Μετά από περίπου έξι ώρες, ολοκληρώθηκε η κατάθεση του πρώην διοικητή της ΕΥΠ Γιάννη Ρουμπάτη στην Εξεταστική Επιτροπή για την διερεύνηση της «υπόθεσης παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών του προέδρου του ΠΑΣΑΟΚ- ΚΙΝΑΛ και ευρωβουλευτή κ. Νίκου Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ ή και από άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, την επιβεβαιωμένη απόπειρα παγίδευσης του κινητού του με το κακόβουλο λογισμικό Predator, την παράνομη χρήση αυτού στην επικράτεια και την έρευνα για την ύπαρξη ευθυνών του Πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη και κάθε άλλου εμπλεκόμενου φυσικού ή νομικού προσώπου».
Την παρακολούθηση του Στέργιου Πιτσιόρλα από την ΕΥΠ φέρεται να παραδέχθηκε, σύμφωνα με πληροφορίες, ο Γιάννης Ρουμπάτης, καταθέτοντας ενώπιον των μελών της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής.
Ο διοικητής της ΕΥΠ την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, φέρεται να είπε ότι ο τότε επικεφαλής του ΤΑΙΠΕΔ και διορισμένος από την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, Στέργιος Πιτσιόρλας, διαπραγματευόταν την πώληση μιας τεράστιας έκτασης εθνικού εδάφους σε ξένες εταιρείες, που σχετίζονταν με τις μυστικές υπηρεσίες της Συρίας και την οικογένεια Άσαντ.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, μάλιστα, ο κ. Ρουμπάτης, για να τεκμηριώσει τους λόγους της παρακολούθησης Πιτσιόρλα, παρουσίασε στα μέλη της Εξεταστικής, έναν χάρτη της υπό εκποίησης έκτασης, ενώ φέρεται να αποκάλυψε και τα ονόματα των τότε υποψήφιων επενδυτών.
«Ο Τσίπρας δεν γνώριζε όνομα»
Οι διαρροές από την συνεδρίαση της Επιτροπής αναφέρουν ότι ο Γιάννης Ρουμπάτης φέρεται να κατέθεσε πως είχε ενημερώσει τον Αλέξη Τσίπρα για επισύνδεση στο τηλέφωνο «κάποιου τεχνοκράτη», χωρίς να του πει για ποιον επρόκειτο, και πως ο τότε πρωθυπουργός του ζήτησε να συνεχίζει την έρευνα και, εφόσον προκύψουν στοιχεία, να τα στείλει στην Δικαιοσύνη.
Μάλιστα, ο κ. Ρουμπάτης φέρεται να είπε ότι έστειλε το φάκελο στην Δικαιοσύνη, χωρίς να ολοκληρώσει την έρευνα όμως, επειδή ο κ. Πιτσιόρλας προήχθη από πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ σε υφυπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης, αρμόδιο για τις επενδύσεις, με αποτέλεσμα η ΕΥΠ να σταματήσει την επισύνδεση 15 ημέρες μετά την ανάληψη των υπουργικών του καθηκόντων.
Για την υπόθεση Ανδρουλάκη
Ο Γιάννης Ρουμπάτης, κληθείς να εκφράσει γνώμη για το αν είναι νόμιμη η παρακολούθηση βουλευτών ή ευρωβουλευτών, φέρεται να υποστήριξε ότι κατά την άποψή του είναι παράνομη.
Ωστόσο, φέρεται να κατέθεσε πως θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη, αρκεί να υπήρχε τεράστιος όγκος πληροφοριών, καθώς και ότι η αρμόδια εισαγγελέας για την εποπτεία της ΕΥΠ, Βασιλική Βλάχου, έχει τεράστια εμπειρία και δεν θα ενέκρινε την επισύνδεση χωρίς τεκμηρίωση.
Ο πρώην διοικητής της ΕΥΠ φέρεται να παραδέχθηκε ότι τα ηλεκτρονικά αρχεία της υπηρεσίας για τις επισυνδέσεις καταστρέφονται, διατηρούνται όμως γραπτές σημειώσεις για δύο χρόνια, εκτιμώντας πως και για την υπόθεση Ανδρουλάκη θα έχει συμβεί κάτι αντίστοιχο.
Ο ίδιος φέρεται, μάλιστα, να μίλησε για φακέλους «ειδικού χειρισμού», στους οποίους έχουν πρόσβαση ελάχιστοι υπάλληλοι της ΕΥΠ.
Σχετικά με τα παράνομα λογισμικά παρακολούθησης, φέρεται να είπε ότι επί δικής του θητείας δεν υπέπεσε στην αντίληψή του η ύπαρξη συστήματος spyware στην Ελλάδα, είτε από ιδιώτη, είτε από κρατικό φορέα.
Σύμφωνα πάντα με πληροφορίες, ο κ. Ρουμπάτης φέρεται να συμφώνησε με τον τρόπο που η ελληνική κυβέρνηση, πρώην και νυν, αντιμετωπίζει τις απόπειρες εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού από την Τουρκία και δικαιολόγησε την σημαντική αύξηση των νόμιμων επισυνδέσεων, εξαιτίας των αυξημένων μεταναστευτικών ροών και άλλων εθνικών κινδύνων που προκύπτουν.
Για την παρακολούθηση του ΚΚΕ
Αναφορικά με τις παρακολουθήσεις στο τηλεφωνικό κέντρο της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, ο Γιάννης Ρουμπάτης φέρεται να διέψευσε κατηγορηματικά την εμπλοκή της ΕΥΠ, ενώ δεν απέκλεισε – σύμφωνα με πληροφορίες – την πιθανότητα να υπάρχει εμπλοκή άλλων δυνάμεων εκτός ελληνικής επικράτειας.
Τέλος, χαρακτήρισε τον προκάτοχό του στη διοίκηση της ΕΥΠ, Θεόδωρο Δραβίλλα, ως πολύ σοβαρό και προσεκτικό άνθρωπο, φέρεται να κατέθεσε πως ό,τι έκανε, το έκανε με πολλή προσοχή.
Το απόγευμα, έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει η κατάθεση του τέως διοικητή της ΕΥΠ Παναγιώτη Κοντολέοντα.