Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο με την απόφαση του απέρριψε ως απαράδεκτη την αίτηση ακύρωσης του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) και άλλων περιφερειακών εργοδοτικών Ενώσεων που ζητούσαν να ακυρωθεί η εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας της 18ης Φεβρουαρίου 2019, με την οποία δινόντουσαν οδηγίες για την εφαρμογή του νέου κατώτατου μισθού των 586 ευρώ, του ημερομισθίου των 22,83 ευρώ και την καταβολή τριετιών στους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες όλης της χώρας.
Οι σύμβουλοι επικρατείας έκριναν πως η επίμαχη υπ΄ αριθμ. 7613/395/18.2.2019 εγκύκλιος του υπουργού Εργασίας που παρείχε οδηγίες «για την εφαρμογή του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου για τους υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες όλης της χώρας» (με ισχύ από 1η Φεβρουαρίου 2019), είναι καθαρά ερμηνευτική εγκύκλιος και δεν μπορεί να προσληφθεί στο ΣτΕ. Παράλληλα , το ΣτΕ επισημαίνει ότι με την επίμαχη εγκύκλιο το υπουργείο Εργασίας παρέχει υποδείξεις για την ορθή εφαρμογή και συμμόρφωση του ισχύοντος νομικού πλαισίου, που όμως οι υποδείξεις αυτές «δεν είναι καθ΄ ευατές δεσμευτικές για τους αποδέκτες και δεν αποτελούν νομική δέσμευση γι΄ αυτούς».
Παράλληλα, σύμφωνα με το ΣτΕ, «δεν παράγονται δεσμευτικές έννομες συνέπειες από τις υποδείξεις σχετικά με το ύψος των καταβλητέων αποδοχών, η δε προσβαλλόμενη πράξη δεν αποτελεί κατόπιν τούτων εκτελεστή διοικητική πράξη». Επιπλέον, το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι οι εργοδότες «μπορούν να μη συμμορφωθούν αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τις προβλεπόμενες τυχόν από το νόμο κυρώσεις, στην περίπτωση που οι ενέργειες τους δεν θα είναι πράγματι νόμιμες».
Οι τριετίες στον κατώτατο μισθό και το ημερομίσθιο αποτελούν αυξήσεις αμοιβών που έχουν σχέση με την προϋπηρεσία των εργαζομένων σε οποιονδήποτε εργοδότη. Το επίδομα προϋπηρεσίας, («τριετίες»), ισούται με 10% επί του κατώτατου μισθού και μπορούν να καταβληθούν έως τρεις τριετίες κατ’ ανώτατο όριο.