Κόκκινες γραμμές και ιστορικές συμφωνίες – Οι σταθμοί και τα νέα ανοίγματα της ελληνικής διπλωματίας το 2021

Έτος εξωστρέφειας και διαρκούς κινητικότητας της εξωτερικής πολιτικής

Στη διάρκεια της χρονιάς που σε λίγες ημέρες τελειώνει, η ατζέντα της ελληνικής διπλωματίας ήταν όσο ποτέ άλλοτε πλούσια σε δραστηριότητες, που κάλυψαν ένα ευρύ φάσμα υποθέσεων εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφάλειας. Έχοντας πάντοτε στο κέντρο των στρατηγικών κινήσεών της τη σταθερή αντιμετώπιση του τουρκικού αναθεωρητισμού, η Αθήνα ανέπτυξε δράσεις που στερέωσαν τη γεωπολιτική θέση της χώρας στον διεθνή περίγυρό της.

Η πολιτική ηγεσία, διατηρώντας τη στρατηγική θέση της Ελλάδας στα Δυτικά Βαλκάνια, προχώρησε σε σημαντικές αμυντικές συμφωνίες με ΗΠΑ και Γαλλία, «προσέγγισε» τη Ρωσία, δυνάμωσε τις συνεργασίες της στην Ανατολική Μεσόγειο, πύκνωσε τις οικονομικές σχέσεις με την Κίνα και πραγματοποίησε διπλωματικά «ανοίγματα» σε χώρες της Αφρικής. Το 2021 ήταν μια παραγωγική χρονιά διπλωματίας και άμυνας.

 

«ΚΑΘΑΡΕΣ ΚΟΥΒΕΝΤΕΣ» ΜΕ την ΤΟΥΡΚΙΑ
Από το βήμα της Βουλής, στις 15 Δεκεμβρίου, ο υπουργός Εξωτερικών, Ν. Δένδιας, επιβεβαίωσε ότι η αντιμετώπιση της αναθεωρητικής πολιτικής της Τουρκίας και οι πολεμικές απειλές της αποτελούν και σήμερα το μείζον θέμα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας. Και κάλεσε όλες τις πολιτικές δυνάμεις της Ελλάδας σε «συστράτευση» και «στοίχιση» για την αντιμετώπιση της τουρκικής πολιτικής, «με κοινό παρονομαστή την εθνική λογική και το εθνικό συμφέρον».

Η ισχυρή αυτή δήλωση έχει πίσω της την τοποθέτηση του υπουργού Εξωτερικών, που στις 15 Απριλίου ξεκαθάρισε απολύτως το περίγραμμα των ελληνικών θέσεων και ιδιαίτερα κατέστησε δημοσίως σαφές, ενώπιον του ομολόγου του, Μ. Τσαβούσογλου, ότι τα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, απειλούμενα από αποβατικές δυνάμεις της Τουρκίας, δεν πρόκειται ποτέ να αφοπλιστούν.

Η on camera θέση του Έλληνα υπουργού και η «εφ’ όλης της ύλης» αντιπαράθεσή του με τον ομόλογό του ήταν σημαντικό γεγονός στο πεδίο των ελληνοτουρκικών σχέσεων και αιτιολογεί την έντονη νευρικότητα της Άγκυρας, η οποία έκτοτε υποστηρίζει καινοφανείς, και εν πολλοίς ασυνάρτητες, θεωρίες για την κυριαρχία των ελληνικών νησιών του Αιγαίου, ενώ φτάνει να «παραπονείται» για τους νέους αεροναυτικούς εξοπλισμούς της Ελλάδας.

Σε όλη τη διάρκεια του 2021, η Αθήνα σταθερά υποστήριξε από όλα τα διεθνή βήματα την προσήλωσή της στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας ως μοναδικό πεδίο συζήτησης με την Τουρκία σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.

