Quantcast

Καλογρίτσας: Ο Ν. Παππάς οργάνωσε το σχέδιο για «κανάλι ΣΥΡΙΖΑ»

Kατέθεσε υπόμνημα στον εισαγγελέα

Τον Νίκο Παππά κατονομάζει, ως τον οργανωτή του σχεδίου με στόχο τη δημιουργία «καναλιού ΣΥΡΙΖΑ», σε νέο υπόμνημα που κατέθεσε στον Εισαγγελέα ο επιχειρηματίας Χρήστος Καλογρίτσας.

 

Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Τα Νέα», ο κ. Καλογρίτσας υποδεικνύει τον πρώην υπουργό του ΣΥΡΙΖΑ ως τον άνθρωπο που οργάνωσε σχέδιο, με αφορμή το διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες το 2016, που στόχο είχε την «εξυπηρέτηση των συμφερόντων που εκπροσωπούσε και ενδεχομένως τη χειραγώγηση ενός μέσου μαζικής ενημέρωσης και τον επηρεασμό του τηλεοπτικού κοινού».

 

Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, για πρώτη φορά ο κ. Καλογρίτσας δεν αρκείται απλά στην περιγραφή γεγονότων αλλά αναφέρεται σε σειρά πράξεων του Νίκου Παππά, οι οποίες θα πρέπει να διερευνηθούν από τη Βουλή.

 

 

Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι στο μικροσκόπιο των αρμόδιων οργάνων, σε περίπτωση που ο φάκελος φτάσει στο Κοινοβούλιο, θα πρέπει να τεθούν έξι πράξεις: δωροληψία πολιτικών αξιωματούχων, παρακώλυση συναγωνισμού, παράβαση καθήκοντος, ηθική αυτουργία σε ψευδή βεβαίωση, υφαρπαγή ψευδούς βεβαιώσεως και παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου.

 

 

Καλογρίτσας: Ο Παππάς είχε σημαντική και καθοριστική ανάμειξη στο εγκληματικό σχέδιο

 

 

«Ο τότε υπουργός Επικράτειας, Νίκος Παππάς, είχε σημαντική και καθοριστική ανάμειξη στο εν λόγω εγκληματικό σχέδιο των εγκαλουμένων, καθώς ήταν αυτός που έφερε σε επαφή όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και οργάνωσε τις κινήσεις. Κατά συνέπεια, δέον όπως ερευνηθεί η ευθύνη του ανωτέρου προσώπου αναφορικά με τα εκτιθέμενα αδικήματα, προκειμένου να αναδειχθεί η πλήρης αλήθεια και να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη» αναφέρει ο Χρήστος Καλογρίτσας στο νέο υπόμνημα.

 

 

Παράλληλα, ο επιχειρηματίας υποστηρίζει ότι ο Νίκος Παππάς «επιχείρησε να κατοχυρώσει μία από τις τηλεοπτικές άδειες σε πρόσωπα της επιρροής του, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα που εκπροσωπούσε». Επικαλούμενος, δε, τη νομοθεσία προσθέτει ότι ο Νίκος Παππάς «με τις ενέργειές του αυτές έθεσε εμπόδια στον ελεύθερο ανταγωνισμό και έπληξε βαθύτατα τη διαφάνεια και την ακεραιότητα του δημόσιου διαγωνισμού, μολονότι η θέση που κατείχε τη δεδομένη χρονική στιγμή καθιστούσε επιτακτική την προάσπιση των συμφερόντων των διαγωνιζομένων και τη διαφύλαξη των αρχών που διέπουν τέτοιου είδους διαγωνισμούς».

 

 

Ο Χρήστος Καλογρίτσας υποστηρίζει, επίσης, ότι ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ μαζί με την εταιρία CCC οργάνωσαν «τη σύσταση αφανούς εταιρείας, βάζοντας άλλη εταιρεία ως “μπροστάρη” ενώ στην πραγματικότητα άλλοι θα ήταν οι πραγματικοί δικαιούχοι της άδειας του καναλιού. Οταν θα ολοκληρωνόταν ο διαγωνισμός και θα αποκτούσαν την πολυπόθητη άδεια, αυτός (σ.σ.: εννοείται ο υπουργός) θα είχε δικούς του ανθρώπους στο τιμόνι ενός καναλιού, με όλες τις εξ αυτού του λόγου συνέπειες».

 

 

Τέλος, ο επιχειρηματίας προσθέτει πως ο τότε υπουργός «κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του, δεδομένου ότι αυτός ήταν ο ανώτερος υπεύθυνος της διενέργειας της διαδικασίας του διαγωνισμού, παραβίασε ο ίδιος πρώτα από όλους τους όρους που τέθηκαν στην προκήρυξη. Απώτερος σκοπός του ήταν να αποκτήσει μία τηλεοπτική άδεια, έτσι ώστε να υπάρχει ένα κανάλι “του χεριού τους” το οποίο θα εξυπηρετεί τα δικά τους συμφέροντα».

 

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο πρώτο μέρος του υπομνήματός του ο Καλογρίτσας αναφέρεται στην επίμαχη συναλλαγή μεταξύ της εταιρείας του και του λιβανέζικου Ομίλου CCC, για να καταδείξει ότι ανάθεση υπεργολαβίας την εταιρεία «Τοξότης» για έργο της CCC στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ήταν εικονική και πως η χρηματοδότηση στην πραγματικότητα αφορούσε τη συμμετοχή του στον διαγωνισμό με τις τηλεοπτικές άδειες προκειμένου να εξυπηρετήσει την επιθυμία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ να έχει «δικό της κανάλι».

 

 

Ο επιχειρηματίας ζητεί, τέλος, να καταθέσουν συγκεκριμένοι μάρτυρες, γεγονός που σημαίνει ότι ο εισαγγελέας Πρωτοδικών, ο οποίος έχει στα χέρια του τη δικογραφία, πριν αποφασίσει για τη διαβίβασή της στη Βουλή, θα πρέπει να εξετάσει τα πρόσωπα αυτά και να καλέσει για συμπληρωματικές εξηγήσεις τους υπευθύνους της λιβανέζικης εταιρείας.