Διθυραμβικά τα σχόλια.
«Η Ελλάδα θεωρούταν αποτυχημένο κράτος. Όμως, κυβέρνηση και λαός έθεσαν υπό έλεγχο την πανδημία του κορωνοϊού – και ενίσχυσαν τη δημοκρατία» αναφέρει η γερμανική οικονομική εφημερίδα.
«Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε υποσχεθεί στο πρώτο έτος της θητείας του την οικονομική επανεκκίνηση της πληγείσας από την κρίση χώρας. Η πανδημία του κορωνοϊού στάθηκε εμπόδιο σε αυτά τα σχέδια. Η ανάκαμψη πρέπει να περιμένει. Ωστόσο, ο συντηρητικός πρωθυπουργός πετυχαίνει στις δημοσκοπήσεις τα μεγαλύτερα ποσοστά συναίνεσης από τότε που ανέλαβε καθήκοντα τον Ιούλιο του 2019. Σχεδόν 68% έχουν θετική γνώμη για το κυβερνητικό έργο του» αναφέρει ο ανταποκριτής της Handelsblatt Gerd Höhler σε ένα εκτενές δημοσίευμα για την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και πως αυτή διαμορφώνεται μετά την επιτυχημένη διαχείριση της κρίσης του κορωνοϊού από την Ελληνική κυβέρνηση.
«Και δεν είναι μόνο ο Μητσοτάκης που έχει εδραιώσει τη θέση του, αλλά και το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα στηρίζεται σε σταθερά θεμέλια όσο ποτέ άλλοτε» σημειώνει επίσης ο Gerd Höhler στο εγκωμιαστικό ρεπορτάζ του για την ελληνική κυβέρνηση. Και προσθέτει: «Η ασυνέχεια που έστειλε τη χώρα στα χρόνια της οικονομικής κρίσης πολλές φορές στα όρια της χρεοκοπίας έχει υποχωρήσει μπροστά σε μια εντυπωσιακή σταθερότητα, παρά τον κορωνοϊό – ή ακριβώς εξαιτίας του.
Κλειστά καταστήματα, άδειοι από κόσμο δρόμοι, έρημες παραλίες, μια ολόκληρη χώρα σε καραντίνα. Στο αποκορύφωμα του lockdown οι δημοσκόποι της δεξαμενής σκέψης διαΝΕΟσις ζήτησαν να μάθουν για τη διάθεση των Ελλήνων. Τα αποτελέσματα της έρευνας προκάλεσαν έκπληξη.
Σχεδόν το 40% των ερωτηθέντων εξέφρασαν «αισιοδοξία». Τον Δεκέμβριο του 2019 δήλωσε το ίδιο μόνο το 30%. Ενώ τότε το 38% ένιωθε «αβεβαιότητα», τον Απρίλιο ήταν μόνο 31%. 24% αισθάνονται «περήφανοι» έναντι 14% του Δεκεμβρίου. Σχεδόν 9 στους 10 ερωτηθέντες βλέπουν τη χώρα «στον σωστό δρόμο», ενώ πριν ένα χρόνο έλεγε το ίδιο μόνο το 28%. Ένας αποθαρρυμένος λαός αναθαρρεί.
Τεστ για την πολιτική κουλτούρα
Η γερμανική οικονομική επιθεώρηση σημειώνει επίσης ότι «ορισμένες κυβερνήσεις εργαλειοποίησαν την πανδημία του κορωνοϊού για τους σκοπούς τους» και φιλοξενεί σχετικές δηλώσεις του Γιώργου Παγουλάτου, καθηγ. Ευρωπ. Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Παν/μιο Αθηνών και Δ/ντής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Σύμφωνα με αυτές, «ο Viktor Orban στην Ουγγαρία και ο Recep Tayip Erdogan στην Τουρκία είναι παραδείγματα πολιτικών, που εκμεταλλεύτηκαν την πανδημία για να περιορίσουν δημοκρατικά δικαιώματα και να επεκτείνουν τη δύναμή τους».
