O υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών, Γιώργος Καραγιάννης, περιέγραψε το νέο σύστημα δημοπράτησης και εκτέλεσης έργων, που έδωσε τη δυνατότητα, όπως είπε, όχι μόνο για την επίσπευση της υλοποίησής τους, αλλά και την παράδοσή τους γρηγορότερα έναντι των αρχικών χρονοδιαγραμμάτων, απευθύνοντας χαιρετισμό στην ημερίδα που διοργανώνει, στη Θεσσαλονίκη, η voria.gr, με θέμα «Ενεργειακή κρίση και Βόρεια Ελλάδα: προκλήσεις, ευκαιρίες και προοπτικές».
«Για πρώτη φορά, όχι μόνο καταφέραμε να αντιμετωπίσουμε παθογένειες ετών και να ξεκολλάμε έργα που ήταν κολλημένα -τουλάχιστον για πέντε έως δέκα χρόνια- αλλά πετύχαμε να βγούμε και μπροστά, δηλαδή να παραδίδουμε έργα πιο γρήγορα από ό,τι είχε προβλεφθεί», επισήμανε ο κ. Καραγιάννης. Ως παραδείγματα έφερε τον δρόμο Θέρμης-Γαλάτιστας, που παραδόθηκε έξι μήνες νωρίτερα από το αρχικό του χρονοδιάγραμμα, την παράκαμψη Αμφιλοχίας, που συνδέει τον οδικό άξονα Άκτιο-Αμβρακία με την Ιονία οδό και δόθηκε στην κυκλοφορία πέντε μήνες έναντι του αρχικού του προγραμματισμού και τον αυτοκινητόδρομο Πάτρα-Πύργος, που «βρίσκεται ήδη τρεις μήνες μπροστά από το αρχικό χρονοδιάγραμμα και όπως όλα δείχνουν θα παραδοθεί πιο γρήγορα από ό,τι υπολογίζαμε».
Η ελληνική πολιτεία έχει αποδείξει ότι «μπορεί και να προβλέπει και να σχεδιάζει και να φέρνει απτά και μετρήσιμα αποτελέσματα» σημείωσε ο κ. Καραγιάννης, υπογραμμίζοντας ότι «αυτό αποδείχθηκε και από τη διαχείριση της ενεργειακής κρίσης, όπου η Ελλάδα κατέθεσε συγκεκριμένες προτάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πέτυχε να έχει τη δεύτερη φθηνότερη τιμή λιανικής ανάμεσα σε 15 ευρωπαϊκές χώρες, στα κυμαινόμενα τιμολόγια που έχει το 90%, των νοικοκυριών και είναι η πρώτη χώρα-μέλος της Ε.Ε. που φορολογεί τα υπερέσοδα των εταιρειών παραγωγής ενέργειας αναδρομικά από τον Οκτώβριο του 2021 μέχρι τον Ιούνιο του 2022 σε ποσοστό 90%».
Διερωτώμενος έτσι για το εάν κυβέρνηση, τοπική αυτοδιοίκηση, κοινωνικοί και συλλογικοί φορείς και πολίτες είναι έτοιμοι να αντιμετωπίζουν κρίσεις και ποιοι είναι οι βασικοί παράγοντες για την επιτυχημένη διαχείρισή τους, ο υφυπουργός Υποδομών απάντησε θετικά, σημειώνοντας ότι έγκαιρος προγραμματισμός και ουσιαστική και αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ της πολιτείας και των κοινωνικών εταίρων αποτελούν τα συστατικά της επιτυχίας.
Μιλώντας για τα εργαλεία που θεσπίστηκαν και συνέβαλαν καθοριστικά σε όλα τα προαναφερόμενα, ο κ. Καραγιάννης αναφέρθηκε στον ν.4782/21, με τον οποίο εκσυγχρονίστηκε το νομικό πλαίσιο και εξασφαλίστηκε έτσι η έγκαιρη υλοποίηση έργων, «με την καλύτερη δυνατή ποιότητα και υπό καθεστώς διαφάνειας», ενώ επισήμανε και για τη θέσπιση, για πρώτη φορά, λειτουργίας Παρατηρητηρίου.
Μνεία στον μηχανισμό αναθεώρησης για τις δημόσιες συμβάσεις
Μεταξύ άλλων, ο υφυπουργός Υποδομών έκανε μνεία στον μηχανισμό αναθεώρησης για τις δημόσιες συμβάσεις, στην απολογιστική πληρωμή, στην επιτροπή διαπίστωσης τιμών δημοσίων έργων και στη χορήγηση του πριμ 5% επί του ανεκτέλεστου συμβατικού αντικειμένου, σε όσους αναδόχους ολοκληρώσουν τα έργα τους εντός των εγκεκριμένων χρονοδιαγραμμάτων τους. «Στηρίξαμε κατά κύριο λόγο τα μικρότερα έργα που γίνονται από περιφέρειες, δήμους και μικρές αναθέτουσες αρχές, διασφαλίζοντας και τη συνέχιση έργων που αφορούν την καθημερινότητα, αλλά και εκατοντάδες μικρούς εργολήπτες σε όλη τη χώρα και βεβαίως τις αντίστοιχες θέσεις εργασίας», υπογράμμισε.
«Η Ελλάδα είναι μία χώρα με μεγαλύτερη εξωστρέφεια, με μεγαλύτερο ειδικό βάρος. Είναι η χώρα η οποία κάνει ρεαλιστικές και εφαρμόσιμες προτάσεις σε επίπεδο ΕΕ. Είναι η χώρα που διαθέτει ένα από τα μεγαλύτερα ποσά σε σχέση με το ΑΕΠ της για τη στήριξη της κοινωνικής συνοχής. Είναι η χώρα που υλοποιεί το μεγαλύτερο πρόγραμμα αναβάθμισης δημοσίων υποδομών μετά το 2004», τόνισε ο κ. Καραγιάννης.
Αναγνωρίζοντας δε, ότι η ενεργειακή κρίση, όπως και όλες οι άλλες κρίσεις, ανέδειξαν μία σειρά προκλήσεων στα επίπεδα κοινωνικής πολιτικής, περιφερειακών ανισοτήτων και εργασιών σχέσεων, ο υφυπουργός Υποδομών σημείωσε ότι «είναι βέβαιο, όμως, ότι η Ελλάδα σήμερα αντιμετωπίζει με περισσότερη αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση τη νέα εποχή και διαμορφώνονται συνθήκες για ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξη, που θα βελτιώσουν τη ζωή του κάθε Έλληνα και της κάθε Ελληνίδας».