Μεταρρυθμίσεις στα Πανεπιστήμια επιθυμεί να φέρει η υπουργός Παιδείας, Νίκη Κεραμέως. Αλλαγές στο προβλεπόμενο όριο για την ολοκλήρωση των σπουδών και αντικειμενικότερα κριτήρια για τις χρηματοδοτήσεις.
Ριζικές αλλαγές έρχονται στα ελληνικά πανεπιστήμια, καθώς η υπουργός Παιδείας, ήδη συζητά με τους πρυτάνεις σχετικά με τις απαραίτητες ρυθμίσεις για τη βελτίωση της λειτουργικότητας των πανεπιστημίων. Μετά την διαβούλευση του νομοσχεδίου που προβλέπει αξιολόγηση των ΑΕΙ και τη σύνδεσή τους με τη χρηματοδότηση, η υπουργός τονίζει ότι «Δεν είναι δυνατόν ο εκάστοτε υπουργός να αποφασίζει ποιο πανεπιστήμιο θα πάρει πόσα χρήματα» και θεωρεί αναγκαία την θέσπιση αντικειμενικότερων κριτηρίων για τις χρηματοδοτήσεις.
Το συνυπολογισμό του κόστους των σπουδών ενός φοιτητή ανά πανεπιστήμιο και το κόστος ζωής στην ανάλογη πόλη, θα αναλάβει μια ανώτατη αρχή που θα δημιουργηθεί, η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης, η οποία θα αξιολογήσει και τις συγχωνεύσεις των ΤΕΙ με τα ΑΕΙ. Επιπλέον αυξάνεται το 2020 ο προϋπολογισμός του υπουργείου Παιδείας σύμφωνα και με το νέο πρόσθετο ειδικό αποθεματικό που θεσμοθέτησε η κυβέρνηση της Ν.Δ., για την εξυπηρέτηση δαπανών σε ευαίσθητους τομείς, στους οποίους περιλαμβάνεται και η Παιδεία.
Το νέο θεσμικό πλαίσιο που θα προωθηθεί στην Βουλή μετά τα Χριστούγεννα περιλαμβάνει και άλλους άξονες της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης όπως: την ενίσχυση της έρευνας σε πανεπιστημιακό επίπεδο, την ίδρυση ξενόγλωσσων τμημάτων που θα στοχεύουν στην προσέλκυση φοιτητών από το εξωτερικό, τον προσδιορισμό της κατώτερης βάσης εισαγωγής και του αριθμού εισακτέων, την απελευθέρωση των προγραμμάτων σπουδών καθώς και των εξορθολογισμό του νόμου για τις μεταγραφές.
Σημαντική διάσταση του νέου θεσμικού πλαισίου που θα δημιουργηθεί, αποτελεί η θέσπιση του ανωτέρου ορίου φοίτησης. Στον αρχικό σχεδιασμό ν(ο ελάχιστος χρόνος φοίτησης) + 2, το λεγόμενο ν+2, αποφασίστηκε να προστεθεί ένα ακόμη έτος φοίτησης, για την διευκόλυνση των φοιτητών. Επιπλέον θα θεσμοθετηθούν ειδικές διατάξεις που θα αφορούν λόγους υγείας, εργασίας και άλλες ευαίσθητες περιπτώσεις.
Οι μελέτες σχετικά με τον αριθμό αποφοίτων στην χώρα μας δείχνουν ανησυχητικά αποτελέσματα, καθώς σύμφωνα με τη φετινή ετήσια έκθεση της Αρχής Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ), η χώρα μας έχει το χαμηλότερο ποσοστό αποφοίτων επί των φοιτητών (9,41%) έναντι 24,15% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, πράγμα που δείχνει ότι είναι περισσότεροι οι φοιτητές που εισέρχονται στα ελληνικά πανεπιστήμια από αυτούς που τελικά παίρνουν πτυχίο.