«Βρισκόμαστε σε μια φάση της πανδημίας που έχουμε κερδίσει την εμπειρία της γνώσης και της συγκριτικής παρατήρησης που δεν είχαμε πριν δυο χρόνια. Γνωρίζουμε ποια είναι τα ευάλωτα σημεία της χώρας μας, δηλαδή το δημογραφικό και εν μέρει το εμβολιαστικό μας προφίλ, τις δυνατότητες και τις αδυναμίες του εθνικού συστήματος υγείας», υποστηρίζει ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος σε ανάρτησή του στο Facebook.
Αναλυτικά τα όσα έγραψε:
«Η αναμενόμενη έκρηξη κρουσμάτων κορωνοϊού που παρατηρείται, πλέον, και στη χώρα μας λόγω της ιδιαίτερα μεταδοτικής παραλλαγής “Ο” προκαλεί εύλογα σε πολλούς από εμάς ανησυχία, σύγχυση ή απογοήτευση. Δεν είναι παράλογα συναισθήματα. Ο κορωνοϊός έχει δοκιμάσει τα νεύρα και τις αντοχές μας πολλές φορές έως σήμερα.
Ένα πραγματικό βασανιστήριο για τον Σίσυφο
Δύο χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας και ένα χρόνο από την έναρξη του εμβολιασμού, πολλοί και πολλές που τηρούν ευλαβικά όλο αυτό το διάστημα τις οδηγίες ειδικών και πολιτείας, νιώθουν εγκλωβισμένοι σε ένα μαρτύριο δίχως τέλος. Κάπως σαν τον Σίσυφο που ήταν καταδικασμένος από τους Θεούς στην αρχαία μυθολογία να σπρώχνει ισοβίως με πολύ κόπο μια βαριά πέτρα έως την κορυφή ενός βουνού… για να τη βλέπει λίγο πριν φτάσει στην κορυφή να ξανακυλάει κάθε φορά στη βάση του.
Ένα πραγματικό βασανιστήριο για τον Σίσυφο που δεν έχει όμως στην πραγματικότητα κάποια ομοιότητα με τη φάση στην οποία βρισκόμαστε, πλέον, στην πανδημία και θα εξηγήσω γιατί.
Σχεδόν δυο χρόνια μετά την έλευση της πανδημίας δεν είμαστε «τυφλοί» όπως ήμασταν τον Μάρτιο του 2020 για να δικαιολογούνται οριζόντια μέτρα τύπου lockdown, όπως εισηγούνται κάποιοι ή λαμβάνουν μεμονωμένες χώρες. Οι λόγοι είναι οι εξής:
1) η νέα έξαρση κρουσμάτων δεν αποτελεί μια εθνική ιδιαιτερότητα, κάτι που συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα. Είναι μια παγκόσμια πραγματικότητα τον τελευταίο ενάμιση μήνα, από την Κίνα και την Αυστραλία έως την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και τον Καναδά. Τις τελευταίες μάλιστα ημέρες σημειώθηκε νέο παγκόσμιο ρεκόρ ημερήσιων κρουσμάτων (1,45 εκ.) από την αρχή της πανδημίας. Τα κρούσματα έχουν αυξηθεί πχ στη Γαλλία απο 25,520 στα τέλη Νοεμβρίου σε 72.218 τις τελευταίες 7 ημέρες, στο Ηνωμένο Βασίλειο απο 43.060 σε 108.124, και στην Πορτογαλία από 2.761 σε 8.324.
2) η Ελλάδα δεν σφύριξε ποτέ το τέλος της πανδημίας, καθώς διατηρούνται σε ισχύ έως σήμερα πολλά μέτρα -περισσότερα από αρκετές χώρες της ΕΕ- που προσαρμόζονται κάθε φορά στο δυναμικό χαρακτήρα της πανδημίας και τα νέα δεδομένα που διαμορφώνει ο εμβολιασμός ή άλλοι παράγοντες. Τα περί «τέλους της πανδημίας» θα μπορούσε να τα ισχυριστεί κάποιος πχ για τη Δανία, που τον Σεπτέμβριο κατήργησε ΟΛΑ τα μέτρα δημόσιας υγείας ή για το Ηνωμένο Βασίλειο που έπραξε το ίδιο. Όχι όμως για τη χώρα μας, όπου πχ η μάσκα δεν καταργήθηκε ποτέ από κλειστούς και ανοιχτούς χώρους με υψηλή συνάθροιση και ταυτόχρονα ισχύουν αυστηροί κανόνες ελεγχόμενης πρόσβασης σε κλειστούς και ανοιχτούς χώρους αλλά και υποχρεωτικό εργαστηριακό και αυτοδιαγνωστικό testing για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού.
3) η συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας διαθέτει αυξημένη προστασία αντισωμάτων στον κορωνοϊό χάρη στον εμβολιασμό και την ενισχυτική δόση. Στη χώρα μας το 70% του γενικού πληθυσμού και 8 στους 10 ενηλίκους έχουν κάνει τουλάχιστον μια δόση του εμβολίου. Το ποσοστό αυτό είναι ακόμη ψηλότερο, αγγίζει πλέον το 88% για τους ευάλωτους πολίτες άνω των 60 ετών και αυξάνεται καθημερινά. Αντίστοιχα, σημαντική είναι η θωράκιση του εμβολιασμένου πληθυσμού με την ενισχυτική τρίτη δόση που είναι αναγκαία για την ήπια νόσηση από Covid. Το 75% των δικαιούχων τρίτης δόσης έχει εμβολιαστεί ή κλείσει ραντεβού. Στις ευάλωτες ηλικίες άνω των 60 ετών το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το 90%.
