Quantcast

Διπλωματικές πηγές: Σε εξαιρετικό κλίμα η συνάντηση Δένδια – Μπλίνκεν – Όλα τα θέματα που βρέθηκαν στο επίκεντρο της συνάντησης

Οι διμερείς σχέσεις και οι εξελίξεις στην Αν. Μεσόγειο στην κορυφή της ατζέντας

Σε εξαιρετικό κλίμα έγινε η πρώτη διμερής συνάντηση εργασίας του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια με τον Αμερικανό ομόλογό του Άντονι Μπλίνκεν ,σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, ενώ όπως τόνιζαν, διήρκεσε περισσότερο από όσο είχε αρχικά προβλεφθεί.

 

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ εκφράστηκε θετικά για τον ηγετικό, όπως τον χαρακτήρισε, ρόλο της Ελλάδας, ο οποίος βασίζεται σε κοινές αξίες με τις ΗΠΑ και ενισχύεται με άλλες χώρες που ασπάζονται τις αξίες αυτές (like minded countries).

Αναφέρθηκε επίσης στη συνάντηση που είχε την προηγούμενη ημέρα με τους υπουργούς του Ισραήλ και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, με την ευκαιρία της επετείου συμπλήρωσης ενός έτους από τις συμφωνίες του Αβραάμ.

Από την πλευρά του, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών υπογράμμισε τις αξίες και αρχές που διέπουν διαχρονικά την ελληνική εξωτερική πολιτική και τόνισε την ενίσχυση των σχέσεων με χώρες και πέρα από την άμεση γειτονία της Ελλάδας, όπως την Ινδία και την Αυστραλία, οι οποίες, όπως και η Ελλάδα, είναι προσηλωμένες στην εφαρμογή και στον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, ανέφεραν οι ίδιες πηγές.

Ο κ. Δένδιας αναφέρθηκε επίσης στην ενδυνάμωση του σχήματος 3+1 (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ και ΗΠΑ), το οποίο θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σε τετραμερές σχήμα συνεργασίας, και ενδεχομένως σε πολυμερές με τη συμπερίληψη και άλλων κρατών της περιοχής, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Αίγυπτος.

Με αφορμή την υπογραφή της τροποποίησης της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ μίλησε για «ειδική σχέση» μεταξύ της Ελλάδας και των ΗΠΑ.

Παρατήρησε ακόμη ότι η συμφωνία αυτή θα διευκολύνει τη διεύρυνση και την εμβάθυνση της διμερούς στρατηγικής εταιρικής σχέσης.

Πρόσθεσε δε, με αφορμή την πρόσφατη συμφωνία με τη Γαλλία, ότι οι ΗΠΑ είναι πολύ ικανοποιημένες από το γεγονός ότι η Ελλάδα προμηθεύεται τον αμυντικό της εξοπλισμό εντός της «Νατοϊκής οικογένειας».

Ο κ. Δένδιας, από την πλευρά του, υπογράμμισε τους ιδιαίτερα στενούς δεσμούς της Ελλάδας τόσο με τις ΗΠΑ όσο και εντός του ΝΑΤΟ.

Πρόσθεσε ότι η συμφωνία με τη Γαλλία ενισχύει την ευρωπαϊκή άμυνα και ασφάλεια, και παράλληλα ενισχύει τον διατλαντικό δεσμό μέσω ενός μιας περισσότερο ισορροπημένης κατανομής των βαρών.

Τόνισε ότι η Ελλάδα σέβεται και εφαρμόζει τις δεσμεύσεις της στο ΝΑΤΟ, όπως για παράδειγμα το ύψος των αμυντικών δαπανών (πάνω από 2% του ΑΕΠ).

Στη συνέχεια, η συζήτηση επικεντρώθηκε στις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, καθώς και τα Δυτικά Βαλκάνια.

Στο πλαίσιο αυτό, ο υπουργός Εξωτερικών ενημέρωσε τον Αμερικανό ομόλογό του ενδελεχώς για την τουρκική προκλητική συμπεριφορά, δείχνοντας του και σχετικούς χάρτες.

Τόνισε την απειλή πολέμου που η Τουρκία επαναφέρει στο προσκήνιο όλο και συχνότερα (casus belli) καθώς και το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο.

