Τεκμήρια: Επιπλέον επιβαρύνσεις για χιλιάδες φορολογούμενους

Τέσσερις οι παγίδες

Τέσσερις παγίδες – τεκμηρίων που μπορεί να προκαλέσουν υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση σε εκατοντάδες χιλιάδες οικονομικά αδύναμους φορολογούμενους κρύβουν οι φετινές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων. Θύματα αυτών είναι κυρίως οικογένειες φοιτητών, νέοι που υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία, χαμηλόμισθοι, χαμηλοσυνταξιούχοι, περιστασιακά απασχολούμενοι, ακόμη και ανάπηροι.

 

Ας δούμε αναλυτικά πως προκύπτει επιπλέον φορολογική επιβάρυνση μέσω των τεκμηρίων:

Παγίδα 1η: Το τεκμήριο διαβίωσης της μισθωμένης κατοικίας του ενήλικου τέκνου, που σπουδάζει ή υπηρετεί την στρατιωτική του θητεία μακριά από την οικογένειά του, γίνεται αιτία να πάψει το τέκνο να θεωρείται προστατευόμενο, εξέλιξη που έχει πολλαπλές δυσμενείς οικονομικές συνέπειες για το ίδιο και την οικογένειά του.

Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία ενήλικο εξαρτώμενο τέκνο του φορολογούμενου μισθώνει κατοικία διαφορετική από αυτήν της κύριας κατοικίας της οικογένειας (π.χ. φοιτητής που σπουδάζει σε διαφορετικό τόπο, τέκνο που υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία, κ.λπ.) και ταυτόχρονα έχει δική του υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, λόγω απόκτησης εισοδήματος, οποιουδήποτε ύψους και από οποιανδήποτε πηγή, εντός του 2021, το τεκμήριο διαβίωσης της μισθωμένης κατοικίας βαρύνει το τέκνο, όχι τους γονείς! Έτσι, σε κάθε τέτοια περίπτωση, το ενήλικο τέκνο παύει πλέον να θεωρείται εξαρτώμενο, καθώς – όσο πενιχρό κι αν είναι το πραγματικό εισόδημα που απέκτησε το 2021 – προκύπτει με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης τεκμαρτό εισόδημα μεγαλύτερο των 3.000 ευρώ, που είναι το όριο ετησίου ατομικού (πραγματικού ή τεκμαρτού) εισοδήματος μέχρι το οποίο κάθε τέκνο θεωρείται εξαρτώμενο και επιτρέπεται να συμπεριλαμβάνεται στη φορολογική δήλωση των γονέων του. Η υπέρβαση του ορίου των 3.000 ευρώ οφείλεται στο γεγονός ότι για κάθε ενήλικο τέκνο αυτής της περίπτωσης λαμβάνονται υπόψη το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης των 3.000 ευρώ συν το τεκμήριο της κατοικίας, με αποτέλεσμα πάντοτε να προκύπτει συνολικό τεκμαρτό εισόδημα μεγαλύτερο των 3.000 ευρώ.

Το τεκμαρτό αυτό εισόδημα θεωρείται ότι προέρχεται από μισθωτή εργασία. Όμως, στην περίπτωση αυτή, το συγκεκριμένο εισόδημα φορολογείται, αν το ενήλικο τέκνο ξεχάσει να δηλώσει στον κωδικό 049 του πίνακα 7 της φορολογικής του δήλωσης (του εντύπου Ε1) δαπάνες αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών συνολικού ύψους τουλάχιστον ίσου με το 30% επί του δηλωθέντος πραγματικού (κι όχι επί του τεκμαρτού) εισοδήματος. Σε κάθε τέτοια περίπτωση θα κληθεί, με το εκκαθαριστικό της φορολογικής του δήλωσης, να πληρώσει φόρο 22% επί του 30|% του δηλωθέντος εισοδήματος. Αλλά ακόμη και στην περίπτωση που θα δηλώσει το απαιτούμενο ποσό δαπανών στον κωδικό 049 του πίνακα 7 θα πρέπει να είχε προνοήσει ήδη από το 2021 και να είχε πραγματοποιήσει τις δαπάνες αυτές εξοφλώντας τις, μάλιστα, με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής (πιστωτικές ή χρεωστικές ή προπληρωμένες κάρτες κ.λπ.) ώστε να αποδεικνύονται.

