Σε επίτιμη διδάκτορα του τμήματος Περιβάλλοντος του Ιονίου Πανεπιστημίου, ανακηρύχθηκε σήμερα στη Ζάκυνθο, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Η τελετή που πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου, διήρκεσε μισή περίπου ώρα και σε αυτήν παρευρέθηκαν οι τοπικές και περιφερειακές αρχές. Η ανακήρυξη της κ. Σακελλαροπούλου σε επίτιμη διδάκτορα, έγινε από τον πρύτανη του Ιονίου Πανεπιστημίου, καθηγητή Ανδρέα Φλώρο.
«Είναι ιδιαίτερη η τιμή και η χαρά για τη σημερινή μέρα και την αναγόρευσή μου ως επίτιμης διδάκτορα του τμήματος Περιβάλλοντος του Ιονίου Πανεπιστημίου. Τα Επτάνησα έχουν συνεισφέρει ανεκτίμητα, τόσο πριν όσο και μετά την ενσωμάτωσή τους, στο ελληνικό Κράτος, στα γράμματα και τις τέχνες. Η επανίδρυση, το 1984, του Ιονίου Πανεπιστημίου, έρχεται να επιστεγάσει αυτή την προσφορά και να μας θυμίσει τον εξέχοντα ρόλο των Επτανήσων στην πνευματική διαμόρφωση του σύγχρονου Ελληνισμού» ανέφερε στην αρχή της ομιλίας της η κ. Σακελλαροπούλου.
Ακόμα η κ. Σακελλαροπούλου επεσήμανε ότι «τo ενδιαφέρον και η ενασχόλησή μου με τα περιβαλλοντικά ζητήματα ανατρέχει στην μακρά θητεία μου ως δικαστή. Χαίρομαι, συνεπώς, για το γεγονός ότι η απόφαση αναγόρευσής μου προέρχεται από τη γενική συνέλευση του Τμήματος Περιβάλλοντος, που εδρεύει στη Ζάκυνθο, τόπο απόλυτα συνυφασμένο με τη μελέτη και έρευνα του φυσικού περιβάλλοντος».
Η Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, έκανε ειδική αναφορά στη Ζάκυνθο, δηλώνοντας ότι «εκτός από απαράμιλλη ομορφιά, διαθέτει δύο πολύ σημαντικούς βιότοπους σπανίων θαλασσίων ειδών, που προστατεύονται από διεθνείς συμβάσεις: Τον βιότοπο αναπαραγωγής της θαλάσσιας χελώνας Caretta caretta στον Κόλπο του Λαγανά, για την οποία από το 1999 έχει θεσμοθετηθεί το Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Ζακύνθου, και τον οικότοπο διαβίωσης και αναπαραγωγής της μεσογειακής φώκιας Monachus monachus, στις δυτικές και βόρειες απόκρημνες ακτές του νησιού, που έχουν χαρακτηριστεί ως περιοχές ΝΑΤURA» ενώ συμπλήρωσε ότι «κατά τη διάρκεια της θητείας μου στο Συμβούλιο της Επικρατείας, είχα την ευκαιρία να συμμετάσχω σε αρκετές υποθέσεις που έκριναν ζητήματα σχετικά με το καθεστώς προστασίας των περιοχών αυτών».
Επίσης, η κ. Σακελλαροπούλου αναφέρθηκε αναλυτικότερα στο τμήμα Περιβάλλοντος όπου ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας, λέγοντας ότι «στοχεύει στην ποιοτική και ποσοτική κατανόηση των φυσικών, χημικών, βιολογικών διεργασιών και αποτελεσμάτων τους στο περιβάλλον και τα οικοσυστήματα, καθώς και στις περιβαλλοντικές τεχνολογίες. Το πρόγραμμα σπουδών του στηρίζεται κατά βάση στις θετικές επιστήμες και προάγει μια διεπιστημονική προσέγγιση, η οποία είναι απαραίτητη για την κατανόηση και την αντιμετώπιση των σύνθετων ζητημάτων που άπτονται της προστασίας του περιβάλλοντος».
«Στα περιβαλλοντικά ζητήματα, η νομική επιστήμη αγγίζει ενίοτε τα όριά της» ανέφερε η κ. Σακελλαροπούλου για να συμπληρώσει ότι «η διεπιστημονική προσέγγιση μπορεί να αναδείξει τον πολύπλευρο και πολυσύνθετο, επιστημονικό, νομικό, οικονομικό και κοινωνικό, χαρακτήρα των επιπτώσεων μιας διοικητικής πράξης, την οποία οι δικαστές καλούνται να κρίνουν και να αξιολογήσουν με βάση αόριστες νομικές έννοιες και κριτήρια που συνδυάζουν νομικές και τεχνικές κρίσεις».
«Χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα αποτελεί η εξειδίκευση και εφαρμογή της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης. Η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελεί μια αρχή που διέπει τόσο το ενωσιακό δίκαιο, όσο και την ελληνική έννομη τάξη. Κατοχυρώνεται, υπό τη μορφή της ‘αειφορίας’, στο άρθρο 24 του Συντάγματος, καθοδηγεί τον συλλογισμό του δικαστή και αποτελεί τον θεμέλιο λίθο μιας πλούσιας και καινοτόμου νομολογίας. Η κατανόηση της αρχής αυτής, η οποία έχει τεθεί στο επίκεντρο διεθνώς, χάρη σε σημαντικά κείμενα του ΟΗΕ, όπως η Διακήρυξη της Χιλιετίας των Ηνωμένων Εθνών και ιδίως η Ατζέντα 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, αποβαίνει καθοριστική στο πλαίσιο της πλανητικής κλιματικής κρίσης. Η απειλή της κλιματικής αλλαγής καταλαμβάνει και τη δική μας περιοχή, την περιοχή της Μεσογείου, η οποία υφίσταται σημαντικές περιβαλλοντικές πιέσεις. Αυτές θα γίνονται όλο και πιο έντονες στο άμεσο μέλλον. Γι’ αυτόν τον λόγο έχει καταστεί πλέον δόκιμος ο όρος της ‘κατάστασης κλιματικής έκτακτης ανάγκης’» πρόσθεσε η κ. Σακελλαροπούλου.
Ακολούθως, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, είπε ότι «σε αυτές τις συνθήκες αναδύεται η έννοια της κλιματικής δικαιοσύνης, η οποία αντιλαμβάνεται το περιβαλλοντικό ζήτημα από μια ηθική και κατά δεύτερο λόγο νομική σκοπιά, συσχετίζοντας μεταξύ άλλων το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις παραβιάσεις τους. Συναφής έννοια είναι και εκείνη της δίκαιης μετάβασης, η οποία αποσκοπεί στην άμβλυνση των κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων της μετάβασης σε φιλικότερες προς το περιβάλλον μορφές ενέργειας» για να συμπληρώσει ότι «ενόψει τούτων, η θέση του δικαστή στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης είναι πλέον καίρια. Χωρίς να αμφισβητείται ο ρόλος των διεθνών οργανισμών και των εθνικών κυβερνήσεων, οι οποίες μέσω των πολυμερών δεσμεύσεων που αναλαμβάνουν, όπως χαρακτηριστικά Συνθήκη των Παρισίων, καλούνται να προβούν σε άμεσα μέτρα ανάσχεσής της, η δικαστική εξουσίααναμετράται με την εγγύηση και την οριοθέτηση της κρατικής αυτής υποχρέωσης. Στις έννοιες της κλιματικής δίκης και του κλιματικού πρόσφυγα αποτυπώνεται, μεταξύ άλλων, η διασύνδεση της δικαιοδοτικής πράξης και της περιβαλλοντικής προστασίας».
«Σημαντικές αποφάσεις εθνικών δικαστηρίων δείχνουν τον δρόμο» τόνισε η κ. Σακελλαροπούλου ενώ ανέφερε ότι «σε πρόσφατη απόφασή του το 2021, το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο θεμελίωσε τη συνταγματική υποχρέωση του Γερμανού νομοθέτη και της γερμανικής κυβέρνησης να αναλάβουν πρωτοβουλίες για μία πιο αποτελεσματική και σύντομη χρονικά συμμόρφωση με τις διεθνείς περιβαλλοντικές δεσμεύσεις της χώρας. Όπως χαρακτηριστικά έκρινε το δικαστήριο, βασιζόμενο στην έννοια της διαγενεακής δικαιοσύνης, η αδράνεια και η απροθυμία λήψης όλων των αναγκαίων μέτρων την κατάλληλη χρονική στιγμή, παραβιάζει τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των μελλοντικών γενεών. Αυτή η υπεράσπιση της ελευθερίας, στη διαχρονική της διάσταση, συμπορεύεται με την αντίστοιχη προσέγγιση του περιβάλλοντος ως συλλογικού δικαιώματος τρίτης γενιάς».
Τέλος, η κ. Σακελλαροπούλου επεσήμανε ότι «το περιβάλλον συνιστά μια από τις θεματικές στην Προεδρία της Δημοκρατίας, καθώς η αφύπνιση, επαγρύπνηση και ευαισθητοποίηση όλων των Ελλήνων πολιτών είναι ζήτημα επείγουσας και επιτακτικής ανάγκης. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και η έμφαση που δίνει στο περιβάλλον και την πράσινη ανάπτυξη, το νέο πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης, πρέπει να δώσουν την ώθηση για την πράσινη επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας και την ενίσχυση της οικολογικής ευαισθησίας του καθενός μας. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, και η ενεργειακή κρίση που έχει προκύψει, δεν πρέπει να αποτελέσει παρά μόνο παροδικό πρόσκομμα στην πορεία αυτή. Η εγγύηση του βιώσιμου περιβάλλοντος έχει υπαρξιακή σημασία για τον πολιτισμό μας και συνιστά το πιο υψηλό μας χρέος απέναντι, όχι μόνον στους εαυτούς μας, αλλά και στις γενιές που ακολουθούν. Στην επείγουσα αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, πρέπει με αφορμή τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που μας θέτει, να θεμελιωθεί και να εμπεδωθεί μια ηθική της ευθύνης για όλους μας. Αυτή θα είναι η μεγαλύτερη ελπίδα μας για το μέλλον».