Ο Γενικός Δείκτης GRe+1, ο οποίος είναι ο μέσος των δεικτών Οικονομικής Συγκυρίας και Παραγωγικών Συντελεστών, διαμορφώθηκε σε 46,7%, έναντι 58,2% που ήταν η τιμή του τρίτου τριμήνου 2021. Περιορίστηκε δηλαδή στο επίπεδο του τέλους του 2020. Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της μείωσης της τιμής και των δύο υποδεικτών, όπως επισημαίνεται στο Βαρόμετρο του ΣΕΣΜΑ για την οικονομία για το δ΄ τρίμηνο του 2021.
Η εξέλιξη αυτή πιθανώς οφείλεται στην προς τα κάτω αναθεώρηση των εκτιμήσεων για τη μεγέθυνση της παγκόσμιας οικονομίας, στην αναμενόμενη άνοδο των επιτοκίων διεθνώς, στην άνοδο των τιμών της ενέργειας παγκοσμίως, καθώς και στις ανησυχίες για τα ελληνικά δημόσια οικονομικά και βεβαίως για τη συνεχιζόμενη πανδημία. Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμισθεί ότι η εικόνα που προκύπτει από τη σύγκριση ολόκληρου του 2021 με το προηγούμενο έτος είναι πολύ διαφορετική. Λόγω της μεγάλης αύξησης της τιμής του Γενικού Δείκτη GRe+1 τα προηγούμενα τρίμηνα, η μέση τιμή του δείκτη το 2021 αυξήθηκε σε 49,0%, έναντι 27,5 % που ήταν ο μέσος όρος του 2020. Η τιμή μάλιστα του 2021 είναι η υψηλότερη από το 2014 όταν άρχισε η δημοσιοποίηση του Βαρομέτρου του ΣΕΣΜΑ.
Το τελευταίο τρίμηνο του 2021 διακόπηκε η άνοδος της αισιοδοξίας των συμβούλων μάνατζμεντ για την πορεία της ελληνικής οικονομίας τους επόμενους 12 μήνες. Ο Δείκτης Οικονομικής Συγκυρίας σημείωσε κάμψη έναντι της τιμής που είχε το προηγούμενο τρίμηνο, αλλά παρέμεινε σταθερός σε σχέση με το τέλος του 2020. Συγκεκριμένα, στο τέλος Δεκεμβρίου 2021 ο μέσος όρος της διαφοράς μεταξύ των ποσοστών «θετικών» και «αρνητικών» απαντήσεων για τις πέντε μεταβλητές του Δείκτη Οικονομικής Συγκυρίας (ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης, ανεργία, ιδιωτικές επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, εξαγωγές και ποσοστό μεταβολής του γενικού επιπέδου των τιμών) περιορίστηκε στο 47,6%. Ήταν 64,0% το προηγούμενο τρίμηνο και 47,2% στο τέλος του 2020. Η επιδείνωση του τελευταίου τριμήνου του 2021 οφείλεται στη μείωση της διαφοράς «θετικώ» και «αρνητικών» εκτιμήσεων για όλες τις μεταβλητές του Δείκτη, ιδιαίτερα όμως των προσδοκιών για τη μεγέθυνση του ΑΕΠ και την ανεργία.
Παρατηρείται ωστόσο ότι η εικόνα που προκύπτει για τις προσδοκίες καθ’ όλο το 2021 είναι πολύ διαφορετική. Ο μέσος όρος του Δείκτη Οικονομικής Συγκυρίας ανήλθε σε 51,6%, που είναι η υψηλότερη τιμή του από το 2014, όταν ξεκίνησε η δημοσιοποίησή του.
Επιδείνωση καταγράφηκε επίσης στις προσδοκίες των συμβούλων μάνατζμεντ για την εξέλιξη των συντελεστών της παραγωγής το επόμενο έτος. Συγκεκριμένα, ο μέσος όρος της διαφοράς «αισιοδοξίας» και «απαισιοδοξία» για τις μεταβλητές του Δείκτη Παραγωγικών Συντελεστών (ανθρώπινο δυναμικό, συνθήκες χρηματοδότησης, δημόσιες υποδομές, επιχειρηματικότητα και θεσμικό πλαίσιο) μειώθηκε σε 45,8% το τέταρτο τρίμηνο του έτους, από 52,4% το προηγούμενο τρίμηνο. Μάλιστα, η μείωση της αισιοδοξίας προήλθε από όλες τις μεταβλητές, δηλαδή: ανθρώπινο δυναμικό, χρηματοδότηση, επιχειρηματικότητα και θεσμικό πλαίσιο, με την εξαίρεση των δημόσιων υποδομών.