Επιπλέον, επειδή το ενήλικο τέκνο παύει πλέον να θεωρείται εξαρτώμενο μέλος, η οικογένειά του δεν μπορεί να το συμπεριλάβει στην αίτηση Α21 που θα υποβάλει φέτος για να εισπράξει οικογενειακό επίδομα από τον ΟΠΕΚΑ. Αυτό θα έχει ως συνέπεια η οικογένεια:
– είτε να στερηθεί πλήρως το επίδομα, αν το συγκεκριμένο τέκνο είναι το μοναδικό της ή εάν λόγω μείωσης του αριθμού των δηλωθέντων εξαρτώμενων τέκνων το ισχύον εισοδηματικό όριο έχει υποχωρήσει σημαντικά κάτω από το όριο του ετησίου εισοδήματος της οικογένειας
– είτε να εισπράξει μειωμένο επίδομα λόγω μείωσης του αριθμού των εξαρτώμενων τέκνων.

Παγίδα 2η: Τα τεκμήρια διαβίωσης προκαλούν υπερφορολόγηση του εισοδήματος.
Λόγω της σημαντικής συρρίκνωσης των πραγματικών εισοδημάτων, την οποία έχει προκαλέσει η πολυετής οικονομική κρίση σε εκατομμύρια νοικοκυριά, πολλά φυσικά πρόσωπα θα φορολογηθούν φέτος όχι με βάση τα πολύ χαμηλά εισοδήματα που απέκτησαν το 2021 αλλά με βάση τα πολύ πιο υψηλά, εξωπραγματικά ποσά τεκμαρτών εισοδημάτων που θα τούς προσδιορίσει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) με βάση το σύστημα των τεκμηρίων ή «αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης». Σε πολλές περιπτώσεις, οι διαφορές μεταξύ των πολύ χαμηλών πραγματικών εισοδημάτων του 2021 και των πολύ υψηλών τεκμαρτών που θα προκύπτουν για το ίδιο έτος με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης θα είναι αδύνατο να καλυφθούν με περισσεύματα εισοδημάτων ή εσόδων από παρελθόντα έτη, καθώς τα ποσά αυτά έχουν χρησιμοποιηθεί σχεδόν στο σύνολό τους για την κάλυψη τεκμηρίων στα προηγούμενα 8 – 9 χρόνια.

Ας δούμε όμως δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα εργαζομένων με χαμηλά εισοδήματα που θα υπερφορολογηθούν λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης:

