Με τον Μ. Σχοινά, η πρώτη συνάντηση του υπ. Μετανάστευσης και Ασύλου, Ν. Μηταράκη. Κύρια προτεραιότητα του υπουργείου η νέα πολιτική ασύλου.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να ζήσει σε συνθήκες μηδενικής μετανάστευσης, επισήμανε από του βήματος της Γερουσίας της Βουλής ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτης Σχοινάς, στο πλαίσιο ενημέρωσης των αρμόδιων κοινοβουλευτικών επιτροπών για το σχεδιαζόμενο, νέο ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο. Ο κ. Σχοινάς εξέφρασε την εκτίμηση ότι θα υπάρξει λύση στο θέμα της κοινής ευρωπαϊκής αντιμετώπισης του μεταναστευτικού/προσφυγικού έως το τέλος του 2020, στο πλαίσιο της γερμανικής προεδρίας, ενώ τόνισε το ρόλο της νέας ευρωπαϊκής ακτοφυλακής/συνοριοφυλακής, η οποία θα έχει πλέον δικούς τους πόρους και προσωπικό που θα φτάσουν – όπως είπε – τους 10.000 έως το τέλος της προγραμματικής περιόδου.
Λαμβάνοντας υπόψιν και τις τοποθετήσεις των βουλευτών που παρακολούθησαν τη συνεδρίαση, ο κ. Σχοινάς παρατήρησε ότι παρ’ όλες τις ατέλειές του, χωρίς το ευρωπαϊκό πλαίσιο, η διαχείριση του μεταναστευτικού/προσφυγικού ζητήματος θα ήταν αδύνατη στη χώρα μας. Όπως είπε, “είμαστε καταδικασμένοι από την ιστορία, τη γεωγραφία και τη φύση πολιτικού και κοινωνικού μας συστήματος μας να διαχειριστούμε το προσφυγικό στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Οτιδήποτε άλλο είναι φτηνός λαϊκισμό. Οι εύκολες λύσεις που πουλάν πολλοί εγχώριοι κήρυκες, δεν γίνονται πια αποδεκτές από τον κόσμο” είπε ο κ. Σχοινάς.
Κατά τον αντιπρόεδρο της Επιτροπής, αρμόδιο για την Προώθηση του Ευρωπαϊκού Τρόπου Ζωής, το ζήτημα απαιτεί ολιστική αντιμετώπιση: Με το νέο ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο πρέπει (1) να διασφαλίσουμε ισχυρά εξωτερικά σύνορα, ικανά να υποστηρίξουν την ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με τους κανόνες του Σένγκεν- ένα από τα πιο εμβληματικά επιτεύγματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, (2) να δώσουμε μια αποφασιστική απάντηση στην τραγωδία της παράνομης διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων, και να καταπολεμήσουμε το οργανωμένο έγκλημα που εκμεταλλεύεται την ανθρώπινη δυστυχία. Να σπάσουμε το μοντέλο των εμπόρων ψυχών, (3) να κρατήσουμε ανοιχτές ασφαλείς νόμιμες οδούς, ιδιαίτερα προς τις χώρες με ελλείψεις εργατικού δυναμικού, και υποστηρικτικά μέτρα για την ένταξη όσων έχουν δικαίωμα παραμονής και (4) να δημιουργήσουμε ένα ισχυρό και πειστικό σύστημα επιστροφών που να λειτουργεί στην πράξη – για όσους δεν έχουν λόγο να παραμείνουν στην Ευρώπη.
Απαντώντας σε σχετικό σχόλιο του τέως προέδρου της Βουλής Ν. Βούτση συμφώνησε στην ανάγκη αντιμετώπισης των αιτιών του ζητήματος. Πρόσθεσε ωστόσο ότι σε αυτές δεν περιλαμβάνεται μόνο το δίπτυχο “ειρήνη και πόλεμος” αλλά η ευρύτερη γεωπολιτική ασφάλεια, ενώ προστίθεται πολύ έντονα η κλιματική αλλαγή και οι συνέπειές της. Όπως είπε χαρακτηριστικά, μην εκπλαγείτε εάν η Αυστραλία, η οποία ήταν παραδοσιακά χώρα υποδοχής, μπορεί σε λίγα χρόνια να γίνει χώρα εξαγωγής μεταναστευτικών ροών”.
