Quantcast

Wall Street: Αντιστάθηκε στις ισχυρές πιέσεις

Με τους δείκτες, ωστόσο, να έχουν περιορίσει σημαντικά τις ισχυρές απώλειες που κατέγραφαν ενδοσυνεδριακά

Σε αρνητικό έδαφος ολοκλήρωσε τη συνεδρίαση της Πέμπτης η Wall Street, με τους δείκτες, ωστόσο, να έχουν περιορίσει σημαντικά τις ισχυρές απώλειες που κατέγραφαν ενδοσυνεδριακά.

 

Οι επενδυτές, κατά τις σημερινές συναλλαγές κλήθηκαν να διαχειριστούν δύο σημαντικά προβλήματα που οδηγούν σε κοινό παρονομαστή την οικονομική ύφεση. Από τη μία τα στοιχεία του υψηλού πληθωρισμού (9,1% τον Ιούνιο) και από την άλλη τα αδύναμα αποτελέσματα των αμερικανικών τραπεζών για το β’ τρίμηνο του έτους, τα οποία έρχονται να επιτείνουν το κλίμα αβεβαιότητας.

Ο Dow Jones έκλεισε με απώλειες 142 μονάδων ή 0,46% στις 30.660 μονάδες, με τον βιομηχανικό δείκτης να έχει περιορίσει σημαντικά τις απώλειες, καθώς ενδοσυνεδριακά βρέθηκε να υποχωρεί ακόμα και 500 μονάδες.

Απώλειες 0,30% σημείωσε ο δείκτης βαρόμετρο S&P 500, ο οποίος έκλεισε στις 3.790 μονάδες. Από την πλευρά του, ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq, ειδικά την τελευταία ώρα της συνεδρίασης, έκανε συνεχείς εναλλαγές προσήμων, τερματίζοντας ωστόσο σε θετικό έδαφος, με οριακή άνοδο 0,03% στις 11.251 μονάδες.

Η JP Morgan εμφάνισε πτώση της κερδοφορίας κατά 28%, χάνοντας τις εκτιμήσεις των αναλυτών (2,88 δολ. ανά μετοχή), με τη μετοχή της να υποχωρεί κατά 3,86%.

Η Morgan Stanley σημείωσε κέρδη 2,5 δισ. δολαρίων, ένα ποσό μειωμένο κατά 29% σε σχέση με πέρυσι. Η μετοχή της κατάφερε να περιορίσει τις απώλειες στο -0,56% από 3,5%.

Αύριο είναι η σειρά των Wells Fargo και Citigroup να δημοσιεύσουν τις οικονομικές επιδόσεις του β’ τριμήνου, ενώ τη Δευτέρα θα ακολουθήσουν η Bank of America και η Goldman Sachs. Σε επίπεδο μετοχών, η Wells Fargo υποχώρησε 1,10%, η Citigroup σημείωσε πτώση 3,42%. Από την πλευρά τους, η Bank of America υποχώρησε 2,32% και η Goldman Sachs κατά 3,15%.

Οι traders τολμούν να προβλέψουν ότι η Federal Reserve θα κάνει το μεγάλο βήμα και θα ανακοινώσει τον Ιούλιο μια αναθεώρηση της τάξης των 100 μονάδων βάσης, ανεβάζοντας τα επιτόκια από το 1,5% στο 2,5%. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία, η οποία είναι αρκετά ευάλωτη στις επιτοκιακές αυξήσεις.

Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι ολοένα και περισσότεροι αναλυτές προειδοποιούν για τον κίνδυνο οικονομικής ύφεσης, με τη Nomura να περιμένει συρρίκνωση του ΑΕΠ από το δ’ τρίμηνο του 2022 και μετέπειτα.