Ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, εκσυγχρονισμός των παρεχόμενων υπηρεσιών, αποτελεσματική κάλυψη των αναγκών των πολιτών και διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα του ΕΣΥ , είναι οι βασικοί άξονες του σχεδιασμού του υπουργείου Υγείας για να νικήσουμε στη μάχη με τον νέο κορωνοϊό. Η κατάσταση απαιτούσε γρήγορες αποφάσεις και στοχευμένες κινήσεις.
Ο υφυπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζαμάνης, είναι κατηγορηματικός: «Κερδίζουμε το στοίχημα και μετά την κρίση το σύστημα υγείας θα είναι πιο δυνατό».
Ένα στοίχημα, τιτάνιος αγώνας απέναντι στην μεγαλύτερη υγειονομική κρίση που έχουμε γνωρίσει. Ένα στοίχημα που αφορά την προστασία και διάσωση ανθρώπινων ζωών. Και πράγματι είναι παγκόσμια αποδεχτό, ότι η χώρα μας κινήθηκε γρήγορα και σωστά.
Η κρίση αυτή κατέδειξε την αναγκαιότητα της ύπαρξης ενός σύγχρονου και δυνατού δημόσιου συστήματος υγείας και «απαίτησε» γρήγορες βελτιώσεις και ενίσχυση του «γερασμένου» ΕΣΥ. Ο χρόνος δουλεύει υπέρ του για να βελτιωθεί ακόμη και όπως υπογραμμίζει ο κ. Κοντοζαμάνης, «η κρίση μας δίνει την εμπειρία και τα εργαλεία για να επισπεύσουμε διαδικασίες και να επιταχύνουμε τις μεταρρυθμίσεις για ένα ποιο σύγχρονο σύστημα υγείας».
«Τον περασμένο Ιούλιο, ο Υπουργός Βασίλης Κικίλιας κι εγώ αναλάβαμε ένα σύστημα υγείας σε κακή κατάσταση. Αποτυπώσαμε πολύ γρήγορα τις ελλείψεις και τις αστοχίες και σχεδιάσαμε τις απαραίτητες ενέργειες που έπρεπε να αναληφθούν. Κυρίως, καταφέραμε να διασφαλίσουμε την οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος και να έχουμε στη διάθεσή μας ενημερωμένα και αξιόπιστα ώστε να λάβουμε τεκμηριωμένες αποφάσεις.
Με την έναρξη της κρίσης του κορονοϊού το σύστημα υγείας βρέθηκε με ελλείψεις σε κομβικά τμήματα, όπως οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ). Δημιουργήσαμε σε σύντομο χρονικό διάστημα νέες Μονάδες, στελεχώσαμε τομείς του συστήματος με το απαραίτητο προσωπικό, προβήκαμε στις παραγγελίες του απαραίτητου εξοπλισμού και υλικών, ώστε να αντιμετωπίσουμε την κρίση. Δημιουργούμε μία σημαντική παρακαταθήκη για το μέλλον που μας δίνει τη δυνατότητα να ολοκληρώσουμε νωρίτερα τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στο σύστημα υγείας».
«Είναι αλήθεια ότι με την έγκαιρη λήψη των μέτρων καταφέραμε να περιορίσουμε τη μετάδοση της νόσου, αλλά και να προετοιμάσουμε καλύτερα το σύστημα υγείας. Είναι ένα παράδειγμα τεκμηριωμένης λήψης αποφάσεων και ταχύτατης ανταπόκρισης της Κυβέρνησης.
Στοχεύσαμε στην προστασία των πολιτών, στην προστασία των επαγγελματιών υγείας και στην ενδυνάμωση του συστήματος υγείας. Δεν χάσαμε την ευκαιρία. Θέσαμε ως προτεραιότητα την αύξηση των κλινών εντατικής θεραπείας. Και το καταφέραμε. Από 557 λειτουργικές κλίνες ΜΕΘ που διέθετε το δημόσιο σύστημα υγείας τον Ιούλιο 2019, σήμερα διαθέτει 775. Όχι μόνο αντιμετωπίζουμε επιτυχώς τον covid-19, αλλά ταυτόχρονα βελτιώνουμε το χαμηλό δείκτη που έχει η χώρα μας σε κλίνες ΜΕΘ ανά κάτοικο. Έχουμε σχεδιάσει και υλοποιούμε ένα πλάνο περαιτέρω ανάπτυξης Μονάδων Εντατικής Θεραπείας στο οποίο συνεισφέρουν μεγάλοι δωρητές».
