Στο πλαίσιο της διαδικτυακής εκδήλωσης του Συμβουλίου Διεθνών σχέσεων.
«Πρόκληση η αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων» συμπλήρωσε ο πρωθυπουργός
Το δικό του «Ανήκομεν εις την Δύσιν» διατύπωσε σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που συμμετείχε ως κεντρικός εισηγητής στη συζήτηση για την ελληνική υψηλή στρατηγική που διοργάνωσε μέσω τηλεδιάσκεψης το Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων και την οποία παρακολούθησαν διαδικτυακά περισσότεροι από 1.800 φοιτητές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
«Η Ελλάδα είναι γεωπολιτικά αλλά και αξιακά, τοποθετημένη σε αυτό το οποίο αποκαλούμε Δυτική σφαίρα», ξεκαθάρισε ο πρωθυπουργός σχετικά με τη θέση της χώρας στο διεθνές περιβάλλον, προσθέτοντας πως «από εκεί και πέρα όμως, δεν πιστεύω ότι το ζητούμενο -αυτή τη στιγμή τουλάχιστον- για μια χώρα όπως είναι η Ελλάδα, ενδεχομένως και για μια υπερεθνική ένωση όπως είναι η Ευρώπη, είναι υποχρεωτικά να διαλέξουμε στρατόπεδο. Ως Ευρώπη, ως τρίτος πόλος, θα πρέπει να έχουμε μια δική μας διακριτή στρατηγική, η οποία προφανώς σε πολλά ζητήματα γεωπολιτικών προτεραιοτήτων μας φέρνει κοντά στις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν μπορεί όμως κανείς να παραβλέψει και το γεγονός ότι υπάρχουν οικονομικές σχέσεις πολύ ισχυρές με την Κίνα, τις οποίες δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε και στο φαινόμενο του brain drain: «Αυτή τη στιγμή οι δυνατότητες που προσφέρονται στην ίδια την πατρίδα μας για να επιστρέψουν συμπολίτες μας οι οποίοι έφυγαν, ειδικά τα χρόνια της κρίσης, είναι πολύ περισσότερες από ότι ήταν πριν από κάποια χρόνια. Υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες για επαγγελματική αποκατάσταση. Πιστεύω ακράδαντα ότι μετά την πανδημία η ελληνική οικονομία θα μπει σε μία τροχιά γρήγορης ανάπτυξης. Ξένες εταιρείες έρχονται και επενδύουν στη χώρα και αναζητούν πολύ συχνά ανθρώπινο δυναμικό με τα χαρακτηριστικά που έχουν συμπολίτες μας οι οποίοι έφυγαν από τη χώρα και απαρτίζουν αυτό το οποίο αποκαλούμε, τη διασπορά ή τουλάχιστον τη νέα διασπορά, αυτό το οποίο περιγράφουμε ως το φαινόμενο του brain drain».
Όπως σημείωσε, «οι άνθρωποι αυτοί θα επιστρέψουν στην χώρα, όχι μόνο επειδή θα τους προκύψει μόνο μία καλή επαγγελματική ευκαιρία. Θα επιστρέψουν αν έχουν εμπιστοσύνη στις μακροπρόθεσμες δυνατότητες της χώρας να προοδεύσει και να μπορέσει να ξεκολλήσει από το τέλμα, τουλάχιστον της τελευταίας δεκαετίας. Πιστεύω ακριβώς ότι αυτή η προοπτική διαφαίνεται σήμερα στον ορίζοντα και για αυτό είμαι και πολύ αισιόδοξος ότι αυτή η δεκαετία, που τεχνικά ξεκίνησε το 2020 αλλά -ας πούμε χάριν της συζήτησης- ξεκινάει εμβληματικά το 2021, με αφορμή και τα 200 χρόνια, θα είναι μία πολύ καλή δεκαετία για τη χώρα μας».
Σχολιάζοντας τα ζητήματα της «έξυπνης», της «ήπιας» και της «σκληρής» ισχύος που τέθηκαν από τους συμμετέχοντες στη συζήτηση, ο κ. Μητσοτάκης επεσήμανε πως «έξυπνη ισχύς είναι να βγαίνουμε από την προβλέψιμη και αναμενόμενη ηγετική παρουσία της χώρας μας στα Βαλκάνια και να χτίζουμε νέες συμμαχίες με σημαντικές χώρες της περιοχής […] να πηγαίνουμε πέρα και πάνω από τις συνηθισμένες προτεραιότητες εξωτερικής πολιτικής. […] Άρα για εμένα ένδειξη εξυπνάδας είναι μερικές φορές να ξεφεύγεις από τα στερεότυπα και από τα προβλέψιμα της εξωτερικής πολιτικής, έτσι όπως τουλάχιστον τη βιώσαμε, τη διδαχθήκαμε εδώ και δεκαετίες. Να αναγνωρίζεις πώς αλλάζει ο κόσμος και να φροντίζεις πάντα να είσαι πρωτοπόρος. Όπου μπορείς να είσαι πρωτοπόρος».