Με το «Παράλληλο εθνικό πρόγραμμα διανομής voucher για τους βρεφονηπιακούς σταθμούς».
Το σχέδιο του προγράμματος που προβλέπει χορήγηση voucher και εργαζόμενες μητέρες του Δημοσίου ανέπτυξε με άρθρο της στο ΘΕΜΑ της Κυριακής η υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Δόμνα Μιχαηλίδου.
Όπως εξηγεί τo νέο «Παράλληλο εθνικό πρόγραμμα διανομής voucher για τους βρεφονηπιακούς σταθμούς» έρχεται να διορθώσει μια στρέβλωση ετών με προϋπολογισμό που φτάνει τα 30 εκατ. ευρώ για 15.000 παιδιά.
Το άρθρο της κυρίας Μιχαηλίδου έχει ως εξής:
Για πολλά χρόνια και ανεξαρτήτως εισοδήματος οι μητέρες που εργάζονταν σε δημόσιες και δημοτικές υπηρεσίες δεν μπορούσαν να λάβουν επίδομα για την εισαγωγή των παιδιών τους στους βρεφονηπιακούς σταθμούς, καθώς το υπάρχον πρόγραμμα «Εναρμόνιση της Επαγγελματικής και Οικογενειακής Ζωής» που συγχρηματοδοτείται από το ΕΣΠΑ, τις απέκλειε.
Ο αποκλεισμός οφειλόταν στο γεγονός ότι στόχος του προγράμματος ήταν η παροχή κινήτρων σε μητέρες που εργάζονταν στον ιδιωτικό τομέα ή ήταν άνεργες. Δίνοντας πρόσβαση σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, το πρόγραμμα έδινε κίνητρα σε γυναίκες για να διεκδικήσουν μια θέση εργασίας στον ιδιωτικό τομέα ή να ξεκινήσουν μια δική τους επιχείρηση, ενισχύοντας έτσι και την οικονομική κατάσταση της οικογένειάς τους.
Οπότε οι μητέρες που ήταν ήδη εργαζόμενες στο Δημόσιο δεν συμπεριλαμβάνονταν στο πρόγραμμα ακόμα και αν πληρούσαν τα εισοδηματικά κριτήρια. Αδιαμφισβήτητα, ο αποκλεισμός οικογενειών βάσει του τομέα απασχόλησης των μητέρων αποτελούσε στρέβλωση που απαιτούσε άμεσες διορθωτικές κινήσεις για να εξασφαλιστεί η δίκαιη συμμετοχή των πολιτών στο κοινωνικό πρόγραμμα των βρεφονηπιακών σταθμών.
Η νέα πολιτική για τους βρεφονηπιακούς σταθμούς που εντάσσεται στην υλοποίηση της πρωθυπουργικής δέσμευσης για 180 ευρώ voucher για κάθε παιδί σε βρεφονηπιακό σταθμό, μας οδήγησε στη λήψη σημαντικών μέτρων διεύρυνσης του υπάρχοντος προγράμματος τόσο ως προς τους ωφελούμενους όσο και ως προς τον προϋπολογισμό του.
Ετσι, το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, σε συνεργασία με τα συναρμόδια υπουργεία, κινήθηκε στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός παράλληλου εθνικού προγράμματος για τις πληθυσμιακές ομάδες που δεν καλύπτονταν από το τρέχον πρόγραμμα της «Εναρμόνισης της Επαγγελματικής και Οικογενειακής Ζωής».
Σε πλήρη ευθυγράμμιση με τους προεκλογικούς μας στόχους για ενίσχυση της προσχολικής εκπαίδευσης, αλλά και της θέσης της γυναίκας στην αγορά εργασίας, προχωράμε στην επέκταση του προγράμματος με δύο τρόπους. Πρώτον, αυξάνουμε οριζόντια για κάθε κατηγορία τα εισοδηματικά όρια κατά 3.000 ευρώ. Δεύτερον, δίνουμε τη δυνατότητα σε μητέρες δημοσίους υπαλλήλους να ενταχθούν και να επωφεληθούν από το πρόγραμμα εξαλείφοντας μια διάκριση πολλών ετών.