Στην Ελλάδα βλέπει μια αντίθετη εξέλιξη ο Παγουλάτος. Η χώρα – λέει – «αντιμετώπισε με αξιοσημείωτη, πολλοί θα έλεγαν εκπληκτική, αποτελεσματικότητα και επαγγελματισμό». Κι αυτό έδωσε στους αποδυναμωμένους Έλληνες όχι μόνο νέα αυτοπεποίθηση.
Χάρη στον έγκαιρο περιορισμό των επαφών και σε ένα lockdown που εφαρμόστηκε με συνέπεια, η Ελλάδα φρέναρε καλύτερα τη διάδοση του ιού από ό,τι οι περισσότερες άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Με 18 θανάτους από Covid-19 ανά 1 εκατομ. κατοίκους η Ελλάδα είναι σε καλύτερη θέση από τη Γερμανία (109). Το R0 βρίσκεται στην Ελλάδα στο 0,31. Αυτό σημαίνει ότι η πανδημία είναι υπό έλεγχο.
Οι κρατικοί θεσμοί απέδωσαν έργο
Ο Παγουλάτος σύμφωνα πάντα με την Handelsblatt «βλέπει μια βαθύτερη αλλαγή, που πραγματοποιείται την εποχή του κορωνοϊού στην Ελλάδα: «Όταν οι θεσμοί του κράτους αποδίδουν έργο για τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, η δημοκρατία ενισχύεται».
Για τη δημοκρατία υπήρχαν ανησυχίες τα προηγούμενα χρόνια, ειδικά στη χώρα που θεωρείται η κοιτίδα της. Τα χρόνια της κρίσης 2008 μέχρι 2018 έριξαν την Ελλάδα στη βαθύτερη και μεγαλύτερη χρονικά ύφεση της μεταπολεμικής περιόδου.
Το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 25% και πλέον, οι άνθρωποι έχασαν κατά μέσον όρο το ένα τρίτο του εισοδήματός τους και το 40% της περιουσίας τους. Η ανεργία τετραπλασιάστηκε και έφτασε στο ζενίθ της κρίσης σχεδόν στο 28%. Η Ελλάδα ήταν το μαύρο πρόβατο της Ευρώπης, θεωρούνταν „failed state“, αποτυχημένο κράτος. Επί 4,5 χρόνια κυβερνούσε στην Αθήνα ένας συνασπισμός αριστερών και δεξιών λαϊκιστών. Με τις βοουλευτικές εκλογές του Ιουλίου 2019 και τη νίκη των συντηρητικών η χώρα απομακρύνθηκε από τον λαϊκισμό και επέστρεψε στο πολιτικό mainstream.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη υπάκουσε από την αρχή στους επιδημιολόγους. Η επιτυχία στη μάχη κατά του κορωνοϊού – λένε οι ειδικοί – δεν οφείλεται μόνο στην έγκαιρη επιβοή περιορισμών στις επαφές, αλλά και στην πειθαρχία του λαού. Πράγματι, οι περισσότεροι Έλληνες ακολούθησαν πιστά τους κανόνες. Κι αυτό δεν είναι αυτονόητο, γιατί οι διαταγές δεν είναι κανονικά καλοδεχούμενες στην Ελλάδα, ενώ οι απαγορεύσεις συχνά αγνοούνται».
Οι Έλληνες δείχνουν συνείδηση ευθύνης
Ο Gerd Höhler στην ανταπόκρισή του σημειώνει ακόμα πως «οι Έλληνες αρέσκονται στις διαδηλώσεις ακόμα και για ασήμαντες αφορμές. Κατά την οικονομική κρίση δεν περνούσε μέρα σχεδόν χωρίς συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις της χώρας. Αντίθετα, τις εντολές για τον κορωνοϊό οι άνθρωποι τις δέχτηκαν σχεδόν ταπεινά. Δεν έγιναν μαζικές διαμαρτυρίες, όπως σε πολλές χώρες της Ευρώπης και τελευταία στη Σερβία.