 

ΕΛΛΑΔΑ – ΗΠΑ
Η υπογραφή της πενταετούς Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας με τις ΗΠΑ, τον Οκτώβριο, αποτέλεσε κορυφαίο πολιτικό γεγονός στο πεδίο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων και ενίσχυσε τη στρατηγική θέση της Ελλάδας από τον Νότο (Σούδα) έως τον Βορρά (Εβρο, Αλεξανδρούπολη).

Η αναβάθμιση υποδομών και οι επενδύσεις σε τέσσερις σημαντικές βάσεις των ΗΠΑ, οι διμερείς στρατιωτικές συνεργασίες και οι διαβεβαιώσεις Αθήνας και Ουάσινγκτον για το «υψηλότερο σημείο» διμερών σχέσεων ήταν ένα μείζον γεγονός για την ελληνική εξωτερική πολιτική.

Και φυσικά είχε αντανακλάσεις τόσο στην ανήσυχη Τουρκία όσο και στο πεδίο της μεσογειακής συμμαχίας «3+1» στην Ανατολική Μεσόγειο, την οποία στηρίζουν οι ΗΠΑ δίπλα σε Ελλάδα, Ισραήλ και Κύπρο. Η εν λόγω Αμυντική Συμφωνία φέτος ήταν το τελικό αποτέλεσμα μιας μακράς περιόδου διαρκούς εξέλιξης των σχέσεων Ελλάδας – ΗΠΑ και με αυτήν ο γεωπολιτικός χάρτης της περιοχής απέκτησε νέα στρατηγικά «σημεία».

Οι σημερινές, στενές συμμαχικές σχέσεις των δύο χωρών «δυσκολεύουν» τις τουρκικές πολιτικές έναντι της Ελλάδας. Και συνιστούν έναν παράγοντα σταθερότητας και ασφάλειας σε μια ευρεία περιοχή, όπου σημειώνονται ή απειλούνται διαφόρων επιπέδων «μεταβολές».

 

Με φρεγάτες και Rafale
Στη διάρκεια του 2021 αποτέλεσε σημαντικό γεγονός για την πολιτική εθνικής ασφάλειας της Ελλάδας η υπογραφή στρατιωτικών συμφωνιών με τη Γαλλία – τη μόνη ευρωπαϊκή χώρα που δηλώνει δυναμικό «παρών» στην Ανατολική Μεσόγειο και συνεργάζεται στενά και με την Κύπρο.

Τον Σεπτέμβριο αποφασίστηκε η Συμφωνία Αθήνας – Παρισίων για αμοιβαία συνδρομή από επιθέσεις τρίτης χώρας, ακόμα κι αν αυτή θα ανήκε στη συμμαχία του ΝΑΤΟ. Η συμφωνία αποτελεί την υπογραφή στρατηγικής εταιρικής σχέσης συνεργασίας σε άμυνα και ασφάλεια. Στις 7 Οκτωβρίου, η Βουλή των Ελλήνων την επικύρωσε με 191 ψήφους από τρία κόμματα, τη Νέα Δημοκρατία, το ΚΙΝ.ΑΛ. και την Ελληνική Λύση.

Η ελληνογαλλική συμφωνία, που προβλέπει την αγορά τριών υπερσύγχρονων φρεγατών Belharra, υψηλής τεχνολογίας, έχει ένα επιπλέον ενδιαφέρον: Συνδυάστηκε με την προηγούμενη συμφωνία, τον Ιανουάριο, για την προμήθεια 18 προηγμένης τεχνολογίας αεροσκαφών Rafale, τα οποία συνδυάζονται σε άριστο βαθμό επιχειρησιακά με τις φρεγάτες Belharra.

Mε αυτές τις συμφωνίες (που ενόχλησαν εξαιρετικά την Αγκυρα), η πολεμική αεροναυτική ικανότητα της χώρας ενισχύεται σημαντικά σε υψηλό βαθμό, γι’ αυτό και θεωρήθηκε ως πρώτης σειράς γεγονός του 2021. Σημειώνεται ότι ιδιαίτερα συζητήθηκε στην πολιτική σκηνή το στοιχείο της «αμοιβαιότητας» στην ελληνογαλλική συμφωνία, δεδομένου ότι η Αθήνα από την πλευρά της δεσμεύεται να συνδράμει το Παρίσι στο γαλλικών συμφερόντων και ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος Σαχέλ, νότια της Σαχάρας.