Εξειδικεύοντας την ανάγκη συνεργασίας της ΕΕ με τις χώρες προέλευσης μεταναστών, είπε ότι δεν αρκούν μόνο τα λεφτά και οι επενδύσεις. Η Ευρώπη πρέπει να ψάξει στις τσέπες τις, τι άλλο διαθέτει: Έχουμε το εμπόριο, τις βίζες, τις υποτροφίες Εράσμους. Όλα αυτά (πρέπει) να γίνουν κίνητρο νόμιμης μετανάστευσης προσοντούχων που χρειάζεται η Ευρώπη, και μέσα από ένα συνεκτικό πλαίσιο (οι χώρε προέλευσης) να δέχονται και τις επιστροφές μας.
Αναλυτικός ήταν ο κ. Σχοινάς για το πως βλέπει να δομείται ο πυλώνας αλληλεγγύης στο νέο σύμφωνο μετανάστευσης: Η ιδέα μας είναι να χτίσουμε ένα σύστημα “καλαθιών αλληλεγγύης”. Σε αυτά, η συνεισφορά θα είναι υποχρεωτική για όλες τις χώρες, αλλά η φύση της συνεισφοράς μπορεί να είναι διαφορετική. Μπορεί να υπάρχει ένα καλάθι επιμερισμού βαρών που για να λειτουργήσει, πρέπει να έχει μια κρίσιμη μάζα κρατών. Σε ένα άλλο καλάθι μπορούμε να έχουμε συνεισφορά σε είδος, σε προσωπικό και μέσα κλπ, αλλά “κανένας δεν θα βγαίνει έξω από το σύστημα αλληλεγγύης”.
Σε σειρά ερωτήσεων για το θέμα της φύλαξης των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ από την ΦΡΟΝΤΕΞ, ο κ. Σχοινάς έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στον μελλοντικό ρόλο της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής: Δεν είναι μόνο τα νούμερα που ξεκινούν από φέτος και θα φτάσουν τους 10.000 στο τέλος προγραμματικής περιόδου, και κάθε χρόνο θα βλέπουμε περισσότερους συνοριοφύλακες και ακτοφύλακες, είναι η φύση του προσωπικού αυτού. “Για πρώτη φορά θα πρόκειται για μόνιμο προσωπικό! [..] Θα φορά κοινοτικές στολές και διάσημα, θα έχει δικό του εξοπλισμό και μέσα, όχι για να πυροβολεί όσους χτυπάνε την πόρτα της ΕΕ, αλλά για να κάνει σαφές ότι υπάρχει μια κοινή ομοσπονδιακή διαχείριση δίπλα στις εθνικές αρχές [..] ώστε να δείχνει ότι η Ευρώπη φυλά τα σύνορά της”.
Για την έως τώρα διαχείριση, ο κ. Σχοινάς είπε ότι “το Δουβλίνο πέθανε οριστικά”. Πρέπει πλέον να μιλάμε για “ένα νέο συνεκτικό σύστημα ασύλου” το οποίο μπορούμε ίσως να το λέμε συμφωνία Λέσβου ή Λαμπεντούζας αλλά πρέπει να αφήσουμε πίσω το “Δουβλίνο”.
Επίσης, ο κ. Σχοινάς συμφώνησε στην ανάγκη μιας πρώτης αξιολόγησης στα εξωτερικά σύνορα, “ποιοι είναι πιθανό να λάβουν προστασία ασύλου και ποιοι είναι σίγουρο ότι δεν θα την λάβουν”. Εκεί πρέπει να βρούμε έναν τρόπο, οι πρώτοι να κατανέμονται ορθά, και να μην αναλαμβάνουν όλο το βάρος οι χώρες πρώτης υποδοχής είπε ο κ. Σχοινάς.
Όσο για το χρονοδιάγραμμα που σχετίζεται με το νέο Σύμφωνο, ο κ. Σχοινάς εξέφρασε την πεποίθηση ότι έως το τέλος του χρόνου θα έχουμε εξελίξεις: “Υπάρχει η σύνοδος κορυφής της ΕΕ στις 25-26 Μαρτίου και πιστεύω ότι έως τότε ότι η πρότασή μας για το νέο Σύμφωνο Ασύλου και Μετανάστευσης πρέπει να είναι πάνω στο τραπέζι. Όχι για να παρθεί απόφαση, αλλά επειδή η κροατική προεδρία (σσ 1ο εξάμηνο 2020) χρειάζεται λίγο χρόνο να ξεκινήσει τις διαδικασίες, και ακολούθως, η γερμανική προεδρία (σσ 2ο εξάμηνο) να τελειώσει τη διαδικασία με μια συμφωνία”.