Το γεγονός ότι οι Έλληνες σε αυτήν την κατάσταση επέδειξαν συνείδηση ευθύνης και δεν ακολούθησαν λαϊκιστικά συνθήματα, ο πολιτικός επιστήμονας Παγουλάτος το εξηγεί ως εξής: «Πρώτον ήδη η Ελλάδα βρισκόταν πριν ξεσπάσει η πανδημία σε μια φάση μετα-λαϊκιστική. Και δεύτερον, οι πολίτες αναγνώρισαν τις επιτυχίες για την ηπιότερη μορφή της πανδημίας στην ίδια τους τη χώρα, ιδιαίτερα σε σύγκριση με τις τρομακτικές εικόνες από άλλες χώρες – μεταξύ των οποίων και ορισμένες των οποίων ηγούνταν λαϊκιστές».
Το ότι η χώρα τους στο μεταξύ θεωρείται πρότυπο όσον αφορά την καταπολέμηση του κορωνοϊού κάνει περήφανους πολλούς Έλληνες. «Για πολλά χρόνια η Ευρώπη μας περιφρονούσε», λέει στη γερμανική εφημερίδα ο Στηβ Βρανάκης. Ο πρώην Google-Manager είναι υπεύθυνος ως „Chief Creative Officer“ για τις καμπάνιες δημοσίων σχέσεων της κυβέρνησης. «Τώρα πλέον δεν χρειάζεται να σκύβουμε το κεφάλι – η Ελλάδα επέστρεψε».
Ο Jens Bastian, οικονομολόγος και οικονομικός σύμβουλος, που ζει εδώ και 20 χρόνια στην Αθήνα, το επιβεβαιώνει και αυτός στην γερμανική εφημερίδα: «Ο τρόπος θεώρησης της Ελλάδας από το εξωτερικό αλλάζει». Η χώρα που το 2015 ακόμα συνδεόταν με το Grexit, τις στατιστικές παραποιήσεις και έναν απαράδεκτο ΥΠΟΙΚ Βαρουφάκη, σήμερα στη δημόσια ειδησεογραφία έχει γίνει παράδειγμα πετυχημένης διαχείρισης της κρίσης κατά την πανδημία του Covid-19. «Οι ξένοι επενδυτές δεν κάνουν πια στροφή για να αποφύγουν την Ελλάδα». Η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί να τους απλώσει το κόκκινο χαλί.
Η πανδημία καθαρίζει τη γραφειοκρατία
Σε αυτό η πανδημία του κορωνοϊού έδρασε μάλιστα σαν καταλύτης, λέει ο Bastian. «Κατά τη διάρκεια του lockdown έλαβε χώρα μια άνευ προηγουμένου ψηφιοποίηση γραφειοκρατικών διαδικασιών. Αυτές οι διευκολύνσεις στην καθημερινή ζωή έφτασαν στο επίκεντρο της κοινωνίας». Ωστόσο, ο Bastian δεν θέλει να μιλήσει για «νέα Ελλάδα». «Γι’ αυτό χρειάζονται μόνιμες αλλαγές στην οικονομία και κοινωνία».
Ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης βλέπει ήδη τέτοιες αλλαγές: «Έχουμε ωριμάσει», πιστεύει ο πρωθυπουργός. «Ξαναχτίζουμε κάτι, που όχι μόνο έλειψε κατά την περίοδο της κρίσης χρέους, αλλά υπέφερε σε ολόκληρη τη νεότερη ιστορία της χώρας μας: την εμπιστοσύνη στους θεσμούς και στο κράτος».
Από αυτό επωφελείται η κυβέρνηση. Στις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις η συντηρητική Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη διεύρυνε το προβάδισμά της από τον αριστερό ΣΥΡΙΖΑ έναντι των περσινών εκλογών από 8 τότε σε 20% τώρα. Αλλά και το κύρος των θεσμών και των ΜΜΕ αυξήθηκε σημαντικά κατά τους προηγούμενους μήνες, όπως δείχνει η έρευνα της διαΝΕΟσις. Δύο στους τρεις Έλληνες πιστεύουν ότι η πανδημία του κορωνοϊού θα ενισχύσει μακροπρόθεσμα την αλληλεγγύη της κοινωνίας. 57% νιώθουν ότι υπάρχει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα.
