Για τα μέτρα που θα πάρει η κυβέρνηση στον τομέα της εργασίας, όπως και στο φλέγον θέμα της στέγης, προϊδέασε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης.
Μετά τις αρχικές του διαπιστώσεις (μείωση της ανεργίας – βελτίωση της ποιότητας της παρεχόμενης εργασίας – καταπολέμηση, σε πολύ μεγάλο βαθμό, της μαύρης εργασίας), ο υπουργός Επικρατείας κατέθεσε ένα τρίπτυχο δράσεων, μιλώντας στον ΣΚΑΪ:
«-Πρέπει να επιδοτούμε την εργασία και όχι την ανεργία. Από τα σχετικώς υψηλά επιδόματα ανεργίας δημιουργείται αντικίνητρο πραγματικής εργασίας.
-Πρέπει να βελτιωθούν οι όροι εργασίας, ο πρωθυπουργός το είπε σαφέστατα: η υπερθέρμανση της οικονομίας θα πρέπει υποχρεωτικά να σημαίνει και αύξηση μισθών. Δεν αρκεί να αυξάνεται νομοθετικά ο κατώτατος μισθός, θα πρέπει σε όλα τα επίπεδα να αυξηθούν οι μισθοί. Το μέρισμα της αύξησης της υπερθέρμανσης της ελληνικής οικονομίας θα πρέπει να μετακυλισθεί εν τέλει στους εργαζόμενους, υπάρχουν εργαλεία για αυτό και σας διαβεβαιώνω ότι θα τα αναλάβουμε.
-Η στέγη, δέκα χρόνια τώρα, ήταν μια παρωνυχίδα που δεν ήθελε κανείς να αγγίξει. Το ζήτημα της στέγης στις επόμενες δεκαετίες θα είναι από τα πλέον φλέγοντα. Ένας στους τρεις συμπολίτες μας ξοδεύει περισσότερο από 40% του εισοδήματός του στο κομμάτι της στέγασης, που είναι πάρα πολύ υψηλό ποσοστό. Επίσης, ένας στους τρεις έχει χρέος, το οποίο προκύπτει από την ατομική ιδιοκτησία, κυρίως μέσω δανείου».
Τα άλλα ζητήματα που εξετάζει η κυβέρνηση
Σε άλλα ζητήματα, περιέγραψε την επιθυμία της κυβέρνησης για ένα κράτος επαγγελματικό, που θα είναι στην υπηρεσία του πολίτη, χωρίς τις αδράνειες του παρελθόντος -και το πελατειακό κράτος είναι μόνο μία από αυτές, πρόσθεσε. Επαγγελματικό κράτος σημαίνει τυποποιημένες διαδικασίες και η Ελλάδα έχει υποφέρει πολύ από το ότι δεν υπήρχαν τυποποιημένες διαδικασίες, είπε. Ενώ, θέτοντας το στόχο της μετάβασης σε μια αποπροσωποποιημένη Πολιτεία, που δεν θα συνδέεται άμεσα, δηλαδή, με το πρόσωπο του εκάστοτε πρωθυπουργού, ο Γ. Γεραπετρίτης επεσήμανε ότι τώρα «σπάνε» αδράνειες δεκαετιών, αν όχι δύο αιώνων, όπως χαρακτηριστικά υποστήριξε.
Καμία κυβέρνηση στα χρόνια της Μεταπολίτευσης δεν επέδειξε τον σεβασμό στη δημόσια διοίκηση που επιδεικνύει η σημερινή, δήλωσε επιπλέον, με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι το 90% των αρμοδιοτήτων της πολιτικής ηγεσίας ενός υπουργείου έχουν μεταβιβασθεί πλέον στη διοίκηση. Μια διοίκηση που επιλέγεται μέσω αξιοκρατικής διαδικασίας, για την οποία η χώρα έχει δεχθεί τους επαίνους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη δημόσια διοίκηση τίθενται πλέον συγκεκριμένοι στόχοι, επιβραβεύονται οι άξιοι δημόσιοι υπάλληλοι.
Διαχρονικά, αντιθέτως, στην Ελλάδα είχαν αναπτυχθεί αντισώματα κατά της αξιολόγησης, η οποία γινόταν αντιληπτή περισσότερο ως ασθένεια. Σήμερα, όμως, εκπαιδευτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, στελέχη ευρύτερου δημόσιου τομέα, επί παραδείγματι διοικητές νοσοκομείων -όλοι αξιολογούνται. Το θέμα είναι να μην αντιλαμβάνεται κανείς τη θέση του ως κεκτημένο, επέμεινε.
Ένα άλλο θέμα που ετέθη είναι ο προγραμματισμός νομοθετικού έργου και μέσω αυτού η ανάληψη ευθύνης εκ μέρους της κυβέρνησης. Ως γνωστόν, κάθε Δεκέμβριο ψηφίζεται το ενιαίο σχέδιο κυβερνητικής δράσης, με ποσοτικοποιημένους στόχους και χρονοδιάγραμμα, ανά υπουργείο. Το σχέδιο αναρτάται στην ιστοσελίδα της Προεδρίας της Κυβέρνησης, άρα υπόκειται σε έλεγχο, επισήμανε. Επικαλέστηκε δε, αυτό που είχε πει την Παρασκευή στην Αμφιλοχία ο πρωθυπουργός, που ζήτησε να κρίνεται η κυβέρνησή του, όχι για τα λόγια αλλά για τα έργα της.