Άγαμος φορολογούμενος με μηνιαίο εισόδημα 600 ευρώ από την εργασία του ως μισθωτός διαμένει σε διαμέρισμα 70 τ.μ. δωρεάν παραχωρηθέν από τους γονείς του και διαθέτει κι ένα ΙΧ αυτοκίνητο 1.600 κ.εκ. 8ετίας. Το εισόδημα που θα δηλώσει φέτος στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος για το έτος 2021 θα ανέλθει σε 8.400 ευρώ (600 ευρώ Χ 14 = 8.400 ευρώ). Το τεκμαρτό εισόδημα που θα του προσδιορίσει η Α.Α.Δ.Ε., με την εφαρμογή των τεκμηρίων διαβίωσης, θα προκύψει ως εξής: 3.000 ευρώ το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης για άγαμο + 2.800 ευρώ το τεκμήριο για τη χρήση της κατοικίας των 70 τ.μ. (40 ευρώ ανά τ.μ. Χ 70 τ.μ. = 2.800 ευρώ) + 4.480 ευρώ το τεκμήριο για τη χρήση του Ι.Χ. αυτοκινήτου = 10.280 ευρώ. Για τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος, στην περίπτωση του συγκεκριμένου φορολογούμενου, θα ληφθεί υπόψη το τεκμαρτό εισόδημα των 10.280 ευρώ, επειδή αυτό είναι μεγαλύτερο από το δηλωθέν των 8.400 ευρώ. Ως εκ τούτου ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα φορολογηθεί για “εισόδημα” μεγαλύτερο κατά 1.880 ευρώ, από αυτό που απέκτησε στην πραγματικότητα. Στο ετήσιο τεκμαρτό εισόδημα των 10.280 ευρώ αντιστοιχεί φόρος εισοδήματος 184,36 ευρώ, ο οποίος υπολογίζεται λαμβανομένου υπόψη αφορολογήτου ορίου 8.636 ευρώ και με συντελεστή φόρου 9% στο τμήμα του εισοδήματος από τα 8.636,01 έως τα 10.000 ευρώ και με 22% στο πέραν του ορίου αυτού ποσό. Αν λαμβανόταν υπόψη το δηλωθέν εισόδημα των 8.400 ευρώ, ο εν λόγω φορολογούμενος δεν θα πλήρωνε καθόλου φόρο, επειδή το ποσό των 8.400 ευρώ είναι χαμηλότερο του αφορολογήτου ορίου των 8.636 ευρώ.
Έγγαμος φορολογούμενος με 2 ανήλικα παιδιά εργάζεται ως μισθωτός στον ιδιωτικό τομέα και λαμβάνει μηνιαίως 800 ευρώ. Διαμένει σε ιδιόκτητη μονοκατοικία 90 τ.μ. και κατέχει κι ένα ΙΧ αυτοκίνητο 1.750 κ.εκ. 9ετίας. Το εισόδημα που θα δηλώσει φέτος στην Εφορία για το έτος 2021 θα ανέλθει σε 11.200 ευρώ (800 ευρώ Χ 14 = 11.200 ευρώ). Το τεκμαρτό εισόδημα που θα του προσδιορίσει η Εφορία με την εφαρμογή των τεκμηρίων διαβίωσης θα προκύψει ως εξής: 2.500 ευρώ το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης για τον έγγαμο + 4.620 ευρώ το τεκμήριο για τη χρήση της μονοκατοικίας των 90 τ.μ. {[(40 ευρώ ανά τ.μ. Χ 80 τ.μ.) +(65 ευρώ ανά τ.μ. Χ 10 τ.μ.)]*1,2 = 4.620 ευρώ} + 5.320 ευρώ το τεκμήριο για τη χρήση του Ι.Χ. αυτοκινήτου = 12.940 ευρώ. Για τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος, στην περίπτωση του συγκεκριμένου φορολογούμενου, θα ληφθεί υπόψη το τεκμαρτό εισόδημα των 12.940 ευρώ, επειδή αυτό είναι μεγαλύτερο από το δηλωθέν των 11.200 ευρώ. Ως εκ τούτου ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα φορολογηθεί για “εισόδημα” μεγαλύτερο κατά 1.740 ευρώ, από αυτό που απέκτησε στην πραγματικότητα. Στο ετήσιο τεκμαρτό εισόδημα των 12.940 ευρώ αντιστοιχεί φόρος εισοδήματος 646,80 ευρώ, ο οποίος υπολογίζεται λαμβανομένου υπόψη αφορολογήτου ορίου 10.000 ευρώ και με συντελεστή φόρου 22%, στο πέραν του ορίου αυτού ποσό. Αν λαμβανόταν υπόψη το δηλωθέν εισόδημα των 11.200 ευρώ, ο εν λόγω φορολογούμενος θα πλήρωνε μόλις 264 ευρώ.
Παγίδα 3η: Δεν φορολογούνται όλοι οι εργαζόμενοι με «μπλοκάκια» ως μισθωτοί, με αφορολόγητο όριο μέχρι 8.636 ευρώ ή μεγαλύτερο, αλλά μόνο όσοι πληρούν αθροιστικά πέντε προϋποθέσεις.