Ο κ. Δένδιας παρατήρησε ότι πέρα από το γεγονός ότι τα ανωτέρω παραβιάζουν θεμελιώδεις κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, δεν εντάσσονται στο πλαίσιο της κοινής λογικής.

Υπό τις συνθήκες αυτές, τα περιθώρια συνεννόησης με την Τουρκία, και εφόσον η τελευταία δεν μεταβάλει τη στάση της, παραμένουν πολύ περιορισμένα, πρόσθεσε.

Ο υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε επίσης στην αδιάλλακτη στάση της Τουρκίας και του ηγέτη των Τουρκοκυπρίων, η οποία δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για την επίλυση του Κυπριακού.

Αιχμές Δένδια για Τουρκία

«Τη δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών και της κυβέρνησης Μπάιντεν υπέρ της σταθερότητας και της ευημερίας της Ελλάδας, των Βαλκανίων, της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου» καταδεικνύει η υπογραφή της ανανεωμένης αμυντικής συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ, σημειώνει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε συνέντευξή του στο πρακτορείο Associated Press.

Κι αυτό γιατί, όπως αναφέρει, η συμφωνία υπογράφηκε την ώρα που οι ΗΠΑ επικεντρώνονται περισσότερο στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού.

«Είναι σαφές ότι η αμερικανική κυβέρνηση και οι ΗΠΑ στρέφουν την προσοχή τους στην αντιμετώπιση της πρόκλησης που αποτελεί η Κίνα για τις ΗΠΑ. Αυτό είναι απόλυτα σαφές. Η συμφωνία AUKUS αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της μετατόπισης του ενδιαφέροντος των Ηνωμένων Πολιτειών», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Δένδιας.

Παράλληλα, υπογραμμίζει πως «η Ελλάδα ως χώρα μεσαίου μεγέθους, αλλά ευρισκόμενη σε μια εξαιρετικά ασταθή περιοχή, θεωρεί ότι η αμερικανική παρουσία παραμένει ακόμη απαραίτητη στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο».

Ο υπουργός Εξωτερικών τονίζει πως η συμφωνία συνεπάγεται «ενισχυμένη αμερικανική παρουσία στην ηπειρωτική Ελλάδα και ιδιαίτερα στη Θράκη, στη Βορειοανατολική Ελλάδα, περιοχή που είναι ιδιαίτερα σημαντική τόσο για εμάς τους Έλληνες όσο και για το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ».

Βρίσκεται εξάλλου, όπως υπενθύμισε, κοντά στα σύνορά μας με την Τουρκία, μόλις λίγα χιλιόμετρα.

Ο κ. Δένδιας τόνισε πως «δεν πρόκειται για συμφωνία, η οποία στρέφεται, ή πρόκειται να στραφεί εναντίον οποιουδήποτε άλλου», αλλά για συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών, η οποία σκοπό έχει τη «σταθερότητα και την ευημερία των δύο χωρών».

«Γίνεται η Τουρκία στόχος μέσω αυτών των συμφωνιών; Η ξεκάθαρη απάντησή μου είναι όχι, καθόλου», ανέφερε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε: «Θα θέλαμε πολύ η Τουρκία να καταστεί μέρος αυτής της συνεννόησης στο μέλλον. Φυσικά όμως, για να συμβεί αυτό θα πρέπει η Τουρκία να αλλάξει τη συμπεριφορά της. Η Τουρκία πρέπει να κατανοήσει ότι η ενδεδειγμένη πορεία είναι μέσω του Διεθνούς Δικαίου, του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας. Όχι μέσω απειλών πολέμου».

«Αν η αμερικανική παρουσία δεν είναι καθίσταται πρόδηλη, τότε ορισμένες χώρες ενδεχομένως να σχηματίσουν “έξυπνες” ιδέες για τον ρόλο τους», σημείωσε χαρακτηριστικά.

«Υπάρχουν χώρες στη συνολικότερη περιοχή που οραματίζονται τον εαυτό τους ως τοπικές υπερδυνάμεις. Κάποιες φορές φοβάμαι ότι η Τουρκία ίσως εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία», υπογράμμισε ο ίδιος.

Τέλος, αναφορικά με την αμυντική συμφωνία Ελλάδας-Γαλλίας, ο κ. Δένδιας τόνισε πως «πρόκειται για συμφωνία συμπληρωματική του ΝΑΤΟ, δεν περιορίζει τον ρόλο του ΝΑΤΟ».