω να είμαι καν στον ίδιο χώρο με τον έλληνα πρωθυπουργό».
Ερωτηθείς ποιο μπορεί να είναι το περιεχόμενο αυτών των συνομιλιών στην παρούσα φάση: Είναι στοιχειώδης επικοινωνία για το πώς θα μπορούσε να μειωθεί η ένταση, κάπως να πέσουνε οι τόνοι διότι αυτό το πράγμα που ζούμε είναι εντελώς πρωτόγνωρο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Από το 1923 και μετά δεν έχει ξαναυπάρξει τέτοια περίοδος διαρκούς εντάσεως επί τόσους πολλούς μήνες και με τόπο επιθετικές δηλώσεις. Έφτασε στο ακόμα πιο ακραίο σημείο να πει ότι θα ρίξει σε μια πόλη 4 εκατομμυρίων κατοίκων πύραυλο.
Ερωτηθείς τι επιδιώκει ο Ερντογάν με την ακραία ρητορική που υιοθετεί: Το πρώτο σχετίζεται με την τουρκική κοινή γνώμη, θέλει να περάσει ένα μήνυμα προς την Τουρκία ότι «εμείς έχουμε δίκιο σε σχέση με αυτό που θέλουμε και είμαστε διατεθειμένοι να φτάσουμε στα άκρα για ναν υπερασπιστούμε στις θέσεις μας». Το δεύτερο σχετίζεται με την Ελλάδα και την επιθυμία να περάσει ένα μήνυμα ότι «εμείς είμαστε επίσης διατεθειμένοι να φτάσουμε στα άκρα για αυτό καλό είναι να υποχωρήσετε για να μην φτάσουμε σε πόλεμο». Το είχαν ξανακάνει οι Τούρκοι αυτό το ’98 στη Συρία… Και το τρίτο είναι προς τη διεθνή κοινή γνώμη κυρίως την αμερικανική, περνάει το μήνυμα «είμαστε στα όριά μας δείτε όμως πόσο καλοί είμαστε δεν προχωράμε στο επόμενο βήμα για αυτό δώστε μας τα F16».
Ερωτηθείς τι πιστεύει ότι θα επιχειρήσει ο κ. Ερντογάν προκειμένου να δείξει ότι κερδίζει κάτι: Δεν μπορούμε να ξέρουμε τι σκέφτεται ξέρουμε όμως ότι ο Ερντογάν δεν θα επιχειρήσει κάτι το οποίο θα έχει για αυτόν σοβαρό πολιτικό κόστος. Μια επίθεση στρατιωτική στην Ελλάδα θα έφτανε σε πόλεμο και ο πόλεμος έχει άγνωστο αποτέλεσμα. Το κρίσιμο σημείο για τον Ερντογάν είναι να μπορέσει να καταλήξει σε μια ηθική νίκη χωρίς να διακινδυνεύσει πολλά πράγματα επομένως η εκτίμησή μου είναι ότι θα αποφύγει να κάνει οποιαδήποτε στρατιωτική κίνηση, θα κινείται σε μια γκρίζα ζώνη όπου θα προκαλεί χωρίς όμως να διακινδυνεύει επίθεση –απάντηση από την πλευρά της Ελλάδος. Αυτή είναι μια πολύ δύσκολη άσκηση αυτή αλλά ο Ερντογάν είναι ένας άνθρωπος που παίζει στα άκρα πάντοτε.
Ερωτηθεις αν «θέλουμε» να κερδίσει τις εκλογές ο κ. Ερντογάν ή όχι: Αυτό δεν μπορούμε να το πούμε εμείς, αυτό θα το πει ο τουρκικός λαός. Ο Ερντογάν από το ’04 μέχρι το ’11 ήταν ένας άλλος Ερντογάν από αυτό που ήταν από το ’11 έως το ‘16 και άλλος Ερντογάν από το ’17 και μετά. Μακάρι να είχαμε τον Ερντογάν από το ’04 έως το ’11. Ο κίνδυνος ο μεγάλος είναι ότι θα φύγει ο Ερντογάν που οι δυτικοί σύμμαχοι θα μας λένε χαρούμενοι «έφυγε ο κακός ο άνθρωπος, ήρθε ο καλός» αλλά στην πραγματικότητα η τουρκική πολιτική θα παραμένει ίδια όποιος και να είναι στα πράγματα ενώ με τον Ερντογάν δεν χρειάζεται να αποδείξεις ότι είναι κακός, το ξέρουνε.