«Επίσης, δίνουμε προτεραιότητα στις προσλήψεις στον τομέα της εντατικής θεραπείας. Οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας απαιτούν υψηλούς δείκτες στελέχωσης. Στόχος μας είναι η στελέχωση αυτή να είναι μόνιμη. Όπως και σε άλλους τομείς του συστήματος υγείας. Έχουμε επισημάνει ότι το επικουρικό νοσηλευτικό προσωπικό θα παραμείνει στο σύστημα. Έχουμε επίσης σχεδιάσει τη σταδιακή μετατροπή των θέσεων ιατρικού επικουρικού προσωπικού σε θέσεις επιμελητών Β, ώστε με γρήγορες διαδικασίες κρίσης να προσλάβουμε μόνιμους γιατρούς στο σύστημα υγείας».
Ο κ. Κοντοζαμάνης υπογραμμίζει ότι αποτελεί προτεραιότητα και η ανάπτυξη της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. «Η περίπτωση του κορονοϊού αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα για το πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε ήπια περιστατικά, πώς μπορούμε να προσφέρουμε περισσότερες υπηρεσίες σε πρωτοβάθμιο επίπεδο, με τη χρήση κυρίως της τεχνολογίας, και πώς η παροχή υπηρεσιών υγείας είναι αποτελεσματικότερη εφόσον η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας διαλειτουργήσει ουσιαστικά με τη δευτεροβάθμια. Πετυχαίνουμε και κάτι ακόμα. Το καλύτερο αποτέλεσμα με το μικρότερο κόστος επειδή η χρήση των πόρων καθίσταται αποδοτική».
«Είναι γεγονός ότι το βάρος μίας υγειονομικής κρίσης το σηκώνουν τα κρατικά συστήματα υγείας. Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι, σε ένα εθνικό σύστημα υγείας συνυπάρχει τόσο ο κρατικός τομέας όσο και ο ιδιωτικός. Και πως στη μάχη πρέπει να συμμετέχουν όλοι. Και συμμετέχουν. Όχι μόνο οι γιατροί αλλά το σύνολο των επαγγελματιών υγείας. Κανείς δεν περισσεύει. Επίσης, ο ιδιωτικός τομέας συμμετέχει με τις δομές που διαθέτει υπό το κύρος του κράτους, χωρίς κόστος για τον πολίτη».
Όπως αναφέρει, «η υγειονομική κρίση μας δίνει την ευκαιρία να βελτιώσουμε το σύστημα υγείας, να το κάνουμε πιο αποτελεσματικό, πιο αποδοτικό, πιο σύγχρονο. Σε μικρό χρονικό διάστημα καταφέραμε και ξεπεράσαμε στρεβλώσεις, καλύψαμε ελλείψεις, δημιουργήσαμε νέες υπηρεσίες. Ειδικότερα, δημιουργήσαμε νέες Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, εκσυγχρονίσαμε και ανανεώσαμε εξοπλισμό, στελεχώσαμε με το απαραίτητο προσωπικό κρίσιμους τομείς του συστήματος. Και συνεχίζουμε να το κάνουμε».
«Καταφέραμε επίσης να επιτύχουμε και ένα ψηφιακό άλμα στον τομέα της υγείας. Δράσεις που σχεδιάζονταν να υλοποιηθούν εντός του 2020, ήδη υλοποιούνται. Για παράδειγμα, η άυλη συνταγογράφηση. Και είναι δράσεις που αφορούν πρωτίστως όλους τους πολίτες. Βελτιώνουν την καθημερινότητα τους στην επαφή με το σύστημα υγείας, τον εξυπηρετούν και βεβαίως δεν επιφέρουν κανένα οικονομικό κόστος».
«Ένα οργανωμένο και σύγχρονο σύστημα υγείας πρέπει να θέτει συγκεκριμένους στόχους και να βάζει προτεραιότητες. Η κρίση μας δίνει την εμπειρία και τα εργαλεία προκειμένου να επισπεύσουμε διαδικασίες και να επιταχύνουμε τις μεταρρυθμίσεις προκειμένου να έχουμε το πιο σύγχρονο σύστημα υγείας που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες όλων των πολιτών. Επιπλέον, η κρίση κατέδειξε, σε όλους, ότι ο δημόσιος χαρακτήρας του συστήματος υγείας είναι για εμάς αδιαπραγμάτευτος. Διασφαλίζουμε την απρόσκοπτη πρόσβαση των πολιτών σε κάθε απαραίτητη υπηρεσία χωρίς επιβάρυνση».