 

ΣΤΗ ΜΟΣΧΑ
Στις 8 Δεκεμβρίου, ο πρωθυπουργός είχε συνομιλίες στη Ρωσία με τον πρόεδρο Πούτιν, σε μια συνάντηση που ήρθε να βάλει σε ένα πλαίσιο «ηρεμίας» τις σχέσεις της Ελλάδας με μία από τις ισχυρότερες χώρες του κόσμου. Προηγήθηκαν περίοδοι «ψυχρές», με αφορμή τόσο μεμονωμένα περιστατικά όσο και από το γεγονός ότι η χώρα της Ε.Ε., Ελλάδα, είναι σταθερά τοποθετημένη στον άξονα των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ, που αποτελεί μείζονα στρατηγικό «αντίπαλο» της Ρωσίας.

Η συνάντηση Μητσοτάκη – Πούτιν δεν παρήγαγε θεαματικά πολιτικά αποτελέσματα, αλλά αποτέλεσε ένα υπόδειγμα πολιτικού ρεαλισμού, με αμοιβαία παραδοχή διαφορετικών στρατηγικών θέσεων και αντιλήψεων και με συνεργασίες χαμηλής πολιτικής σε μια σειρά πεδία οικονομικού κυρίως ενδιαφέροντος.

Ελλάδα και Ρωσία επιβεβαίωσαν το 2021 ότι μπορούν να διατηρούν την «ειδική σχέση», που άλλωστε λίγο ή πολύ είχαν και μεταπολεμικά και μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Η ελληνική διπλωματία ζύγισε και το ότι η Ρωσία είναι μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, άρα με γνώμη και για το Κυπριακό, και έχει επίσης «επιρροές» σε βαλκανικές γειτονιές της Ελλάδας και στρατηγική παρουσία στην υπόθεση της Λιβύης.

Το Κυπριακό, η Κίνα και οι στρατηγικές σχέσεις με Αίγυπτο και Ισραήλ
Οι διεθνείς ανταγωνισμοί της Δύσης με την Κίνα δεν εμπόδισαν το 2021 την Αθήνα να κρατήσει σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο φιλίας και συνεργασιών τις σχέσεις της με το Πεκίνο.

Οι τομείς επενδυτικής δραστηριότητας και πύκνωσης των οικονομικών-εμπορικών σχέσεων των δύο χωρών είχαν φέτος ανοικτές τις πύλες τους. Αυτό πιστοποιήθηκε στις 4 Νοεμβρίου στη Σανγκάη, όπου ο κ. Μητσοτάκης συνάντησε τον πρόεδρο της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, και στις 11 του ίδιου μήνα, οπότε ο τελευταίος πραγματοποίησε επίσκεψη στην Ελλάδα.

Στις 27 Οκτωβρίου, ο υπουργός Εξωτερικών, Ν. Δένδιας, είχε δεχθεί στην Αθήνα τον Κινέζο ομόλογό του, Γουάνγκ Γι.

 

Στο επίκεντρο
Η υπόθεση της Κύπρου διαπέρασε και το 2021 την εξωτερική πολιτική της χώρας, καθώς το ζήτημα της ασφάλειάς της συνδέθηκε με όλους τους «σταθμούς» της ελληνικής διπλωματίας και άμυνας.

Σημειώνεται ότι η υπόθεση της τουρκικής επιθετικότητας και των παρανομιών της Τουρκίας παρέμεινε σε εκκρεμότητα εντός της Ε.Ε., η οποία και φέτος προτίμησε να αναβάλει την απόφαση για κυρώσεις σε βάρος της – προς μεγάλη απογοήτευση Αθήνας και Λευκωσίας.