Επεκτείνουμε δυναμικά τον στόχο του προγράμματος των βρεφονηπιακών σταθμών, με διττό τρόπο: άμεσα, θεμελιώνεται από πολύ νωρίς το δικαίωμα του παιδιού στην πρόσβαση σε οργανωμένες υπηρεσίες εκπαίδευσης και, έμμεσα, ενισχύονται οι οικογένειες και δη οι μητέρες ώστε να μπορέσουν να ενταχθούν ή να επανενταχθούν στην αγορά εργασίας.
Με τον τρόπο αυτό το πρόγραμμα αποκτά αναπτυξιακό χαρακτήρα, καθώς η πρόσβαση από μικρή ηλικία των παιδιών σε ένα οργανωμένο εκπαιδευτικό πλαίσιο προωθεί μεσοπρόθεσμα την κοινωνικοποίησή τους και την ανάπτυξη δεξιοτήτων και βέβαια μακροπρόθεσμα τη βελτίωση του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας. Ειδικότερα, τα προγράμματα voucher για βρεφονηπιακούς σταθμούς για τη χρονιά 2020-2021 είναι δύο:
Το υπάρχον πρόγραμμα της «Εναρμόνισης της Επαγγελματικής και Οικογενειακής Ζωής» απευθύνεται σε μητέρες με χαμηλότερα οικογενειακά εισοδήματα, που αντιμετωπίζουν ταυτόχρονα μεγαλύτερη ανασφάλεια εργασίας, δηλαδή άνεργες ή εργαζόμενες στον ιδιωτικό τομέα με καθολικά κριτήρια για το οικογενειακό τους εισόδημα (27.000 ευρώ για μητέρες με 1-2 παιδιά, 30.000 ευρώ για μητέρες με 3 παιδιά, 33.000 ευρώ για μητέρες με 4 παιδιά, 36.000 ευρώ για μητέρες με 5 παιδιά και άνω).
Ο προϋπολογισμός του προγράμματος θα φτάσει τα 170 εκατ. ευρώ για 84.000 παιδιά. Το νέο «Παράλληλο Πρόγραμμα» απευθύνεται σε μητέρες εργαζόμενες στον δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα, με αυξημένα εισοδηματικά όρια κατά 3.000 ευρώ οριζόντια για κάθε κατηγορία. Ο προϋπολογισμός φτάνει τα 30 εκατ. ευρώ για 15.000 παιδιά.
Συνοψίζοντας, το υπάρχον πρόγραμμα καλύπτει τις γυναίκες στον ιδιωτικό τομέα με τα τρέχοντα εισοδηματικά όρια, ενώ το «Παράλληλο Πρόγραμμα» καλύπτει, αφενός, τις εργαζόμενες στον ιδιωτικό τομέα που έχουν εισοδήματα προσαυξημένα κατά 3.000 ευρώ σε σχέση με το υπάρχον πρόγραμμα, αφετέρου, συνολικά τις γυναίκες εργαζόμενες στον δημόσιο τομέα τόσο για τα εισοδηματικά όρια του υπάρχοντος προγράμματος, όσο και για την προσαύξηση των 3.000 ευρώ.
Η αύξηση του αριθμού των ωφελουμένων στο «Παράλληλο Πρόγραμμα» θα ξεπερνά το 18%, ενώ το κόστος για τον κρατικό προϋπολογισμό αυξάνεται κατά 17%, αύξηση η οποία σε βάθος χρόνου ανέτως θα απορροφηθεί, καθώς η αλλαγή στόχευσης ενισχύει την αναπτυξιακή διάσταση του προγράμματος και άρα αυξάνει σημαντικά τα κοινωνικο-οικονομικά του οφέλη.
Το δημογραφικό πρόβλημα στη χώρα μας είναι πολύ μεγάλο και η επίλυσή του παραμένει απόλυτη προτεραιότητα τόσο του πρωθυπουργού όσο και του υπουργείου μας. Η ενίσχυση όσων είναι ή θέλουν να γίνουν γονείς είναι πρωταρχικός μας στόχος και κύριοι πυλώνες του είναι το επίδομα παιδιού, το επίδομα γέννησης και ακόμα σημαντικότερα η διεύρυνση του προγράμματος voucher για τους βρεφονηπιακούς σταθμούς.
Επιδίωξή μας είναι να διαμορφώσουμε μια σφαιρική πολιτική που θα βοηθά όλη την οικογένεια και πρωτίστως τα παιδιά, θα μειώνει την ένταση του δημογραφικού προβλήματος και θα παράγει αναπτυξιακά αποτελέσματα τόσο άμεσα όσο και μακροπρόθεσμα.