Κάθε εργαζόμενος που λαμβάνει τις μηνιαίες αποδοχές του όχι ως μισθωτός αλλά εκδίδοντας αποδείξεις από μπλοκ παροχής υπηρεσιών, («μπλοκάκι»), για να φορολογηθεί για τις αμοιβές του με την ευνοϊκή κλίμακα φόρου εισοδήματος των μισθωτών, δηλαδή για να δικαιούται ετήσιας έκπτωσης φόρου έως 777 ευρώ (προσαυξανόμενης ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτωμένων τέκνων), η οποία ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο εισοδήματος μέχρι 8.636 ευρώ (προσαυξανόμενο ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων) θα πρέπει να πληροί τις ακόλουθες 5 προϋποθέσεις:

Θα πρέπει να έχει υποβάλει δήλωση έναρξης επιχειρηματικής δραστηριότητας στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.
Θα πρέπει να παρέχει υπηρεσίες στις οποίες προέχει το στοιχείο της συμβουλής ή της επιστημονικής, καλλιτεχνικής και πνευματικής δημιουργίας, δηλαδή να ασκεί δραστηριότητα η οποία δεν εμπεριέχει την έννοια της εμπορικής ιδιότητας αλλά χαρακτηρίζεται ως «ελευθέριο επάγγελμα».
Θα πρέπει να δηλώνει ως έδρα για την άσκηση της δραστηριότητάς του την κατοικία του.
Δεν θα πρέπει να εισπράττει ταυτόχρονα και κανονικό μισθό από άλλη εργασία.
Θα πρέπει να παρέχει τις υπηρεσίες τους σε τρεις το πολύ εργοδότες ή και σε περισσότερους από τρεις, εφόσον όμως στην περίπτωση αυτή λαμβάνει το 75% τουλάχιστον των ετησίων αμοιβών του μόνο από έναν.

Εφόσον ο φορολογούμενος ή η σύζυγός του πληροί τις παραπάνω 5 προϋποθέσεις, πρέπει να συμπληρώσει, στην παράγραφο 10 του πίνακα 2 της 1ης σελίδας του Ε1, την ένδειξη «ΝΑΙ» δίπλα από τον κωδικό 019 (ο υπόχρεος) ή 020 (η σύζυγος), προκειμένου κατά την εκκαθάριση του φόρου για τις αμοιβές από τον «μπλοκάκι» να υπολογιστεί αφορολόγητο όριο ύψους μέχρι 8.636 ευρώ (προσαυξανόμενο ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων).

Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία φορολογούμενος που λαμβάνει αμοιβές για παροχή υπηρεσιών δεν πληροί έστω και μία από τις πέντε παραπάνω προϋποθέσεις τότε οι ετήσιες αμοιβές του από το «μπλοκάκι» παροχής υπηρεσιών φορολογούνται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή με 9% από το πρώτο ευρώ μέχρι τα 10.000 ευρώ, με 22% στο τμήμα του εισοδήματος από τα 10.000,01 ευρώ μέχρι τα 20.000 ευρώ και με 28%-44% για το τμήμα των ετησίων αμοιβών πάνω από το επίπεδο των 20.000 ευρώ.

Παγίδα 4η: Φορολογούμενοι με πενιχρά εισοδήματα προερχόμενα είτε από ενοίκια είτε από τόκους καταθέσεων είτε από γεωργικές εκμεταλλεύσεις οι οποίοι εισέπραξαν παράλληλα ακόμη πιο χαμηλά ποσά είτε από περιστασιακή απασχόληση είτε από επιδόματα παιδιών που τους χορήγησε ο Ο.Π.Ε.Κ.Α. επιβαρύνονται με υπέρογκα ποσά φόρου εισοδήματος.

