“Η πανδημία της Covid-19, εκτός από τη βαθύτερη ύφεση στην μεταπολεμική ιστορία, οδήγησε στην περαιτέρω αύξηση των ανισοτήτων. Ενώ τα περισσότερα κράτη της υπόλοιπης Ευρώπης έλαβαν στοχευμένα μέτρα προστατεύοντας τους πιο ευάλωτους, η κυβέρνηση της ΝΔ παρουσίασε μέτρα από τη ΔΕΘ που συγκεκαλυμμένα οξύνουν το πρόβλημα” δηλώνει ο ευρωβουλευτής του Κινήματος Αλλαγής-ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης.
Όπως επισημαίνει, η επέκταση της απαλλαγής από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα για όλο το 2022, κάθε άλλο παρά μειώνει τις εισοδηματικές ανισότητες. “Σύμφωνα με τους πίνακες που παρουσίασε η κυβέρνηση, ένας μισθωτός των 1.200 ευρώ κερδίζει ετησίως μόλις 49 ευρώ το χρόνο (!), ενώ ένας μισθωτός των 5.000 ευρώ μεικτά θα κερδίσει σε ετήσια βάση 2.771, δηλαδή πάνω από 13 φορές περισσότερα συγκριτικά με τον μισθωτό των 1.200 ευρώ. Εάν η κυβέρνηση επεδίωκε, πραγματικά, να κλείσει την ψαλίδα των εισοδηματικών ανισοτήτων, θα μπορούσε απαλλάξει από την εισφορά αλληλεγγύης μόνο τους χαμηλόμισθους” σημειώνει.
Κατά τον κ. Ανδρουλάκη, και η εξαγγελία για την κατάργηση του φόρου στις γονικές παροχές “οδηγεί επίσης, στην καλύτερη των περιπτώσεων, στην παγίωση των ανισοτήτων. Όταν θες να στηρίξεις τους ευάλωτους και τη μεσαία τάξη, βάζεις όρια που ανταποκρίνονται στις δυνατότητές τους. Αντί όμως η κυβέρνηση να αυξήσει το αφορολόγητο όριο από τις 150 χιλιάδες που είναι σήμερα έως τις 300 χιλιάδες, το εκτίναξε στις 800 χιλιάδες ευρώ ανά γονέα. Είναι εξωπραγματικό στην Ελλάδα του 2021, μετά την πολυετή οικονομική περιπέτεια που βιώσαμε, να θεωρούνται από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο “μεσαία τάξη” οι γονείς που έχουν τη δυνατότητα να μεταβιβάζουν στα παιδιά τους περιουσία σε μετοχές, μετρητά και ακίνητα αξίας άνω του ενάμιση εκατομμυρίου”.
Ο ευρωβουλευτής του ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ θεωρεί πως “αυτές οι πολιτικές επιλογές της ΝΔ δίνουν λίγα στους πολλούς και πολλά στους λίγους. Δημιουργούν μεγαλύτερα χρέη που θα κληθούμε να πληρώσουμε όλοι τα επόμενα χρόνια, χωρίς να μειώνονται οι φόροι και οι εισφορές με δίκαιη κλίμακα ώστε να δημιουργηθούν οι συνθήκες μιας νέας κοινωνικής κινητικότητας”.
Παράλληλα, υπογραμμίζει πως “κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει στην ανάγκη περεταίρω ενίσχυσης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας. Άλλωστε, ως Εισηγητής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μία από τις βασικές μου προτεραιότητες ήταν να επεκτείνω τις αρμοδιότητες και τις δράσεις του απέναντι στην αντίδραση των κρατών μελών, που τον ήθελαν πιο περιορισμένο. Όμως, επειδή ο πρωθυπουργός επανέλαβε το ίδιο λάθος, ότι ο προϋπολογισμός του Μηχανισμού μειώθηκε τον περασμένο Ιούλιο, οφείλει να ενημερωθεί ότι με την πίεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ο προϋπολογισμός όχι μόνο δεν μειώθηκε, αλλά σχεδόν τριπλασιάστηκε. Από το 1,3 δισ. που προβλέφθηκε αρχικά, αποφασίστηκε τελικά ένας προϋπολογισμός της τάξης των 3 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 1,1 δισ. προέρχεται από το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο και το 1,9 δισ. από το Ταμείο Ανασυγκρότησης”.