Ομως, στα άλλα διπλωματικά μέτωπα η Κύπρος είχε την απόλυτη στήριξη Ευρωπαίων και Αμερικανών, καθώς και τρίτων χωρών στην απόρριψη της λύσης για δύο ξεχωριστά κράτη στο νησί και στην αποδοχή του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, ενώ και στην Ανατολική Μεσόγειο η Κυπριακή Δημοκρατία, με τη στήριξη της Αθήνας, κράτησε σταθερή τη θέση της στη συμμαχία «3+1», είχε την υποστήριξή της από την Αίγυπτο και διατήρησε τη στρατιωτική συνεργασία της με τη Γαλλία.

 

ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ
Δεν είχε τέλος η δραστηριότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στην Ανατολική Μεσόγειο φέτος. Με την υπόθεση της εθνικής ασφάλειας της Κυπριακής Δημοκρατίας στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός της, η Αθήνα βρέθηκε σε διαρκή επαφή και είχε επιμέρους συνεργασίες με τις ηγεσίες του Ισραήλ και της Αιγύπτου – χωρών που συνιστούν ένα τόξο ασφαλείας μαζί με τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Ο Κυρ. Μητσοτάκης είχε δύο φορές συνομιλίες, Φεβρουάριο και Δεκέμβριο, με την ηγεσία του Ισραήλ – η δεύτερη στην τριμερή με συμμετοχή της Κύπρου στην Ιερουσαλήμ.

Η στρατηγική συνεργασία με το Ισραήλ συμπληρώθηκε με την αεροπορική βάση εκπαίδευσης στην Καλαμάτα. Τον Ιούνιο, η Ελλάδα προχώρησε σε μερική οριοθέτηση ελληνο-αιγυπτιακής ΑΟΖ και ο πρωθυπουργός, Κυρ. Μητσοτάκης, επιβεβαίωσε με επίσκεψή του στο Κάιρο και συνάντηση με τον πρόεδρο Ελ Σίσι τις κοινές θέσεις των δύο χωρών σε θέματα σταθερότητας και ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο και στην υπόθεση της Λιβύης.

Σημαντική ήταν η συζήτηση του έργου ενεργειακής στρατηγικής, που είναι η ηλεκτρική σύνδεση της Ελλάδας και της Αιγύπτου μέσω υποβρύχιου καλωδίου. Ο κ. Δένδιας ταξίδεψε στη Λιβύη τον Οκτώβριο και στις 20 Νοεμβρίου μετείχε σε σημαντική σύνοδο υπουργών Εξωτερικών Αιγύπτου, Ιορδανίας και Ιράκ στο Μπαχρέιν, όπου είχε συνομιλίες με τον γενικό γραμματέα του Αραβικού Συνδέσμου και τον σύμβουλο ασφαλείας του Ισραήλ.

 

ΑΦΡΙΚΗ
Σημειώνεται ότι φέτος η ελληνική ηγεσία προχώρησε σε σειρά επαφών με αφρικανικές χώρες, εκδηλώνοντας για πρώτη φορά την πρόθεση της Αθήνας για ένα «άνοιγμά» της στη Μαύρη Ηπειρο (όπου ήδη η Τουρκία κινείται δραστήρια από ετών πολιτικά, στρατιωτικά και θρησκευτικά).

Ο υπουργός Εξωτερικών επισκέφθηκε τον Νοέμβριο την Γκάνα, τη Σενεγάλη και τη ραγδαία αναπτυσσόμενη Ρουάντα, την οποία ο κ. Δένδιας χαρακτήρισε «πύλη της Ελλάδας προς την Αφρική». Η ελληνική διπλωματία έκρινε φέτος ότι οι αφρικανικές χώρες δεν είναι μόνο δυναμικά αναπτυσσόμενες στον οικονομικό τομέα, αλλά, παραλλήλως, και πηγές παράνομης μετανάστευσης.

 

Πηγή: Parapolitika.gr