Οι φορολογούμενοι που υπάγονται σ’ αυτές τις περιπτώσεις υποχρεούνται να πληρώσουν ποσά φόρων πολλαπλάσια των πραγματικών τους εισοδημάτων, εξαιτίας του προσδιορισμού του συνολικού φορολογητέου εισοδήματος με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και του υπολογισμού του οφειλόμενου φόρου με βάση την κλίμακα που εφαρμόζεται για τους επιχειρηματίες και τους ελεύθερους επαγγελματίες, στην οποία δεν ισχύει αφορολόγητο όριο εισοδήματος.

Συγκεκριμένα, στις περιπτώσεις αυτές, επειδή τα δηλούμενα εισοδήματα είναι πάρα πολύ χαμηλά, οι υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων που υποβάλλουν οι συγκεκριμένοι φορολογούμενοι, προσδιορίζουν το ύψος των φορολογητέων εισοδημάτων με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης. Δηλαδή, σε κάθε τέτοια περίπτωση, λαμβάνουν υπόψη τους το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης των 3.000 ευρώ που ισχύει για τον άγαμο φορολογούμενο, ή των 2.500 ευρώ, που ισχύει για τον έγγαμο, και προσθέτουν στο ποσό αυτό τυχόν επιπλέον ποσά τεκμηρίων διαβίωσης για σπίτι ή και ΙΧ αυτοκίνητο, εφόσον ο φορολογούμενος διέμεινε, κατά τη διάρκεια του 2021, σε κατοικία ιδιόκτητη, ενοικιαζόμενη ή δωρεάν παραχωρηθείσα ή εφόσον κατείχε και κάποιο ΙΧ αυτοκίνητο.

Περαιτέρω, η πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος, που προκύπτει λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης, φορολογείται όχι με την ευνοϊκή κλίμακα υπολογισμού του φόρου, η οποία ισχύει για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους και προβλέπει αφορολόγητο όριο εισοδήματος 8.636 ευρώ (προσαυξανόμενο ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων), αλλά με την κλίμακα φορολόγησης των εισοδημάτων από επιχειρηματικές δραστηριότητες, βάσει της οποίας το φορολογητέο εισόδημα υπόκειται σε φόρο υπολογιζόμενο με συντελεστή 9% από το πρώτο ευρώ. Έτσι, η πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που προκύπτει βάσει των τεκμηρίων διαβίωσης σε όλες αυτές τις περιπτώσεις φορολογουμένων επιβαρύνεται με φόρο 9%. Στη συνέχεια επί του φόρου που προκύπτει επιβάλλεται και προκαταβολή φόρου με συντελεστή 55%. Συνολικά, δηλαδή για έναν φορολογούμενο με πολύ χαμηλό εισόδημα από ενοίκια ή από αγροτική δραστηριότητα ή από τόκους καταθέσεων και με ακόμη πιο χαμηλό εισόδημα από περιστασιακή απασχόληση ή από οικογενειακά επιδόματα, η πρόσθετη διαφορά εισοδήματος που προκύπτει βάσει των τεκμηρίων φορολογείται με τελικό συντελεστή 13,95%.

Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων οι υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. εφαρμόζουν τις διατάξεις της παραγράφου 1β του άρθρου 34 του νόμου 4172/2013 (του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος), σύμφωνα με τις οποίες επί της πρόσθετης διαφοράς τεκμαρτού εισοδήματος εφαρμόζεται η κλίμακα φορολογίας εισοδήματος των αυτοαπασχολουμένων, στην οποία ισχύει συντελεστής 9% από το πρώτο ευρώ, επειδή το μεγαλύτερο μέρος του δηλωθέντος εισοδήματος δεν προκύπτει από μισθωτή εργασία ή συντάξεις.