Συνάντηση είχαν πριν από λίγο στα γραφεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Αθήνα ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Μαργαρίτης Σχοινάς, με τον υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου, Νότη Μηταράκη. Η συνάντηση αποτέλεσε την πρώτη διεθνή επαφή που είχε ο τελευταίος με τη νέα του ιδιότητα.
Σε δηλώσεις του πριν από την έναρξη της συνάντησης, ο κ. Σχοινάς έκανε λόγο για μια ουσιαστική συζήτηση που είχε νωρίς το πρωί στη Βουλή, διάρκειας τριών ωρών, «όπου με μεγάλη ικανοποίηση διαπίστωσα σύγκλιση των πολιτικών δυνάμεων της χώρας γύρω από μερικούς άξονες: πρώτον ότι με τη μετανάστευση θα ζήσουμε τα επόμενα χρόνια και πρέπει να οργανωθούμε καλύτερα, δεύτερον ότι η Ευρώπη δίνει το μοναδικό πλαίσιο που έχουμε να διαχειριστούμε τις διάφορες πλευρές του προβλήματος και τρίτον ότι η Ελλάδα είναι ευρωπαϊκή πρωταθλήτρια στην ευρωπαϊκή οικονομική βοήθεια από τα κονδύλια της μετανάστευσης». Για το τελευταίο ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ζήτησε από τη νέα ηγεσία του υπουργείου Μετανάστευσης να συνεχίσει να είναι «στην πρώτη γραμμή».
Από την πλευρά του ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Νότης Μηταράκης, εξήγησε ότι προτεραιότητα για εκείνον σε αυτή τη φάση δεν είναι να βρεθεί ο χώρος που θα στεγάσει το ανασυσταθέν υπουργείο, οπότε οι δύο υπουργοί θα μείνουν για κάποιο διάστημα στα γραφεία που έχουν ήδη στα υπουργεία Εργασίας και Προστασίας του Πολίτη. Ο υπουργός παραδέχτηκε ότι «δημιουργείται πρόβλημα πολυδιάσπασης που το αντιμετωπίζουμε με τεχνολογία και κοινά συστήματα ώστε να επικοινωνούμε». Εξέφρασε δε την ελπίδα «ότι τους επόμενους μήνες θα βρούμε χώρο». Υπογράμμισε πάντως ότι είναι σημαντικό τις πρώτες εβδομάδες λειτουργίας του υπουργείου «να επιταχύνουμε το σχεδιασμό και την υλοποίησή του, παρά να μπούμε σε μια φάση εσωστρέφειας και να ψάχνουμε γραφεία και το αν δουλεύουν τα κομπιούτερ».
Κύρια προτεραιότητα του κ. Μηταράκη αποτελεί, όπως τόνισε, η νέα πολιτική ασύλου, καθώς μένει να φανεί στην πράξη «ότι η ταχύτερη απόδοση ασύλου μπορεί να λειτουργήσει στα νησιά». Η πολιτική αυτή, συνέχισε ο ίδιος, είναι πολύ σημαντική καθώς «ήταν σε βάρος των μεταναστών ότι περίμεναν για χρόνια σε καθεστώς αβεβαιότητας που δεν τους επέτρεπε ούτε να προχωρήσουν τη ζωή τους ούτε να επιστρέψουν όσοι δεν δικαιούνται άσυλο».
Επίσης, ο κ. Μηταράκης έθεσε το θέμα της ολοκλήρωσης του σχεδιασμού «για τα νέα πολυλειτουργικά κέντρα», για την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση των οποίων συζήτησε με τον κ. Σχοινά.
Ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου κατέληξε ότι «είναι κρίσιμο να περάσει το μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι χώρα που εφαρμόζει μια ισορροπημένη μεταναστευτική πολιτική, που σέβεται τους διεθνείς κανόνες και δίνει διεθνή προστασία σε όσους το δικαιούνται και επιστρέφει στην Τουρκία όσους δεν δικαιούνται διεθνή προστασία με την Κοινή Δήλωση, με γρήγορο και αποτελεσματικό τρόπο».