Quantcast

Κεδίκογλου: Προσωπικό μου στοίχημα η καθιέρωση παγκοσμίως του ελληνικού σήματος μελιού

Τι είπε σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ - ΜΠΕ

Σε «θωράκιση» του μελισσοκομικού κλάδου, διασφαλίζοντας το μέλλον και τη βιωσιμότητά του, προβαίνει το τελευταίο διάστημα το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με προτεραιότητα στην ενίσχυση της οικονομικής αποδοτικότητας των μελισσοκομικών εκμεταλλεύσεων της χώρας, παράλληλα με την παραγωγή ανταγωνιστικών μελισσοκομικών προϊόντων.

 

 

 

«Είμαστε εδώ για να στηρίξουμε την ελληνική μελισσοκομία και το ελληνικό μέλι» δήλωσε στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό πρακτορείο Ειδήσεων ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Σίμος Κεδίκογλου, σημειώνοντας: «Αποτελεί προσωπικό μου στοίχημα και μέγιστο στόχο να καθιερωθεί παγκοσμίως το ελληνικό σήμα μελιού για την αύξηση της προστιθέμενης αξίας του αλλά και να λειτουργήσει ως ασπίδα προστασίας απέναντι στις ελληνοποιήσεις που αποτελούν μια μεγάλη “ πληγή” για την εγχώρια μελισσοκομία».

«Τομή» για τον κλάδο αποτελεί η δημιουργία του Εθνικού Ηλεκτρονικού Μελισσοκομικού Μητρώου.

Σκοπός του είναι η καθιέρωση ενός ενιαίου ψηφιακού συστήματος καταγραφής, απογραφής και ταυτοποίησης των μελισσοκόμων, των μελισσοκομικών εκμεταλλεύσεων και του μελισσοκομικού κεφαλαίου, καθώς και η πλήρης και ενιαία καταγραφή της κατάστασης της ελληνικής μελισσοκομίας, με στόχο τον ορθό σχεδιασμό για την υποστήριξη και ανάπτυξη του τομέα.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία μετά την ολοκλήρωση των δηλώσεων κατεχομένων κυψελών εκ μέρους των μελισσοκόμων και των προβλεπόμενων ελέγχων, στο Εθνικό Ηλεκτρονικό Μελισσοκομικό Μητρώο είναι καταγεγραμμένοι περίπου 21.000 Ενεργοί Μελισσοκόμοι με περίπου 2,2 εκατομμύρια κατεχόμενες κυψέλες.

Όπως έκανε γνωστό το ΥΠΑΑΤ, οι μελισσοκόμοι μπορούν να υποβάλουν έως και τις 20 Οκτωβρίου την Αίτηση Κατεχόμενων Κυψελών, με τη μη κατάθεση να επιφέρει κυρώσεις. Με την εγγραφή του στο Μητρώο θα χορηγείται στον μελισσοκόμο η ατομική ψηφιακή μελισσοκομική ταυτότητα. Συμβολικά, πριν από λίγες ημέρες το προεδρείο της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος (ΟΜΣΕ) παρέλαβε την πρώτη ατομική ψηφιακή μελισσοκομική ταυτότητα με τον κ. Κεδίκογλου να υπογραμμίζει: «Με αυτήν τη συμβολική αλλά και ουσιαστική κίνηση, θέλω να υπενθυμίσω ότι στόχευση του ΥΠΑΑΤ είναι να σταθούμε δίπλα στον κλάδο με μια σειρά από πακέτα στήριξης, όπως είναι η δημιουργία Εθνικής Επιτροπής για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη της μελισσοκομίας στην Ελλάδα και η αναμόρφωση του Εθνικού Ηλεκτρονικού Μελισσοκομικού Μητρώου».

Το εν λόγω εργαλείο συμβάλλει επίσης στην αντιμετώπιση του φαινομένου των «ελληνοποιήσεων» καθώς παρέχει την τεχνική δυνατότητα για την εποπτεία των εισαγωγών και την παρακολούθηση της αγοράς του μελιού.

Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται και η τήρηση ισοζυγίου μελιού και λοιπών προϊόντων κυψέλης, που διευκολύνει την εποπτεία των εισαγωγών και την παρακολούθηση της αγοράς του μελιού, βοηθώντας με αυτό τον τρόπο στην πάταξη των ελληνοποιήσεων και την ανάδειξη της αξίας του μελιού και λοιπών προϊόντων κυψέλης.

Παράλληλα συμβάλλει στην προστασία των παραγωγών και του καταναλωτικού κοινού από φαινόμενα νοθείας και παραπλάνησης.

