Μήνυμα στην Τουρκία έστειλε ο υπουργός Εθνικής Αμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος, την ώρα που ανεβαίνουν οι τόνοι στη διπλωματική σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ενόψει και της διάσκεψης για τη Λιβύη που θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή στο Βερολίνο.
Πιο συγκεκριμένα, ο υπουργός ανέφερε ότι «αν η Τουρκία παραβιάσει την κυριαρχία μας, θα εξετάσουμε όλα τα σενάρια. Δεν είμαστε πολεμοχαρείς, αλλά αν κριθεί απαραίτητο, θα αντιδράσουμε».«Δεν είμαστε πολεμοχαρείς, αλλά αν κριθεί απαραίτητο, θα αντιδράσουμε», ξεκαθάρισε. Και σημείωσε ότι «θα είμαστε μόνοι μας στρατιωτικά αν μας προκαλέσει η Τουρκία», η οποία «συμπεριφέρεται σαν νταής».
Ερωτώμενος για το ποια θα είναι η αντίδραση της Αθήνας σε σοβαρή πρόκληση, είπε χαρακτηριστικά: «η ελληνική απάντηση θα κλιμακωθεί, ανάλογα με την τουρκική προσβολή».
Ο υπουργός Άμυνας υπογράμμισε επίσης πως η τουρκική προκλητικότητα έχει αυξηθεί πολύ τον τελευταίο χρόνο, κάνοντας λόγο για πάνω από 5.000 παραβιάσεις μέσα στο 2019 και προσθέτοντας πως η Αγκυρα δεν λειτουργεί με βάση το διεθνές δίκαιο, αλλά με το δίκαιο του ισχυρού.
Για το μπαράζ προκλητικών ενεργειών της Τουρκίας στο Αιγαίο, παραδέχθηκε ότι «αυξάνεται ο κίνδυνος ενός ατυχήματος» και δήλωσε ότι η Ελλάδα ζήτησε μέτρα από το ΝΑΤΟ για τις τουρκικές παραβιάσεις.
Σχετικά με τα εξοπλιστικά προγράμματα, ο διευκρίνισε ότι η Ελλάδα δεν κινείται με πανικό λόγω της Τουρκίας, αλλά με συγκεκριμένο πρόγραμμα.
Για την αιφνιδιαστική έλευση του Λίβυου στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ στην Αθήνα το βράδυ της Πέμπτης, ο κ. Παναγιωτόπουλος είπε ότι «στρατηγός Χαφτάρ είχε επαφές με τον κ. Δένδια αλλά αυτό εντάσσεται στα πλαίσια της άσκησης εξωτερικής πολιτικής της χώρας και όχι αμυντικής».
Για τη συμφωνία της Τουρκίας με τη κυβέρνηση Σαράζ της Λιβύης, για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, «θίγει ζωτικά κυριαρχικά μας δικαιώματα και θεωρούμε δεδομένο να αντιδράσουμε γι’ αυτό». Ο υπουργός Άμυνας αναφέρθηκε στην επερχόμενη σύσκεψη για τη Λιβύη στο Βερολίνο, σημειώνοντας ότι «κακώς δεν έχει προσκληθεί η Ελλάδα. Η δικαιολογία (της Γερμανίας) ότι η συζήτηση δεν θα περιστραφεί γύρω από ζητήματα συνεκμετάλλευσης πόρων ή χάραξης θαλασσίων ζωνών φαντάζει εξαιρετικά ανεπαρκής. Νομίζω ότι με τη σημερινή κίνηση (την άφιξη Χάφταρ στην Αθήνα), η Ελλάδα δίνει το παρών σε αυτόν τον διπλωματικό ‘πυρετό’ και καταγράφει τη παρουσία της». Πρόσθεσε ότι η «παρουσία του Αμερικανού ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο στη σύσκεψη για τη Λιβύη, συνάδει λίγο πολύ με τις ελληνικές θέσεις».
Ο κ. Παναγιωτόπουλος αναφέρθηκε στα κίνητρα του Τούρκου προέδρου, και αναρωτήθηκε, «είναι άραγε κάποιος μεγαλοιδεατισμός που διέπει έναν ηγέτη ο οποίος και για λόγους υστεροφημίας θα ήθελε να περάσει ως ο αναμορφωτής της παλιάς οθωμανικής αυτοκρατορίας ή συνάδει με έναν πραγματισμό γεωπολιτικό να αδράξει την ευκαιρία που του προσφέρεται αυτή τη στιγμή; Νομίζω ότι κυρίως είναι το δεύτερο. Καταλαβαίνει ο Ερντογάν και η Τουρκία ότι τώρα είναι η ευκαιρία, γιατί οι ΗΠΑ, παρουσιάζουν κάποιες τάσεις αποχωριτισμού ιδίως από τη Μέση Ανατολή.
Γιατί η Ε.Ε. εξακολουθεί να είναι αργή στη λήψη αποφάσεων ακόμα και στη στάθμιση των δεδομένων με τον σωστό τρόπο. Γιατί υπάρχει επίσης ένα πολιτικό τέλμα στο Ισραήλ -το οποίο πάντα είχε λόγο- λόγω της δυσκολίας σχηματισμού κυβέρνησης. Ο Ερντογάν προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τις καταστάσεις με έναν πολύ επιθετικό τρόπο. Επίσης, έχει πλέον καλή σχέση με τη Ρωσία και καταλαβαίνει ότι η Ελλάδα είναι σε χειρότερη θέση απότι βρίσκεται σε ένα με δύο χρόνια. Ο Ερντογάν θεωρεί ότι τώρα είναι το κατάλληλο timing να προχωρήσει».
Για το πώς πρέπει να αντιδράσει η Ελλάδα, ο κ. Παναγιωτόπουλος είπε ότι «πρέπει να αναπτύξουμε τις επαφές μας στη βάση των στρατηγικών συμμαχιών που έχουμε, να τους πούμε με ψύχραιμο τρόπο τα επιχειρήματά μας και αφού κινητοποιήσουμε τους συμμάχους μας, πρέπει να ενισχύσουμε την αποτρεπτική ισχύ των ενόπλων δυνάμεων γιατί η Τουρκία δείχνει ότι έχει μια τάση να αγνοεί το διεθνές δίκαιο και τις συνθήκες καλής γειτονίας και να διέπεται μόνο από το νόμο του ισχυρού. Απέναντι λοιπόν στην ισχύ είναι η αποτροπή».