Quantcast

Μυστική συνάντηση της ομάδας Παπανδρέου – Η «μοιρασιά» και το μήνυμα ενότητας

Οι συζητήσεις για την επόμενη ημέρα της ήττας, η μπηχτή του πρώην πρωθυπουργού και η παρέμβαση Χριστοδουλάκη

Η βαριά εσωκομματική ήττα που υπέστη ο Γ. Παπανδρέου από τον Ν. Ανδρουλάκη αξιολογήθηκε λίγες ημέρες μετά τη 12η Δεκεμβρίου σε μια ευρεία σύσκεψη, την οποία συγκάλεσε ο πρώην πρωθυπουργός με τη συμμετοχή τουλάχιστον είκοσι στελεχών που διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην προεκλογική εκστρατεία του.

Στη συνάντηση αυτή, που πραγματοποιήθηκε τις ημέρες ψήφισης του Προϋπολογισμού, ο Γ. Παπανδρέου, αφού ευχαρίστησε όσους συνέβαλλαν στον αγώνα που έδωσε για τη διεκδίκηση της προεδρίας, ζήτησε να ακούσει τη γνώμη τους για την επόμενη ημέρα.

Δηλαδή, «τι κάνουμε από εδώ και πέρα, πώς πρέπει να κινηθούμε και ποια πρέπει να είναι η στάση μας απέναντι στην ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη».

Προηγουμένως, στην εισήγησή του είχε αφήσει να εννοηθεί πως δεν σκοπεύει να αμφισβητήσει τον νέο αρχηγό του κόμματος, εξηγώντας πως οι όποιες διαφορές μπορεί να προκύψουν σε ζητήματα της τρέχουσας επικαιρότητας θα πρέπει να διατυπώνονται στα όργανα του κόμματος και σε καμία περίπτωση με όρους «σκόπιμης ανταρσίας».

Από την παρέμβασή του αξιοσημείωτη ήταν μια αποστροφή του, που ερμηνεύτηκε ως «μπηχτή» σε όσους τον παραπλάνησαν, παρουσιάζοντάς του με πιο αισιόδοξο τρόπο τα δεδομένα στη μάχη που πήγαινε να δώσει μέσα σε διάστημα λίγων ημερών.

Και αν ο Γ. Παπανδρέου σε αυτήν τη συνάντηση επιχείρησε να στείλει ένα μήνυμα ενότητας και σεβασμού του εκλογικού αποτελέσματος, έστω και αν ο ίδιος κράτησε μια επιφύλαξη ως προς την αυτονομία της κινητικότητάς του στο διεθνές περιβάλλον, εντούτοις πολλοί εκ των παρισταμένων ήταν θιασώτες μιας επιθετικής γραμμής απέναντι στον νέο αρχηγό, με την προβολή του αιτήματος μιας ιδιότυπης «συνδιοίκησης» του κόμματος. Δηλαδή, της αναλογικής μοιρασιάς θέσεων στα όργανα του ΚΙΝ. ΑΛ.

Ο γραμματέας

Πριν αναφερθούμε στα πρόσωπα που με τις παρεμβάσεις τους εισηγήθηκαν στον Γ. Παπανδρέου να διεκδικήσει για λογαριασμό του κόσμου που στήριξε την υποψηφιότητά του και την αντίστοιχη συμμετοχή στα όργανα του Κινήματος Αλλαγής, αξίζει να επισημάνουμε πως σε αυτήν τη «συνάντηση της ήττας» συμμετείχε και ο γραμματέας του κόμματος, Μανώλης Χριστοδουλάκης, ο οποίος όλο το προηγούμενο διάστημα είχε κρατήσει στάση «θεσμικά ουδέτερου» απέναντι στους διεκδικητές της αρχηγίας και «θεματοφύλακα» των «ίσων αποστάσεων».

Συνεπώς, το να συμμετάσχει σε μια μυστική συνάντηση που συγκάλεσε ο ηττημένος των εσωκομματικών εκλογών, αν μη τι άλλο, τον έθεσε στο στόχαστρο του προεδρικού κύκλου στελέχη του οποίου σημειώνουν ότι η συμμετοχή του δείχνει πως ποτέ δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, για να λειτουργήσει ως θεσμικός εγγυητής των εκλογικών διαδικασιών, αλλά ως ένας κρυφός και στα μουλωχτά «παρατρεχάμενος κομματάρχης».

Μάλιστα, στη συγκεκριμένη συνάντηση ο ίδιος έδωσε και απαντήσεις όταν πήρε τον λόγο αναφορικά με το πώς πρέπει να αντιδράσει απέναντι στον Ν. Ανδρουλάκη.

«Αν παραιτηθώ, μπορεί η απόφασή μου να εκληφθεί ως υπονόμευσή του», φέρεται να είπε σημείωσε. Τρεις στενοί συνεργάτες του Γ. Παπανδρέου, οι Δ. Ρέππας, Φ. Σαχινίδης και Μ. Καρχιμάκης, προσπάθησαν να πείσουν τον πρώην πρωθυπουργό πως θα πρέπει να διεκδικήσει για λογαριασμό των δυνάμεων που εκπροσωπεί τη «συμμετοχική έκφρασή» τους στα όργανα του Κινήματος Αλλαγής.

Μάλιστα, φέρονται να τον προέτρεψαν να προχωρήσει στη σχετική διαπραγμάτευση με τον Ν. Ανδρουλάκη, ζητώντας του να συναντηθεί μαζί του για τη διευθέτηση της κατανομής των θέσεων του κόμματος.

Επιπλέον, από τις παρεμβάσεις που έγιναν και από άλλα στελέχη, όπως την Α. Παπαθανάση, πρώην βουλευτή του ΠΑΣΟΚ, δόθηκε η εντύπωση πως ο Γ. Παπανδρέου ως επικεφαλής και του ΚΙΔΗΣΟ θα πρέπει να ενισχύσει τη διαπραγματευτική πίεσή του στον Νίκο Ανδρουλάκη και ως προς το θέμα της οικονομικής εξάρτησης του ΚΙΝ.ΑΛ.

Επειδή η κρατική χρηματοδότηση του ΚΙΝ.ΑΛ. βασίζεται και στο αντίστοιχο οικονομικό μερίδιο από τη συμμετοχή του ΚΙΔΗΣΟ στο σχήμα αυτό, καθώς μαζί με την ΕΔΕΜ είναι ο τρίτος «φορολογικός εταίρος», αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μοχλός πίεσης ή διαπραγμάτευσης με τη νέα ηγεσία του κόμματος.