Σε εξέλιξη βρίσκεται και η δημιουργία ψηφιακής υπηρεσίας διαχείρισης ισοζυγίου παραγωγής- διάθεσης μελιού, με στόχο την καθιέρωση του «ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΗΜΑΤΟΣ ΣΤΟ ΜΕΛΙ» και την αύξηση της προστιθέμενης αξίας των προϊόντων.

Μιλώντας στο ΑΠΕ- ΜΠΕ ο κ. Κεδίκογλου δήλωσε ότι «δρομολογείται η χωροθέτηση εκτάσεων για τη δημιουργία μελισσοκομικών πάρκων που θα βοηθήσουν στην αναγέννηση της τοπικής χλωρίδας και των γενικών συνθηκών παραγωγής μελιού. Ήδη το πρώτο μελισσοκομικό πάρκο είναι γεγονός στο δάσος Δαδιάς στον Έβρο και είμαι ιδιαίτερα υπερήφανος για τη δημιουργία του» τόνισε και συμπλήρωσε: «Πραγματοποιούμε αλλαγές και δράσεις που ενισχύουν τη μακροχρόνια βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού μελιού».

Χρηματοδοτικά εργαλεία

Σημαντικές είναι και οι χρηματοδοτικές ενισχύσεις που «τρέχουν» για την υποστήριξη και ανάπτυξη του μελισσοκομικού τομέα, με τη σημαντικότερη εξ αυτών να αφορά το Εθνικό Μελισσοκομικό Πρόγραμμα. Σε αυτό περιλαμβάνονται δράσεις όπως είναι, μεταξύ άλλων, η τεχνική βοήθεια προς μελισσοκόμους και τις οργανώσεις μελισσοκόμων, η καταπολέμηση των ασθενειών, ο εξοπλισμός για τη διευκόλυνση των μετακινήσεων, η στήριξη της νομαδικής μελισσοκομίας και η βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων.

Στο πλαίσιο του Εθνικού Μελισσοκομικού Προγράμματος για το τρέχον έτος έχει εγκριθεί συνολική ενίσχυση ύψους 12.325.290 ευρώ.

Η χρηματοδότηση του προγράμματος καλύπτεται κατά 50% από ενωσιακούς πόρους και κατά 50% από εθνικούς πόρους.

Το μελισσοκομικό πρόγραμμα θα συνεχιστεί με τον ίδιο ετήσιο προϋπολογισμό για την ερχόμενη πενταετία (2023- 2027), καθώς έχει ενταχθεί στο Στρατηγικό Σχέδιο του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για τη Νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική 2023-2027.

«Οι δράσεις που υλοποιούνται στη χώρα μας μέσω του Εθνικού Μελισσοκομικού Προγράμματος συμβάλλουν στη στήριξη του τομέα και στη σταθεροποίηση των επιπέδων παραγωγής μελιού, εν μέσω αυξανόμενου κόστους παραγωγής, απειλών για την επιβίωση των μελισσών και έντονου διεθνούς ανταγωνισμού από τις εισαγωγές μελιού από τρίτες χώρες», επισήμαναν στο ΑΠΕ- ΜΠΕ στελέχη του ΥΠΑΑΤ.

Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται και το Πρόγραμμα Στήριξης των Μικρών Νησιών του Αιγαίου Πελάγους στον τομέα της μελισσοκομίας. Μέσω του εν λόγω χρηματοδοτικού εργαλείου υλοποιούνται μέτρα στήριξης του κλάδου στα μικρά νησιά του Αιγαίου, προκειμένου να ενισχυθεί η βιωσιμότητα και αποτελεσματικότητα των υπαρχουσών παραδοσιακών μελισσοκομικών εκμεταλλεύσεων, να αναπτυχθεί η τοπική παραγωγή μελιού, να μειωθεί το αυξημένο κόστος παραγωγής, να ενισχυθεί η τοπική μεταποιητική δραστηριότητα με προϊόντα υψηλής ποιότητας και διατροφικής ασφάλειας και να διατηρηθεί το μοναδικό ιδιαίτερο περιβάλλον των μικρών νησιών.

Το ποσό της δικαιούμενης ενίσχυσης καθορίζεται ετησίως σε 12 ευρώ ανά κατεχόμενη κυψέλη και μέχρι του συνολικού ποσού ενίσχυσης 1.800.000 ευρώ ανά έτος, σύμφωνα με το εγκριθέν Πρόγραμμα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Το συνολικό διατιθέμενο ποσό της ενωσιακής ενίσχυσης καθορίζεται σε 1.150.000 ευρώ ανά έτος και το συνολικό ποσό της συμπληρωματικής εθνικής χρηματοδότησης ανέρχεται σε 650.000 ευρώ ετησίως.