Οι Έλληνες είναι απογοητευμένοι από την ΕΕ
Η ΕΕ ωστόσο απέτυχε στην κρίση του κορωνοϊού κατά τη γνώμη των περισσότερων Ελλήνων. 95% θεωρούν ότι η ΕΕ έπρεπε να είχε δείξει μια περισσότερο ενιαία στάση. Ο Υπ. Υγείας Βασίλης Κικίλιας λέει ότι άκουγε κανείς βέβαια κατά τους μήνες της κρίσης στην Ευρώπη συχνά τη λέξη «αλληλεγγύη». Όμως, δεν προήλθε από αυτό καμία κοινή ευρωπαϊκή πολιτική, αντιθέτως: Ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, στον ανταγωνισμό για αγαθά βοήθειας, «έδειξαν μια απίστευτη επιθετικότητα», καταγγέλλει ο Κικίλιας. Και δεν είναι μόνο ο Υπ. Υγείας προσγειωμένος. Πριν από δύο χρόνια, 42% των Ελλήνων εμπιστεύονταν ακόμα την ΕΕ. Στη δημοσκόπηση της διαΝΕΟσις τον Απρίλιο ήταν μόνο το 27%.
Αλλά και η διαμάχη στην ΕΕ για το πρόγραμμα ανασυγκρότησης της Κομισιόν στις Βρυξέλλες και η αντίσταση των «Τεσσάρων Φειδωλών» – Αυστρίας, Δανίας, Ολλανδίας και Σουηδίας – για το είδος της βοήθειας προκαλούν απογοήτευση στους Έλληνες. Από το πρόγραμμα που πρότεινε η Επιτροπή ύψους 750 δις. Ευρώ η Ελλάδα θα μπορούσε να περιμένει περίπου 33 δις. Ευρώ. Σε σχέση με το ΑΕΠ της θα ήταν το μεγαλύτερο μερίδιο από όλα τα κράτη της ΕΕ.
Η βοήθεια είναι επειγόντως αναγκαία, γιατί λόγω της μεγάλης εξάρτησής της από τον τουρισμό η ελληνική οικονομία κινδυνεύει να βυθιστεί ιδιαίτερα βαθιά στην ύφεση. Η Επιτροπή στις Βρυξέλλες προβλέπει για τους Έλληνες φέτος μείωση του ΑΕΠ κατά 9% και μαζική αύξηση της ανεργίας στο 20%.
Τώρα ακολουθεί η επόμενη δοκιμασία
Εκατοντάδες χιλιάδες τρέμουν και πάλι για τις δουλειές τους. Θα μπορούσε η επαπειλούμενη οικονομική ύφεση να θέσει σε κίνδυνο την πολιτική σταθερότητα που κερδήθηκε τους προηγούμενους μήνες; «Δεν μπορεί φυσικά ποτέ κανείς να αποκλείσει την πιθανότητα μιας αντίθετης αντίδρασης», λέει ο πολιτικός αναλυτής Παγουλάτος. «Αντιμετωπίσαμε επιτυχώς την πρώτη φάση της κρίσης, αλλά έχουμε ακόμα μπροστά μας τους δυσκολότερους μήνες». Μια βαθιά ύφεση και μια νέα αύξηση της ανεργίας άνω του 20% θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέες εντάσεις και να δηλητηριάσουν το πολιτικό κλίμα.
Και ο Jens Bastian πιστεύει επίσης ότι η Ελλάδα δεν έχει ξεπεράσει ακόμα την κρίση του κορωνοϊού. «Πολλοί άνθρωποι βέβαια νιώθουν ξαλαφρωμένοι», λέει ο οικονομολόγος. Βίωσαν μια ικανή προς δράση κυβέρνηση τους προηγούμενους μήνες, με σαφείς ανακοινώσεις και αξιόπιστη ειδημοσύνη επιστημόνων. «Αυτό δημιουργεί νέα εμπιστοσύνη».
Αλλά οι έγνοιες της καθημερινότητας συνεχίζουν να είναι εδώ: υπερχρέωση ιδιωτικών νοικοκυριών, υψηλή ανεργία, αβέβαιες προοπτικές για το μέλλον των παιδιών. «Αν αυξηθούν οι οικονομικές και χρηματοπιστωτικές συνέπειες της πανδημίας, η νέα σχέση εμπιστοσύνης θα υποστεί μια σοβαρή δοκιμασία».