4) είναι κακόβουλη πλάνη να αναπαράγεται ότι ο εμβολιασμός προστατεύει τους εμβολιασμένους από τη νόσηση ή τη μετάδοση. Ο εμβολιασμός περιορίζει αισθητά τα βαριά συμπτώματα της νόσησης, όπως συμβαίνει πχ και με το εμβόλιο της γρίπης. Οι εμβολιασμένοι και μεταδίδουν και νοσούν αλλά πολύ ηπιότερα. Σκοπός του εμβολιασμού του γενικού πληθυσμού είναι ακριβώς να καταστήσει ενδημικό τον ιό με ήπια νόσηση για τη συντριπτική του πλειονότητα πλην εξαιρέσεων με βαριά υποκείμενα νοσήματα σε μεγαλες ηλικίες.
5) η Ελλάδα είχε το πλεονέκτημα της μικρής καθυστέρησης στην έλευση της “Ο” συγκριτικά με άλλες χώρες άρα και της παρατήρησης των συνεπειών που έχει σε βαριές νοσηλείες και θανάτους εκεί. Σε όσες χώρες, λοιπόν, έχει προηγηθεί ήδη η έξαρση κρουσμάτων εξαιτίας της νέας παραλλαγής, αυτή δε φαίνεται έως τώρα να συνοδεύεται από αντίστοιχη πίεση στα συστήματα υγείας με έκρηξη νοσηλειών σε μεθ και θανάτους. Αυτό συμβαίνει λόγω της διαφαινόμενης μειωμένης νοσηρότητας της Ο συγκριτικά με τη Δ. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Γερμανίας όπου από 10.439 κρούσματα Ο, τα 124 νοσηλεύτηκαν σε μεθ και 4 απεβίωσαν ή του Ηνωμένου Βασιλείου όπου η έκρηξη κρουσμάτων δεν έχει φέρει έως τώρα αντίστοιχες νοσηλείες.
6) ειδικά στη χώρα μας η τρέχουσα ημερήσια ιχνηλάτηση κρουσμάτων δείχνει ότι η συντριπτική τους πλειονότητα βρίσκεται στις ηλικίες 18 έως 40 ετών και σχετίζονται με χώρους διασκέδασης. Γι’ αυτό και απαιτούνται στοχευμένα μέτρα εκεί αντί για οριζόντια μέτρα παντού.
«Ούτε πανικό αλλά ούτε και εφησυχασμό»
Τα παραπάνω δεδομένα δεν δικαιολογούν, συνεπώς, ούτε πανικό αλλά ούτε και εφησυχασμό. Βρισκόμαστε σε μια φάση της πανδημίας που έχουμε κερδίσει την εμπειρία της γνώσης και της συγκριτικής παρατήρησης που δεν είχαμε πριν δυο χρόνια. Γνωρίζουμε ποια είναι τα ευάλωτα σημεία της χώρας μας, δηλαδή το δημογραφικό και εν μέρει το εμβολιαστικό μας προφίλ, τις δυνατότητες και τις αδυναμίες του εθνικού συστήματος υγείας.
Μπορούμε να διαχειριστούμε με υπευθυνότητα και αποτελεσματικότητα και αυτό το κύμα της πανδημίας. Με συχνό testing πριν και μετά από κάθε συμμετοχή σε κοινωνική εκδήλωση, αυστηρότερη επιλογή των κοινωνικών μας επαφών και ιδιαίτερη προσοχή από τους νεότερους στην προστασία των μεγαλύτερων, ώστε ο κύκλος της μεταδοτικοτητας να μην περάσει στους άνω των 60 στα οικογενειακά τραπέζια των γιορτών. Γνωρίζουμε, ταυτόχρονα, τα όρια και τις αντοχές της οικονομίας αλλά και της ψυχολογίας των ανθρώπων.
Ένας νέος κύκλος οριζόντιων περιοριστικών μέτρων μπορεί να γίνεται δεκτός για λίγο διάστημα από πολλούς ανθρώπους, όχι όμως παρατεταμένα και επαναλαμβανόμενα, όταν μάλιστα έχουμε θωρακίσει τον πληθυσμό με τον εμβολιασμό, το σύστημα υγείας με προσωπικό και κλίνες, και τη δημόσια διοίκηση με πολύ περισσότερα εργαλεία παρακολούθησης, ελέγχου και αξιολόγησης της πανδημίας συγκριτικά με δυο χρόνια πριν.
Στο κατώφλι του 2022 όλοι θα θέλαμε να έχουμε αφήσει πίσω μας την πανδημία. Είναι παρηγορητικό, για εμένα τουλάχιστον, ότι αυτή η ταλαιπωρία αφορά και ενώνει με έναν τρόπο όλη την ανθρωπότητα. Δεν είμαστε μόνοι μας σε αυτό. Ούτε και τα έχουμε πάει χειρότερα από τους άλλους. Το αντίθετο ισχύει. Ας μη χάνουμε την πίστη μας, λοιπόν, και την εμπιστοσύνη στην κοινή, συλλογική προσπάθεια.
Συμβιώνουμε με τον ιό, προσαρμοζόμαστε κάθε φορά στις διακυμάνσεις του μέχρι να τον νικήσουμε και το κυριότερο εμπιστευόμαστε την επιστήμη. Μπορεί να μην έχει όλες τις απαντήσεις σε κάθε ερώτηση κάθε δεδομένη στιγμή, αλλά είναι το καλύτερο που έχουμε».