Η εικόνα που προκύπτει για το σύνολο του 2021 είναι όμως πολύ διαφορετική, λόγω των προηγουμένων τριμήνων. Ο ετήσιος μέσος όρος του Δείκτη Παραγωγικών Συντελεστών αυξήθηκε σε 46,4%, που αποτελεί την υψηλότερη τιμή του από το 2014, όταν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το Βαρόμετρο και οι συνιστώσες του. Οι μεγαλύτερες βελτιώσεις καταγράφηκαν στις προσδοκίες για τις συνθήκες χρηματοδότησης, όπου η διαφορά «θετικών» – «αρνητικών» απαντήσεων υπερδιπλασιάστηκε, για τις υποδομές και την επιχειρηματικότητα.
Για ένα ακόμα τρίμηνο δεν υπήρξε άξια λόγου μεταβολή στις απόψεις των συμβούλων για τα προσκόμματα στην επιχειρηματική δράση. Τα τρία σημαντικότερα εμπόδια σχετίζονται με τη λειτουργία του δημοσίου. Ως το σημαντικότερο θεωρείται η λειτουργία της δικαιοσύνης και ακολουθούν η έλλειψη σταθερότητας του φορολογικού συστήματος και η αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση. Την πρώτη πεντάδα συμπληρώνουν η υψηλή φορολογία και η ασυνέχεια στη λειτουργία του κράτους.
Σχεδόν αδιαλείπτως από το 2014 έως και το 2019, η ομάδα των πέντε σημαντικότερων εμποδίων στην επιχειρηματική δράση απαρτιζόταν από την υψηλή φορολογία, την έλλειψη σταθερότητας του φορολογικού συστήματος, τις δυσκολίες χρηματοδότησης, την ασυνέχεια στη λειτουργία του κράτους και από την αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση. Τα τελευταία δύο χρόνια όμως η ανησυχία για τη λειτουργία του συστήματος απονομής δικαιοσύνης έχει ενταθεί σημαντικά και θεωρείται ως ο πλέον ανασχετικός παράγοντας στο επιχειρείν το 2021.
Στο πλαίσιο της έρευνας, διερευνήθηκαν επίσης οι απόψεις των συμβούλων για τη σημασία των συμπράξεων μεταξύ των εταιρειών του κλάδου. Οι απόψεις διαφέρουν αρκετά όσον αφορά τις συγχωνεύσεις επιχειρήσεων και τις συνεργασίες. Η εικόνα που προκύπτει είναι ότι οι σύμβουλοι θεωρούν τις συνεργασίες απαραίτητες ή εξαιρετικά σημαντικές σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι τις συγχωνεύσεις. Η πλειονότητα θεωρεί τις τελευταίες ως «χρήσιμες, αλλά όχι αναγκαίες».
Η σημασία των επιχειρηματικών συμπράξεων
Όσον αφορά τα κίνητρα για συγχωνεύσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση, οι σύμβουλοι προκρίνουν σαφώς τη μείωση της φορολογίας, με σκορ 6,9. Από την άλλη πλευρά η πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης συγκεντρώνει σαφώς λιγότερες προτιμήσεις, με σκορ 3,4.
Επιπρόσθετα, τα μέλη του ΣΕΣΜΑ σημείωσαν και τα ακόλουθα κίνητρα τα οποία θεωρούν χρήσιμα και αξιοποιήσιμα από τις συμβουλευτικές εταιρείες:
Κίνητρα για την πρόσβαση σε νέες αγορές και συνεργασίες/συγχωνεύσεις με εταιρείες του εξωτερικού
Κίνητρα για την πρόσληψη και εκπαίδευση του προσωπικού σε ειδικά προγράμματα ανάπτυξης δεξιοτήτων
Η σχετική πλειονότητα των συμβουλευτικών εταιρειών δεν θεωρεί πιθανό να προχωρήσει σε συγχώνευση με άλλη εταιρεία. Όμως, ένα ελαφρώς μικρότερο ποσοστό θεωρεί το ενδεχόμενο αυτό “αρκετά πιθανό”. Η εικόνα είναι σαφέστερη όσον αφορά τις προθέσεις για συνεργασίες. Η μεγάλη πλειονότητα των συμβούλων θεωρεί ότι οι συμπράξεις είναι “αρκετά” ή “πολύ πιθανές”. Οι προβλέψεις αυτές είναι ευθυγραμμισμένες με τις απόψεις των συμβούλων για τη σημασία των συμπράξεων.